Οι ώρες και οι μέρες  τούτες πρέπει να είναι  αφιερωμένες στο λόγο και τη γνώμη των ιατρών και των ειδικών επιστημόνων που μπορούν να μας πληροφορήσουν και να μας καθοδηγήσουν με έγκυρο τρόπο για να αντιμετωπίσουμε την πανδημία του κορωνοιού.  Δεν χρειάζεται  να φλυαρούμε  συνεχώς όσοι-ες δεν  έχουμε εξειδικευμένες, επιστημονικές  γνώσεις.

Αν γράφονται όμως αυτές οι γραμμές είναι γιατί η ιστορική εμπειρία δείχνει πως κάθε αρρώστια και κάθε επιδημία ή πανδημία έχουν μια  σημαντική κοινωνική  διάσταση  ενώ οι τρόποι που κατανοούνται αλλά και αντιμετωπίζονται διαμορφώνονται μέσα σε ευρύτερα πολιτικά, ιδεολογικά και πολιτισμικά συμφραζόμενα.

Η «επιδημία των πληροφοριών»

Οι ασθένειες και οι λοιμοί προκαλούν φόβο, καταπόνηση, φθορά, και δυστυχώς θάνατο. Φέρνοντας τους ανθρώπους αντιμέτωπους με οριακές εμπειρίες, γεννούν νέους φόβους ή βαθαίνουν τους παλιoύς. Από τον καιρό της πανώλης και της χολέρας μέχρι την «ισπανική γρίπη» ή το AIDS στον 20ο αιώνα,  ο φόβος της μόλυνσης δημιουργεί τους «επικίνδυνους άλλους».  Οι μάγισσες, οι Εβραίοι, οι ξένοι που έφταναν στα λιμάνια, οι εχθροί της πατρίδας, οι αλλόθρησκοι,  οι ομοφυλόφιλοι είναι μερικές από τις ομάδες ανθρώπων που βρέθηκαν στο στόχαστρο εκστρατειών δαιμονοποίησης  σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους στις οποίες ξέσπασαν λοιμοί.

Δεν εξαιρείται  η  περίπτωση της πανδημίας του κορονωιού : από τον «κινέζικό ιό» μέχρι τους «πλούσιους κοσμοπολίτες που ταξιδεύουν στο Μιλάνο», πρόχειρες ερμηνείες διακινήθηκαν σε συνδυασμό με αναγεννημένες θεωρίες συνωμοσίας για «βιολογικά όπλα» που ξέφυγαν από κάποιο εργαστήριο. Επειδή ζούμε σε έναν συνδεδεμένο κόσμο, η τωρινή πανδημία συνταξιδεύει με μια «επιδημία πληροφοριών» (info-demic), συχνά ανερμάτιστων. Μας προσγειώνει όμως απότομα   η οδυνηρή πραγματικότητα. Ο καθένας και η καθεμία μπορεί να μολυνθεί ή να ασθενήσει:  εργαζόμενοι-ες στις μονάδες υγείας, κάτοικοι ενός απομακρυσμένου χωριού,  προσκυνητές στους Αγίους Τόπους.  Αν όμως ο καθένας και η καθεμία μπορεί να μολυνθεί ή να ασθενήσει, αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι -ες μπορούν να θεραπευτούν με τον ίδιο τρόπο.  Η προστασία ή μη των  ευάλωτων ομάδων, η πρόσβαση ή μη σε άμεση ιατρική φροντίδα, η πληροφόρηση και η γνώση, οι συνθήκες ζωής και υγιεινής, οι τρόποι εργασίας επηρεάζουν όχι μόνο το πώς ασθενούν οι άνθρωποι αλλά και το πώς θεραπεύονται   ή το πώς δεν θεραπεύονται.

Λανθάνον «πρόγραμμα ευγονικής»

Σ’ αυτό το πλαίσιο, η αρχική τουλάχιστον απόφαση της κυβέρνησης της Μ. Βρετανίας για την πανδημία του κορωνοιού προκάλεσε πολλές  αντιδράσεις. Η έμφαση αποκλειστικά στην «ατομική ευθύνη», ειδικότερα στην ατομική υγιεινή, και η ωμή αναφορά στον θάνατο πολλών ανθρώπων του Πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον παρουσιάστηκε ως τμήμα μιας συνειδητά σχεδιασμένης στρατηγικής μόλυνσης ενός συντριπτικά μεγάλου ποσοστού των Βρετανών προκειμένου να δημιουργηθεί «ανοσία αγέλης». Ωστόσο, τα αμφιλεγόμενα επιστημονικά δεδομένα που δόθηκαν στη δημοσιότητα, οι έντονες κοινωνικές αντιδράσεις,  η κριτική σημαντικών επιστημόνων και ερευνητών όχι μόνο επέβαλαν αλλαγή πλεύσης αλλά καλλιέργησαν  εύλογες υπόνοιες ότι το σχέδιο της «ανοσίας αγέλης» είχε πολλές πιθανότητες να οδηγήσει σε ασύλληπτα μεγάλους αριθμούς θανάτων – ειδικά σε ομάδες ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας ή με υποκείμενες νόσους.

