Η ενσυναίσθηση είναι ένα από τα σημαντικότερα προτερήματα. Είναι μέρος του οπλισμού ενός ανθρώπου για να κατανοήσει τους άλλους και κατ’ επέκταση τον εαυτό του. Σε προφυλάσσει από φανατισμούς, αδεξιότητες, άδικες κρίσεις και κυρίως σε κρατάει μέσα στη δυνατότητα να ερμηνεύεις τον κόσμο. Για το πεδίο των διαπροσωπικών σχέσεων, αυτά είναι αυτονόητα και αργά ή γρήγορα όλοι – με τον εύκολο ή τον δύσκολο τρόπο – φτάνουμε στο να καταλάβουμε την αξία της ενσυναίσθησης.

Η εφαρμογή της είναι ιδιαίτερα χρήσιμη τόσο στην ανάγνωση της Ιστορίας όσο και στην ερμηνεία συμπεριφορών μεγάλων κοινωνικών συνόλων ή και λαών στο σήμερα. Σε μία εποχή που το παράδοξο είναι σχεδόν κανονικό, από τη μία καταδικάζουμε τις «διεθνείς» παρεμβάσεις σε χώρες – παρεμβάσεις με το πρόσχημα του δικού τους καλού – αλλά από την άλλη προβαίνουμε σε γρήγορες και αυστηρές κρίσεις όταν οι λαοί αποφασίζουν κάτι διαφορετικό από αυτό που πιστεύουμε εμείς για αυτούς.

Το «κρίμα» για το τι ψήφισαν οι Βρετανοί στις πρόσφατες εκλογές τους γέμισε τα ελληνικά social media. Aπό ειρωνείες μέχρι σιγουριές πως είναι άξιοι της μοίρας τους και από εδώ και πέρα το μέλλον τους θα είναι πολύ δύσκολο. Παραβλέποντας το σχεδόν αστείο να ξεστομίζονται τέτοιες φράσεις από ελληνικά χείλη – κυρίως μετά τη μαγική μας πορεία ως λαού την τελευταία δεκαετία, που μας καθιστά «έγκριτους» γνώστες του καλού και του κακού -, ελάχιστοι μπήκαμε στον κόπο να καταλάβουμε την ψήφο τόσων εκατομμυρίων ανθρώπων. Μας φαίνεται συμπαθής ο Κόρμπιν και γραφικός ο Τζόνσον – η αλήθεια είναι πως αυτό δύσκολα θα μας το αλλάξει κάποιος – αλλά νομίζουμε πως αυτό και μόνο αρκεί για να χαρακτηρίσουμε τους Βρετανούς συλλήβδην αυτόχειρες και ανόητους. Αρκετοί δίχως να έχουμε ζήσει ούτε μια μέρα σε αυτήν τη χώρα, μη έχοντας την παραμικρή εικόνα και αίσθηση για την ιδιοσυγκρασία τους, τις ανάγκες τους, την καθημερινότητά τους, την τρέχουσα φιλοσοφία τους, χαράζουμε την εσωτερική και εξωτερική πολιτική τους, τις κεντρικές επιλογές τους, από πληκτρολόγια που βρίσκονται στο Περιστέρι ή στο Χαλάνδρι. Και αυτό δεν σώζεται ούτε από την κατά περίσταση αλήθεια πως πολλές φορές μπορείς να περιγράψεις καλύτερα ένα ποτάμι στεκόμενος στην όχθη από το να κολυμπάς μέσα του.

Αν σε όλο αυτό συνυπολογίσουμε και το γεγονός πως αρκετοί από εκείνους που τους επικρίνουν για το επερχόμενο Βrexit είναι οι ίδιοι που έχουν αμφισβητήσει την Ευρωπαϊκή Ενωση προτείνοντας είτε τη διάλυσή της είτε την εκ βάθρων αντικατάσταση του υπάρχοντος μοντέλου ένωσης, τότε φτάνουμε στο συμπέρασμα πως ο πολύπλοκος κόσμος έχει αρχίσει να γίνεται ανεξέλεγκτα σουρεαλιστικός.

Οι περισσότεροι ζούμε με ένα μόνιμο παράπονο, από εκείνα που γεννήθηκαν στην εφηβεία μας, πως δεν μας καταλαβαίνουν. Οι γύρω μας, οι κοντινοί μας. Χωρίς να μας έχει υποσχεθεί ποτέ κανένας πως στη ζωή μας θα αξιωθούμε την κατανόηση, την ενσυναίσθηση των άλλων – την επιζητούμε σαν μαλωμένα παιδιά αλλά δύσκολα τη χαρίζουμε και στους άλλους. Αντιθέτως, νιώθουμε επαρκείς και διαπιστευμένοι για να κρίνουμε ακόμη και τους πιο μακρινούς μας.