Απολύθηκε αλλά πήρε προαγωγή ο αρχηγός των μυστικών υπηρεσιών της Γερμανίας Χανς-Γκέοργκ Μάασεν, καθώς η «τιμωρία» του για σχόλιο που θεωρήθηκε ότι αβαντάρει την Ακροδεξιά ήταν να προαχθεί στο πόστο του υφυπουργού Εσωτερικών και με υψηλότερο μισθό. Η όλη ιστορία θα ευνοήσει τελικά το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).
Η απόφαση για την απόλυση-προαγωγή του Μάασεν ανακοινώθηκε αργά την Τρίτη, ύστερα από συνεδρίαση των τριών κυβερνητικών εταίρων, της Ανγκελα Μέρκελ (CDU), του Χορστ Ζεεχόφερ (CSU) και της Αντρέα Νάλες (SPD). Η Μέρκελ επιχείρησε να ικανοποιήσει τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) που ζητούσαν την απόλυση του Μάασεν και συγχρόνως να ικανοποιήσει και τον Ζεεχόφερ, αρχηγό της Χριστιανοκοινωνικής Ενωσης (CSU), αδελφό κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) στη Βαυαρία, που ζητούσε να μην τιμωρηθεί ο Μάασεν. Ο χειρισμός της καγκελαρίου επικρίνεται σφοδρά ως αδέξια μανούβρα για να μην πέσει η κυβέρνησή της.
Ο Μάασεν, που ήταν αρχηγός των μυστικών υπηρεσιών (BfV) από το 2012, «απολύθηκε» επειδή σε συνέντευξή του προς την εφημερίδα «Bild» στις 7 Σεπτεμβρίου είχε δηλώσει ότι η BfV «δεν διαθέτει αρκετά αδιάσειστα στοιχεία για να βεβαιώσει ότι σημειώθηκαν ανθρωποκυνηγητά» (μεταναστών από ακροδεξιούς) στο Κέμνιτς, την πόλη της Σαξονίας όπου ξέσπασαν πολυήμερες ακροδεξιές ταραχές μετά τη δολοφονία ενός Γερμανού από αιτούντες άσυλο στα τέλη Αυγούστου. Πρόσθεσε ότι δεν διέθετε «καμία απόδειξη» για την αυθεντικότητα ενός βίντεο που κυκλοφόρησε στα σόσιαλ μίντια λίγες ώρες μετά τη δολοφονία και έδειχνε μετανάστες να δέχονται επίθεση στο Κέμνιτς. «Εχουμε μάλιστα καλούς λόγους για να πιστεύουμε ότι πρόκειται για fake news με στόχο να στραφεί η προσοχή του κοινού μακριά από τη δολοφονία που διαπράχθηκε στο Κέμνιτς» είπε. Τα λόγια αυτά του Μάασεν ξεσήκωσαν σάλο στη Γερμανία, καθώς όχι μόνο έθεσαν υπό αμφισβήτηση ένα βίντεο που πρόβαλαν όλα τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης της χώρας αλλά και αντέκρουσαν την καγκελάριο Μέρκελ η οποία, λίγες ημέρες νωρίτερα, είχε δηλώσει ότι σημειώθηκαν ανθρωποκυνηγητά μεταναστών στο Κέμνιτς.

