Σημαντική αύξηση παρουσίασε πέρυσι ο αριθμός των καταδικαστικών αποφάσεων στην Αυστρία για αδικήματα ναζιστικής δραστηριοποίησης και υποδαύλισης μίσους, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που δημοσιοποίησε το αυστριακό υπουργείο Δικαιοσύνης.

Συγκεκριμένα, μέσα στο 2017, σε 214 δίκες για παραβιάσεις του αποκαλούμενου «Νόμου απαγόρευσης», για ναζιστική δραστηριοποίηση, εκδόθηκαν 119 καταδικαστικές αποφάσεις, έναντι των 213 δικών που είχαν διεξαχθεί το 2016 με 85 καταδικαστικές αποφάσεις, ενώ το 2015 υπήρξαν 79 καταδίκες σε 167 δίκες.

Αρκετά πιο σαφής είναι η αύξηση του αριθμού των αδικημάτων υποδαύλισης μίσους, για τα οποία ο αριθμός σε καταδίκες υπερδιπλασιάστηκε σε σχέση με το 2016, ενώ, σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης, αύξηση «κατά 90%» παρουσίασαν οι καταδίκες για παραβίαση της παραγράφου 283 του ποινικού κώδικα που αφορά την υποδαύλιση μίσους από χρήστες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Τα στοιχεία αναφέρουν πως μέσα στο 2015 υπήρξαν «μόνον» 49 καταδίκες στη βάση αυτής της παραγράφου, το 2016 ο αριθμός αυξήθηκε σε 52, για να φθάσει το 2017 σε 107, ενώ οι μηνύσεις που υποβλήθηκαν στη διάρκεια αυτών των τριών χρόνων ήταν αντίστοιχα, 516 το 2015, 677 το 2016 και 827 πέρυσι.

Σε δηλώσεις του, ο Κρίστιαν Πίλνατσεκ, διευθυντικό στέλεχος του υπουργείου Δικαιοσύνης, ανάγει την αύξηση του αριθμού των καταδικαστικών αποφάσεων τα προηγούμενα χρόνια, στο γεγονός της «σκλήρυνσης» των ποινών για παραβιάσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Στο πλαίσιο αυτό, από το 2016 προβλέπεται πλέον ποινή φυλάκισης έως δύο ετών στην περίπτωση που, μέσω σχετικής ανάρτησης, υποκινούνται σε χρήση βίας ή σε εκδήλωση μίσους μέχρι και 30 άτομα, ενώ προηγουμένως γινόταν λόγος για 150 άτομα.

Η διάδοση εναντίον μίας ομάδας, υποτιμητικών εκφράσεων που προσβάλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, απέναντι, για παράδειγμα, σε 150 αποδέκτες, μέσω Facebook, Twitter, ή άλλου μέσου κοινωνικής δικτύωσης, μπορεί να επισύρει καταδίκη σε φυλάκιση τριών ετών.

Ως «ευχάριστο» χαρακτηρίζεται το γεγονός της «υψηλής ευαισθητοποίησης του κοινού απέναντι στις ακροδεξιές δραστηριότητες», όπως αυτή καταγράφεται στη βάση των αδικημάτων που καταγγέλλονται, ωστόσο πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι ο αριθμός των αδικημάτων αυξάνεται και για το λόγο ότι «ακροδεξιοί τόνοι δεν εμφανίζονται μόνον στο περιθώριο, αλλά μετατοπίζονται και στο μέσον της κοινωνίας».

Ένα μεγάλο μέρος των αδικημάτων διαπράττονται στο διαδίκτυο, ενώ και ο αυξημένος αριθμός των προσφύγων που έφθασαν στη χώρα τα τελευταία χρόνια, συνέβαλε στην αύξηση των ακροδεξιών και ξενοφοβικών αδικημάτων.

Αξιωματούχοι της Αυστριακής Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος και Καταπολέμησης της Τρομοκρατίας, επισημαίνουν τελευταία την εμφάνιση μίας «νέας Ακροδεξιάς», η οποία μέσα από το Διαδίκτυο και μέσα από διαδραστικές ενέργειες προσπαθεί να αναπτύξει μία «ποπ κουλτούρα» με ακροδεξιά περιεχόμενα για νέους και νεαρούς ενήλικες, με στόχο τη διάδοση θεμάτων που προκαλούν ξενοφοβία και γενικότερους φόβους μέσα στην κοινωνία.

Οι ίδιοι θεωρούν πως το θέμα του ασύλου και των προσφύγων προκάλεσε τα τρία προηγούμενα χρόνια στην Αυστρία μία «αποχαλίνωση» ξενοφοβικών βιαιοτήτων και εκδικητικότητας, από κάποιους κύκλους προσώπων, χωρίς καθόλου, ή ελάχιστη μόνον, σχέση με ιδεολογίες.