Τo 2015 o Σάκης Ρουβάς τραγούδησε το «Αξιον Εστί» του Μίκη και του Ελύτη στην πλατεία της Νέας Σμύρνης με ελεύθερη είσοδο, συγκεντρώνοντας περίπου δέκα χιλιάδες κόσμο. Ο Μίκης είχε δηλώσει τότε πως δεν ήταν δική του επιλογή αλλά από την άλλη δεν του πέρασε καν από το μυαλό να το απαγορεύσει. Το «Αξιον Εστί» έτσι κι αλλιώς δεν έχει πια πνευματιική ιδιοκτησία, είναι το αίμα μας.

Πριν λίγο καιρό ένα παρεμφερές θέμα και πεδίο δημόσιας αντιπαράθεσης – αναγνωρίζω βέβαια τις τεράστιες διαφορές που έχει ως προς το ειδικό βάρος και την πολύ ακριβή ιστορία του το ένα έργο από το άλλο – προέκυψε όταν κυκλοφόρησε ένα βιβλίο με την υπογραφή του νικητή του «Survivor», Γιώργου Αγγελόπουλου.

Πέρα από τις ειρωνείες ή την υποστήριξη, τέθηκε πάλι το ερώτημα από πολλούς: «Με ποιο δικαίωμα;».

Η δική μου σκέψη είναι πως όλα αυτά γίνονται με το δικαίωμα της εποχής. Η εποχή, ο καιρός μας, έδωσε το δικαίωμα. Θεωρώ πως εκείνο το σοφό που λέγεται για τον σεβασμό – πως πρέπει να εμπνέεται και όχι να επιβάλλεται – ισχύει και με τις απαγορεύσεις. Πρέπει να «εμπνέονται» από το περιβάλλον, τη συγκυρία, και όχι να επιβάλλονται.

Το έκαναν γιατί μπορούσαν, τόσο απλά. Γιατί το περιβάλλον δεν ήταν αρνητικό, αντιθέτως το έκανε να φαίνεται εύκολο έως φυσιολογικό.

Εννοώ πως δεν θα περνούσε καν από το μυαλό – πριν τριάντα χρόνια – του Τόλη Βοσκόπουλου, για παράδειγμα, που εξέφραζε έναν διαφορετικό κώδικα λαϊκού τραγουδιού, να ερμηνεύσει το «Αξιον Εστί», γιατί η εποχή απλά τού το «απαγόρευε».

Μόνο η εποχή, το περιβάλλον και η συγκυρία μπορούν να επιβάλουν τέτοιους περιορισμούς. Οποιοσδήποτε άλλος το επιχειρεί – πρόσωπο ή ομάδες – μόνο άσχημες μνήμες και ανησυχία μπορεί να μας φέρει στο μυαλό.

Οσον αφορά τα βιβλία, σε παρελθούσες δεκαετίες ο τυπωμένος λόγος έφερε από μόνος του ένα «πιστοποιητικό» πνευματικότητας, έπρεπε να περάσει από αρκετές δικλίδες μέχρι να δημοσιοποιηθεί. Σήμερα δεν ισχύει αυτό. Οι μισοί Ελληνες έχουμε εκδώσει ένα τουλάχιστον βιβλίο. Το να γράψεις ένα βιβλίο, για οτιδήποτε – βιβλία δεν είναι μόνο η λογοτεχνία – δεν υποδηλώνει τίποτα άλλο πέραν του ότι θέλεις να γράψεις ένα βιβλίο. Τα υπόλοιπα αποδίδονται ή δεν αποδίδονται από τους αναγνώστες και από τον χρόνο. Γενικά αυτός είναι ένας κανόνας που ισχύει στα καλλιτεχνικά έργα. Η πρόθεση, η δήλωση του δημιουργού, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία.

Εχουμε ζήσει να εκλέγονται βουλευτές με ευκολία όσοι υποψήφιοι ήταν πρωταγωνιστές στη «Λάμψη».

Γενικά η ευκολία είναι η εικονική μας πραγματικότητα τις τελευταίες δεκαετίες.

Το «με ποιο δικαίωμα» έχει αντικατασταθεί από το «γιατί όχι». Και πιάνουμε ταμπούρι όπως πάντα στη μία ή στην άλλη πλευρά, στα δύο άκρα, ακυρώνοντας όλο το ενδιάμεσο έδαφος της ισορροπίας.

Σε εποχές απομαγεμένες, που η όποια μαγεία έχει βαφτιστεί θολοκουλτούρα, έχουν χάσει το ειδικό τους βάρος και την αντιστοιχία τους στην κοινωνία τόσο τα μεγάλα έργα όσο και οι προσωπικότητες. Εχουμε φροντίσει να αποκαθηλώσουμε, να λοιδορήσουμε, να κοντύνουμε, να φέρουμε στα μέτρα μας οτιδήποτε και οποιονδήποτε ξεφεύγει από τον μέσο όρο της δημιουργίας. Κυρίως επειδή διαφωνήσαμε μαζί του ιδεολογικά.

Δύο είναι τα μεγάλα τρόπαια της εποχής. Τα λεφτά και η φήμη. Η οποία φήμη το ιδανικό θα ήταν να συνοδεύεται και από την κοινή παραδοχή και απόδοση μιας κάποιας «καλλιτεχνικής» ιδιότητας.

Ο κ. Οδυσσέας Ιωάννου είναι συγγραφέας – στιχουργός.