Ακόμη πιο εύθραυστος κυβερνητικός συνασπισμός

Η υπόθεση Μάασεν δίχασε τον «μεγάλο συνασπισμό»: το SPD απαίτησε την απομάκρυνση του επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών ενώ ο Ζεεχόφερ, που είναι και υπουργός Εσωτερικών, θεωρούσε ότι δεν υπήρχε λόγος να παυθεί από τη θέση του. Η Μέρκελ προσπάθησε αρχικά να «θάψει» την υπόθεση αλλά το SPD ανέβασε τους τόνους, πατώντας και πάνω στην αποκάλυψη της εφημερίδας «Handelsblatt» για τις σχέσεις του Μάασεν με το AfD (στο οποίο διέρρεε εμπιστευτικές πληροφορίες).
Λάδι στη φωτιά έριξαν νέες αποκαλύψεις για μυστικές συναντήσεις ανάμεσα στον Μάασεν και ηγετικά στελέχη της AfD – ιδίως με την πρώην πρόεδρο του κόμματος Φράουκε Πέτρι, προς την οποία παρείχε συμβουλές ώστε το κόμμα να μην τεθεί υπό την εποπτεία της BfV.
Η Μέρκελ αποφάσισε να απομακρύνει τον Μάασεν από τη θέση του αρχηγού της BfV, όμως νέος σάλος προκλήθηκε όταν έγινε γνωστό, την Τρίτη το βράδυ, ότι τον προήγαγε σε υφυπουργό Εσωτερικών. Η απόφαση της καγκελαρίου θεωρήθηκε ένας θλιβερός συμβιβασμός για να μην πέσει η κυβέρνησή της: ναι μεν ο Μάασεν δεν προΐσταται πια της BfD, όπως ζητούσε το SPD, όμως ούτε τιμωρήθηκε, όπως επιθυμούσε ο Ζεεχόφερ. Αν μη τι άλλο, ωφελήθηκε οικονομικά: ως υφυπουργός θα κερδίζει 14.000 ευρώ τον μήνα ενώ ως αρχηγός της BfD κέρδιζε 11.000.
Οσο για τη Μέρκελ, έδειξε για άλλη μία φορά ότι είναι όμηρος του Ζεεχόφερ προκειμένου αυτός να μη ρίξει την κυβέρνηση, που χρειάστηκε έξι δύσκολους μήνες για να σχηματιστεί μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2017. Ηδη η «ομηρεία» της είχε φανεί πριν από λίγους μήνες, όταν ο Ζεεχόφερ απειλούσε να παραιτηθεί με αφορμή την πολιτική της Μέρκελ για το Προσφυγικό.
Μετά την υπόθεση Μάασεν, ο κυβερνητικός συνασπισμός μοιάζει ακόμη πιο εύθραυστος. «Το έργο της κυβέρνησης κρίνεται ανεπαρκές από το 64% των ψηφοφόρων, σύμφωνα με δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Civey για το Spiegel που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα» έγραψε ο «Monde» σχολιάζοντας την «απώλεια της εξουσίας της Μέρκελ που, μόλις έξι μήνες μετά την αρχή της τέταρτης θητείας της, μοιάζει πιο απασχολημένη με την απλή επιβίωσή της απ’ όσο με το έργο της κυβέρνησης».
Πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι ο χειρισμός της υπόθεσης Μάασεν θα αυξήσει την απογοήτευση του κοινού από την πολιτική και ότι από αυτό θα ωφεληθεί η AfD.

Σφοδρές επικρίσεις στην καγκελάριο

Η αντιπολίτευση και ο Τύπος στη Γερμανία άσκησαν σκληρή κριτική στην καγκελάριο. «Η μετάλλαξη του Μάασεν είναι μια υπεκφυγή. Είτε του έχουμε εμπιστοσύνη είτε όχι. Ολο αυτό το θέατρο δείχνει ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός δεν έχει καμία γραμμή» δήλωσε ο Κρίστιαν Λίντνερ, πρόεδρος του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (FDP).
Η Κάτριν Γκέρινγκ-Εκαρντ, πρόεδρος των Οικολόγων, μίλησε για «απίστευτη απάτη» που δείχνει «την ανικανότητα της κυβέρνησης».
Κριτική ασκήθηκε και από τους κόλπους του κυβερνητικού εταίρου SPD. «Είναι ένα τρομερό λάθος, πραγματική καταστροφή να έχουμε στην κεφαλή του υπουργείου Εσωτερικών το δίδυμο Ζεεχόφερ – Μάασεν που έχει χάσει εντελώς τον προσανατολισμό του» δήλωσε ο αντιπρόεδρος του κόμματος Ραλφ Στέγκνερ.
Ο Τύπος ήταν ακόμη πιο σκληρός στην κριτική του. Ο Μάασεν «έτρεχε την επιχείρηση του ακροδεξιού λαϊκισμού» έγραψε η «Die Zeit». «Με την αβάσιμη κατηγορία του για εσκεμμένη παραπληροφόρηση στο Κέμνιτς, πέρασε το κατώφλι της θεωρίας συνωμοσίας» και «διέβρωσε το σημαντικότερο νόμισμα της δημοκρατίας: την εμπιστοσύνη».
Οι γερμανικές εφημερίδες άσκησαν κριτική και στο SPD κατηγορώντας το ότι ενώ απαίτησε την απομάκρυνση του Μάασεν από τις μυστικές υπηρεσίες, μετά δέχθηκε την προαγωγή του στο υπουργείο Εσωτερικών για να μη χάσει την καρέκλα της εξουσίας.