Οι παγκόσμιες κεφαλαιαγορές σημείωσαν άνοδο εφέτος το καλοκαίρι, υπό την σκέπη των κεντρικών τραπεζών, με την Τράπεζα της Αγγλίας να δίνει το τέμπο εγκαινιάζοντας ένα νέο πακέτο ποσοτικής χαλάρωσης με στόχο την απορρόφηση μέρους του κραδασμού που προκάλεσε η ψήφος υπέρ του Brexit.

Η συγκεκριμένη ψήφος, ωστόσο, δεν έπληξε την εμπιστοσύνη στο βρετανικό δημόσιο χρέος και τις μετοχές –και οι παγκόσμιες αγορές αναστέναξαν με ανακούφιση. Σε άλλες γωνιές του κόσμου, η πιο σημαντική κεντρική τράπεζα παγκοσμίως, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), μοιάζει να υπαναχωρεί από την αρχική της στρατηγική για άμεσες περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων.
Στην Ευρώπη η ΕΚΤ διατυμπάνισε προς κάθε κατεύθυνση μια επικείμενη επανεξέταση της νομισματικής πολιτικής της κατά τη συνεδρίαση της 8ης Σεπτεμβρίου, αυξάνοντας τις προσδοκίες για ακόμη περισσότερα μέτρα χαλάρωσης στο άμεσο μέλλον.
Και στην Ιαπωνία, η κυβέρνηση Abe έχει υποσχεθεί μια γενναία νέα δημοσιονομική επέκταση, παρά το γεγονός ότι είχε ήδη καταγράψει το μεγαλύτερο έλλειμμα προϋπολογισμού των αναπτυγμένων χωρών, σχεδόν στο 7% του ΑΕΠ, προτού ανακοινώσει τα πρόσφατα μέτρα τόνωσης. Η Τράπεζα της Ιαπωνίας καλύπτει, φυσικά, με το παραπάνω τις ανάγκες δαπανών της κυβέρνησης, με έναν έξαλλο ρυθμό αγοράς κεφαλαίων, αξίας περίπου στο 15% του ΑΕΠ ετησίως.

Αυτό το ανεξέλεγκτο πάρτι ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες οδήγησε τις παγκόσμιες αγορές πίσω στον ανάποδο κόσμο της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων, όπου τα άσχημα στοιχεία πυροδοτούν προσδοκίες για μεγαλύτερη παροχή ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες, και στηρίζουν έτσι μια διαρκή άνοδο των τιμών στα αξιόγραφα. Πάρτε ως παράδειγμα τον δείκτη S&P 500, ο οποίος έχει καταγράψει αλλεπάλληλα ιστορικά υψηλά, παρά την υποβάθμιση των προβλέψεων για τις μεγάλες αμερικανικές εταιρείες από τους αναλυτές και τις προσδοκίες για μείωση στα έσοδα γ’ τριμήνου.

Λαμβάνοντας, επίσης, υπόψη την αυξανόμενη, σημαντική αντίθεση ανάμεσα στα θεμελιώδη στοιχεία και τις αγορές, εγείρεται επιτακτικό το ερώτημα: σε ποιο σημείο ακριβώς η υπόθεση της αγοράς ότι η Fed αγνοεί εντελώς τις εξαιρετικά τεταμένες εξελίξεις στην αγορά κεφαλαίων καθίσταται επικίνδυνη; Στο κάτω-κάτω, κάτι τέτοιο θεωρείται μάλλον δεδομένο ήδη από την ομιλία περί «παράλογης ευφορίας» του Greenspan το 1996.

Επιτρέποντας στις τιμές των αξιογράφων να αυξάνονται διαρκώς χωρίς παράλληλη υποστήριξη από τα θεμελιώδη οικονομικά στοιχεία και τα στοιχεία εσόδων, οι κεντρικές τράπεζες παίζουν ένα επικίνδυνο παιχνίδι. Τι προκαλεί, εξάλλου, μεγαλύτερο αποπληθωρισμό από την αναπόφευκτη διόρθωση της αγοράς αξιογράφων, που φθείρει την εμπιστοσύνη και καταστρέφει τον πλούτο, έστω και αν πρόκειται για ονομαστικό;



Ο κ. John Hardy είναι επικεφαλής στρατηγικής συναλλάγματος της Saxo Bank.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