Τις επιπτώσεις των νέων φορολογικών μέτρων στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και κατ’ επέκταση στην εισπραξιμότητα των δανείων, «κόκκινων» και ενήμερων, επιχειρούν να εκτιμήσουν οι τραπεζικές διοικήσεις, μετά την ψήφισή τους από τη Βουλή. Πρόκειται για κομβικής σημασίας ζήτημα στην προσπάθεια που γίνεται για να κλείσει η εφετινή χρήση με κέρδη.

«Καταφέραμε να επιστρέψουμε στο σημείο μηδέν, δηλαδή σε οριακά θετικό ή αρνητικό καθαρό αποτέλεσμα, τρεις μήνες νωρίτερα από τις αρχικές μας προβλέψεις, ωστόσο ακόμη δεν έχει κριθεί τίποτε»
επισημαίνει αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος πιστωτικού ιδρύματος. Οπως εξηγεί, «οι πιθανότητες για κερδοφορία το 2016 είναι πλέον με το μέρος μας, ωστόσο δεν έχουν εξαλειφθεί όλοι οι κίνδυνοι που θα μπορούσαν να ανατρέψουν την πορεία βελτίωσης που έχει ξεκινήσει».
Τα ρίσκα σχετίζονται κυρίως με την πολιτική λιτότητας που θα ξεδιπλωθεί σταδιακά ως και τον ερχόμενο Σεπτέμβριο και τον βαθμό που θα επηρεάσει τις αποπληρωμές δανείων. «Το δεύτερο και το τρίτο τρίμηνο θα είναι καλά. Το θέμα είναι τι θα γίνει από το τέταρτο τρίμηνο και μετά λόγω των φιλόδοξων δημοσιονομικών στόχων που έχουν τεθεί» τονίζει επικεφαλής οικονομολόγος εγχώριας τράπεζας.
Οι προοπτικές για 2016


Τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου των Εθνικής, Τράπεζας Πειραιώς, Eurobank και Alpha Bank κινήθηκαν πολύ κοντά στις προβλέψεις της αγοράς. Σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις αναλυτών, εφόσον η ύφεση εφέτος δεν ξεπεράσει το 1,5%, η καθαρή κερδοφορία των τεσσάρων συστημικών ομίλων θα μπορούσε να φθάσει συνολικά ακόμη και τα 500 εκατ. ευρώ το 2016.
Αυτό θα καταστεί δυνατόν κατά κύριο λόγο μέσω της μείωσης των προβλέψεων για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (στόχος εξοικονόμηση 8 δισ. ευρώ) και δευτερευόντως από την υποχώρηση του κόστους χρηματοδότησης. Τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν δείχνουν ότι έχει ξεκινήσει η αντιστροφή της ανοδικής τάσης των επισφαλειών, παρά την αβεβαιότητα που επικράτησε τους πρώτους τρεις μήνες της χρονιάς. Σύμφωνα με χρηματιστηριακούς αναλυτές, η βελτίωση αυτή είναι αποτέλεσμα της μεγαλύτερης διάθεσης που δείχνουν οι δανειολήπτες για ρυθμίσεις, σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια.

«Εχουν πλέον διαψευσθεί οι προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί για μαζικό «κούρεμα» οφειλών. Υπό τον φόβο των πλειστηριασμών και της πώλησης των δανείων σε funds, οι οφειλέτες δείχνουν περισσότερο διατεθειμένοι να τακτοποιήσουν τις υποθέσεις τους»
τονίζουν οι ίδιες πηγές.
Επιφυλακτικές οι αγορές


Η διεθνής επενδυτική κοινότητα, παρά τις θετικές εξελίξεις, συνεχίζει να παρακολουθεί τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο με επιφυλακτικότητα. Αν και με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης η Ελλάδα κερδίζει χρόνο, οι αγορές δεν δείχνουν να πείθονται ότι δεν θα υπάρξουν πισωγυρίσματα.
Το κλίμα αυτό αποκόμισαν ανώτερα τραπεζικά στελέχη στις επαφές που είχαν την περασμένη εβδομάδα στο Λονδίνο με αναλυτές και εκπροσώπους θεσμικών χαρτοφυλακίων και funds. «Η συμφωνία με τους θεσμούς απλώς εξασφαλίζει το πολύ ένα εξάμηνο ηρεμίας, το οποίο είναι απαραίτητο για το «γύρισμα» των αποτελεσμάτων» υπογραμμίζει επικεφαλής οικονομικός διευθυντής τράπεζας, ο οποίος συναντήθηκε με επενδυτές στη βρετανική πρωτεύουσα.
Αναξιοπιστία


Οπως εξηγεί ο ίδιος, «η εκκρεμότητα σε σχέση με τη ρύθμιση του χρέους, ο κίνδυνος νέου δημοσιονομικού εκτροχιασμού, αλλά και η αδυναμία της κυβέρνησης να τηρήσει ως τώρα τα χρονοδιαγράμματα εφαρμογής του τρίτου Μνημονίου, δεν επιτρέπουν τη διατύπωση μακροπρόθεσμων εκτιμήσεων για την οικονομία».
Αναλυτής σημειώνει από την πλευρά του πως «κερασάκι στην τούρτα της αναξιοπιστίας μας στο εξωτερικό αποτέλεσε η καθυστέρηση ψήφισης όλων των προαπαιτουμένων, η οποία κόστισε την αναβολή για επόμενη συνεδρίαση του ΔΣ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), της απόφασης για την εξασφάλιση φθηνής χρηματοδότησης από τους μόνιμους μηχανισμούς του Ευρωσυστήματος (waiver)».
Αν δεν υπάρξει νέα αναβολή, το όφελος από τη συγκεκριμένη πηγή άντλησης ρευστότητας θα μπορούσε να φθάσει συνολικά για το σύστημα τα 120 εκατ. ευρώ το 2016. Στο ποσό αυτό θα προστεθεί το κέρδος από τα μειωμένα κατά 50% σε σχέση με πέρυσι καταθετικά επιτόκια. Εξάλλου, η όποια επιστροφή καταθέσεων θα αντικαταστήσει τον ακριβό δανεισμό από τον έκτακτο μηχανισμό της ΤτΕ (ELA). Για κάθε 1 δισ. ευρώ αύξησης των υπολοίπων, η καθαρή ωφέλεια φθάνει τα 100 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