Περίπου 1600 κλήσεις έχει δεχθεί από το 2017 μέχρι σήμερα η 24ωρη τηλεφωνική γραμμή ψυχολογικής υποστήριξης, συμβουλευτικής και ενημέρωσης της ΕΛ.ΑΣ όπως έγινε γνωστό την Πέμπτη το πρωί κατά τη διάρκεια παρουσίασης στοιχείων της γραμμής στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη παρουσία της υπουργού κυρίας Όλγας Γεροβασίλη και της υφυπουργού κυρίας Κατερίνας Παπακώστα.

Παρουσίαση στοιχείων της γραμμής

Στον χαιρετισμό της η κυρία Γεροβασίλη υπογράμμισε μεταξύ άλλων ότι: «Η Αστυνομία έρχεται να προστατεύσει την κοινωνική ομαλότητα. Καλείται να διασφαλίσει τους κανόνες ευνομίας και σεβασμού των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των πολιτών στο πλαίσιο λειτουργίας του Δημοκρατικού πολιτεύματος. Εν ολίγοις δουλεύει για να μπορούν οι άνθρωποι με ειρήνη και ασφάλεια να οργανώνουν και να δημιουργούν τη καθημερινή τους ζωή. Όταν όμως εργάζεσαι σε ένα από τα κατεξοχήν συγκρουσιακά πεδία είναι επόμενο να έρχεσαι συχνά αντιμέτωπος με καταστάσεις και παραστάσεις ξεχωριστής σκληρότητας. Με ζητήματα που δεν μπορείς να τα βιώσεις απλουστευμένα και «κυνικά» όταν μάλιστα σε διακρίνουν οι αξίες, οι ανάγκες και τα πολιτισμικά κεκτημένα του σύγχρονου ανθρώπου.»

Και πρόσθεσε: «Στο φως αυτής της διαπίστωσης δεν ξεχνούμε ότι οι Αστυνομικοί είναι άνθρωποι που ενεργούν και επιχειρούν κουβαλώντας ο καθένας τα δικά του ξεχωριστά προβλήματα: οικογενειακά, προσωπικά, οικονομικά, συναισθηματικά. Προβλήματα τα οποία χρειάζεται – στο μέτρο του δυνατού – να παραμερίζουν για να προσφέρουν σωστά τις υπηρεσίες τους και να επιτελούν αποτελεσματικά το έργο τους. Θα ήταν λοιπόν παράλογο να ισχυρισθούμε ότι τα παράγωγα που προκύπτουν από τη φύση της δουλειάς του Αστυνομικού δεν επιδρούν με άμεσο ή έμμεσο τρόπο πάνω τους. Για το λόγο αυτό, με πολιτική ευαισθησία και κατανόηση, το Υπουργείο μας ανταποκρίθηκε από την πρώτη στιγμή στο αίτημα της Ελληνικής Αστυνομίας για τη δημιουργία ενός μηχανισμού ψυχολογικής υποστήριξης του προσωπικού της και των οικογενειών τους, όταν αυτή χρειάζεται.»

Ανέφερε ακόμη ότι: «Η Τηλεφωνική Γραμμή Υποστήριξης που ξεκίνησε να λειτουργεί από το Μάρτιο του 2017 στη χώρα μας είναι ένας μηχανισμός που υπάρχει σε όλες τις σύγχρονες Αστυνομίες του δημοκρατικού κόσμου. Μια υποδομή που ανταποκρίνεται και παρεμβαίνει συμβουλευτικά σε στιγμές δύσκολες ψυχολογικά κάποιου μέλους της ευρύτερης Αστυνομικής οικογένειας. Έχει συσταθεί και οργανωθεί με βάση σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα και έχει στελεχωθεί με εξειδικευμένο επιστημονικά προσωπικό υψηλής εκπαίδευσης. Δεν θέλω να μπω σε λεπτομέρειες. Θα τις παρουσιάσουν αναλυτικά στη συνέχεια ο ΓΓ και τα αρμόδια στελέχη.»

Επιπλέον τόνισε κλείνοντας ότι «η Ελληνική Αστυνομία επιτελεί αποτελεσματικά ένα βαρύ και δύσκολο έργο μέσα σε σύνθετες και πολύπλοκες συνθήκες. Και πως όποιος επιχειρεί να μειώσει ή να υποτιμήσει το έργο αυτό και σφάλει και αδικεί.»

Τα περισσότερα τηλεφωνήματα προέρχονταν από γυναίκες με μέσο όρο ηλικίας από 45 έως 60 ετών, έγιναν απογευματινές ώρες κυρίως από τις οικίες των αστυνομικών και αφορούσαν ως επί το πλείστον ζητήματα σχετικά με το οικογενειακό περιβάλλον. Η υπηρεσία απευθύνεται σε ενεργεία και συνταξιούχους αστυνομικούς και σε μέλη των οικογενειών τους αλλά απευθύνονται σε αυτήν και στελέχη άλλων Σωμάτων Ασφαλείας ακόμη και πολίτες. Αίσθηση προκάλεσε η παρουσίαση στην εκδήλωση Υπαρχηγών της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής και σύμφωνα με πληροφορίες και τα δυο Σώματα προσανατολίζονται στη δημιουργία αντίστοιχης γραμμής ψυχολογικής υποστήριξης πυροσβεστών και λιμενικών.

Κατά την παρουσίαση επισημάνθηκε πως το 2018 δεν κατεγράφη καμία αυτοκτονία αστυνομικού ενώ ως προς το ποιες ενέργειες γίνονται εάν εντοπιστεί ένστολος με σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα αρμόδιος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. απάντησε με ένα παράδειγμα ενός αστυνομικού στη Λάρισα ο οποίος ανέφερε τι τον απασχολούσε και επειδή θεωρήθηκε πως δεν μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντα του ο συνάδελφος του που δέχθηκε τη κλήση κατάφερε να του αποσπάσει την πληροφορία για την υπηρεσία που ήταν και ενημερώθηκαν οι ανώτεροι του άμεσα ενώ του προτάθηκε να απευθυνθεί για ψυχολογική υποστήριξη κάτι που αποδέχθηκε.

Επισημάνθηκε ακόμη πως τα τελευταία χρόνια έχουν περάσει από εξέταση καταλληλότητας να φέρουν οπλισμό περίπου 25 – 30.000 αστυνομικοί εκ των οποίων περίπου 700 κρίθηκαν ακατάλληλοι ωστόσο διαρκώς ήταν στο «μικροσκόπιο» ειδικών με στόχο να επανέλθουν το συντομότερο δυνατόν στο εργασιακό τους περιβάλλον.