Το αρχικό σχέδιο της  Βρετανικής κυβέρνησης επικρίθηκε σφόδρα ως ένα λανθάνον «πρόγραμμα ευγονικής», που έθετε σε θανάσιμο κίνδυνο ευάλωτες ομάδες ενώ απέβλεπε στην αποφυγή κάθε διαταραχής της οικονομικής ζωής.  Δεν είναι εύκολο να  πάρει  κανείς μια κατηγορηματική θέση. Υπάρχουν όμως ορισμένες διαστάσεις που αξίζει να επισημάνουμε και οι οποίες  δεν αφορούν μόνο τη Βρετανία: ο πειρασμός της απρόσκοπτης διατήρησης των οικονομικών δραστηριοτήτων και μεγεθών σε συνδυασμό με τις πεπερασμένες δυνατότητες των συστημάτων υγείας δημιουργεί μια δυσεπίλυτη εξίσωση αυτή τη στιγμή. Επιβάλλει όμως την αναθεώρηση πρακτικών δεκαετιών στο πεδίο της δημόσιας υγείας και των συστημάτων περίθαλψης. Επιπλέον, δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι σημαντική θέση και ρόλους έχουν αποκτήσει σε πολλές χώρες οι λεγόμενοι  «αντισυστημικοί» πολιτικοί που αμφισβητούν την «παγκοσμιοποίηση», τους «ειδικούς» και τους «εμπειρογνώμονες» αλλά και τους θεσμούς ή τους οργανισμούς διεθνούς συνεργασίας. Καλλιεργώντας μορφές «εξαιρετισμού» ή «εθνικού απομονωτισμού» υιοθετούν συχνά επιζήμιες πολιτικές για την ίδια τη χώρα τους και την κοινωνία της, βασισμένες  στον ατομικισμό, τη μνησικακία, την αδιαφορία για τους άλλους, ακόμη και το μίσος ή την εχθρότητα.

Παγκόσμιες συνεργασίες

Ακούμε συχνά  στον καιρό της πανδημίας που ζούμε για την αναγκαιότητα του κράτους ως κεντρικού και ρυθμιστικού παράγοντα. Σκόπιμο όμως θα ήταν να διερωτηθούμε αν μπορεί κάθε κράτος να αντιμετωπίσει μόνο του κρίσεις τέτοιου μεγέθους,  χωρίς θεσμούς και φορείς παγκόσμιας συνεργασίας, ανταλλαγής επιστημονικών γνώσεων, διαμόρφωσης κοινών στρατηγικών. Αξίζει  επίσης να αναλογιστούμε τι προσφέρει ο επιθετικός προσδιορισμός  «κοινωνικό» μπροστά από το κράτος, ειδικά σε δύσκολους καιρούς. Τέλος, χρήσιμο είναι να σκεφτούμε μήπως η δημόσια υγεία προστατεύεται αποτελεσματικότερα όταν η συνείδηση της ατομικής ευθύνης συμπορεύεται  με την έννοια της κοινωνικής ευθύνης αλλά και της  κοινωνικής αλληλεγγύης. Δεν είναι μόνον η «κοινωνική απόσταση» αυτή που θα μας σώσει.  Η επιβεβλημένη και απαραίτητη φυσική απόσταση θα λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά αν συνδυαστεί  με ένα δίχτυ κοινωνικής προσφοράς και προστασίας όσων είναι σε δυσχερέστερη θέση, είτε είναι οι πιο ηλικιωμένοι συμπολίτες μας, είτε οι  πρόσφυγες, είτε οι  κοινωνικοοικονομικά ασθενέστεροι, είτε όσοι-ες εργάζονται με κίνδυνο της υγείας τους.  Οι ιστορικοί κύκλοι των δύσκολων εποχών δεν επηρεάζουν μόνο το σήμερα αλλά με πολλούς τρόπους φτιάχνουν το αύριο. Αν θέλουμε να είναι ένα αξιοβίωτο αύριο, πρέπει να διασχίσουμε τις σκοτεινές μέρες και να βγούμε στο ξέφωτο  μαζί.

Η κυρία Εφη Γαζή είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια της Ιστορίας στο Τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.