Οι έντονες βροχοπτώσεις πριν από λίγες εβδομάδες έφεραν (ελλείψει και πρόβλεψης αντιμετώπισης) την τραγωδία στη Μάνδρα, πιο πρόσφατα προκάλεσαν καταστροφές στο οδικό δίκτυο, ιδιαίτερα στη Δυτική Ελλάδα. Ολες, μαζί με παλαιότερες, προκαλούν εκτεταμένη σύγχυση λόγων των όρων που χρησιμοποιούνται.
Πρώτα-πρώτα, κατολίσθηση είναι η κίνηση εδαφικών μαζών πάνω σε συγκεκριμένη επιφάνεια μέσα στο έδαφος που έχει ή αποκτά χαμηλή αντοχή τέτοια, που δεν μπορεί να αντισταθεί στις «κινούσες» δυνάμεις. Είναι κινήσεις που ξεκινούν από το λεγόμενο μέτωπο, βυθίζονται υπό μορφή καμπύλης (συχνά τμήμα κύκλου) και «ξεμυτάνε» στον πόδα. Γνωστά παραδείγματα είναι π.χ. η κατολίσθηση στη Μαλακάσα το 1995 ή στην Τσακώνα το 2003 και δεκάδες άλλες.
Η κατολίσθηση δεν πρέπει να συγχέεται με την καθίζηση, που είναι τελείως διαφορετικό φαινόμενο. Η καθίζηση δεν είναι υπέρβαση κάποιας αντοχής, αλλά απόκριση του εδάφους στο επιβαλλόμενο κατακόρυφο φορτίο, είτε διότι εξαρχής είναι συμπιεστό εν σχέσει με το φορτίο ή γίνεται πιο συμπιεστό από διάφορες αιτίες (π.χ. αποσάθρωση, διάβρωση κ.λπ.).
Η πτώση βράχων είναι πτώση βράχων, δεν είναι κατολίσθηση. Για διάφορους λόγους (π.χ. πίεση νερού ή σεισμό ή διάβρωση του συνδετικού υλικού) ένας βράχος αποσπάται από το περιβάλλον του και με τη βαρύτητα κατρακυλάει.
Η διάβρωση δεν είναι κατολίσθηση. Αφορά συνήθως επιφανειακά υλικά, συχνά τη διακρίνουμε από τις ραβδώσεις σε κεκλιμένες εδαφικές επιφάνειες. Μπορεί να παρασύρει χώματα που πέφτουν στον δρόμο, οφείλεται δε κατά βάση στη δράση επιφανειακού νερού ή χιονιού.
Η λασπορροή ή εδαφική ροή δεν είναι κατολίσθηση. Κάτι τέτοιο έπληξε τη Μάνδρα. Σχετικά ασθενή εδάφη σε καταστάσεις «υπερπροσφοράς» νερού χάνουν την αντοχή τους και συμπεριφέρονται σαν πολύ πηχτά υγρά, ακολουθώντας λίγο-πολύ τη συμπεριφορά του νερού, δηλαδή κυλούν υπό μορφή χειμάρρων, ανάλογα με τη μορφολογία του (πιο ανθεκτικού) εδάφους.
Η καταβύθιση δεν είναι κατολίσθηση. Η καταβύθιση προϋποθέτει ότι μέσα στο έδαφος υπάρχει φυσικό (σπηλαίωση) ή τεχνητό (π.χ. σήραγγα, παραχωμένο παλιό πηγάδι) κενό. Συμβαίνει κατά βάση όταν η οροφή του κενού, για διάφορους λόγους, δεν αντέξει το φορτίο από πάνω. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είχαμε κατά την κατασκευή του μετρό της Αθήνας με την καταβύθιση στη Δουκίσης Πλακεντίας την προηγούμενη δεκαετία ή παλαιότερα την καταβύθιση στην οδό Νίκης στο Σύνταγμα (μαζί με μια Μερσεντές…).
Αντιθέτως, κατολίσθηση αποτελεί –μεταφορικώς –η πορεία της χώρας λόγω της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και το ερώτημα είναι πότε θα φτάσουμε στον «πόδα» της κατολίσθησης.
Ξεφεύγοντας προς τους σεισμούς, να επισημάνουμε ότι το επίκεντρο (που μεταφορικά χρησιμοποιείται εξίσου λανθασμένα) είναι η προβολή του κέντρου του σεισμού στην επιφάνεια. Το κέντρο του σεισμού βρίσκεται ορισμένα χιλιόμετρα μέσα στη γη. Ο σεισμός εκδηλώνεται στο κέντρο, όχι στο επίκεντρο. Και ο υπουργός Αμυνας αποτέλεσε προσφάτως το κέντρο του ενδιαφέροντος, όχι το επίκεντρο (που θα ήταν η προβολή του κ. Καμμένου στο πάτωμα).
Τέλος, οι μηχανικοί που ασχολούνται με το έδαφος είναι οι εδαφομηχανικοί, δηλαδή οι πολιτικοί μηχανικοί (ενίοτε και μεταλλειολόγοι) ειδικευμένοι στη μηχανική του εδάφους και τη σχέση του με τις κατασκευές. Εδαφολόγοι –και όχι εδαφομηχανικοί –είναι επιστήμονες γεωπονικής κατεύθυνσης που ασχολούνται με τα πάνω λίγα εκατοστά του εδάφους (αγγλιστί topsoil) σε σχέση με φυτά, λουλούδια κ.λπ.
Το παρόν κείμενο γράφτηκε μήπως και συμβάλει στο να συνεννοηθούμε καλύτερα στον γραπτό και προφορικό δημόσιο λόγο, μάλλον με λίγες πιθανότητες επιτυχίας. Ομως, ως γνωστόν, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, τόσο ως προς την ορολογία όσο και ως προς την πολιτική.
Ο κ. Σπύρος Καβουνίδης είναι δρ πολιτικός μηχανικός.