Δημοσκόπηση του Pew Research Center από τον περασμένο Ιούλιο, αποκάλυψε ότι το 80% των Αμερικανών τάσσονται υπέρ της υιοθέτησης μίας νομοθεσίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία θα αποτρέπει τους ψυχικά ασθενείς να προβαίνουν σε αγορές όπλων, ενώ το 70% υποσττηρίζει τη δημιουργία μίας εθνικής βάσης δεδομένων για τις πωλήσεις των όπλων.
Μετά το τελευταίο μακελειό, αυτή τη φορά στο Όρεγκον, ο αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα επανέλαβε την πεποίθησή του ότι οι νόμοι για την οπλοκατοχή πρέπει να αλλάξουν. «Είμαστε συλλογικά υπεύθυνοι απέναντι στις οικογένειες των θυμάτων εξαιτίας της αδράνειάς μας» είπε ο αμερικανός πρόεδρος. Γιατί όμως ενώ φαίνεται να έχει στο πλευρό του την κοινή γνώμη αναφορικά με την ανάγκη ελέγχου και περιορισμού της οπλοκατοχής, δεν μπορεί να εφαρμόσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις;
Όπως αναφέρει ρεπορτάζ στο βρετανικό BBC, το μόνο που έχει σημασία σε αυτή την περίπτωση, δεν είναι η κοινή γνώμη, αλλά «η γνώμη των μελών του αμερικανικού Κογκρέσου – και αυτό το νομοθετικό σώμα είναι συντριπτικά κατά της περαιτέρω ρύθμισης της οπλοκατοχής». Αυτό, σύμφωνα με το δημοσίευμα, οφείλεται σε τρεις παράγοντες: της δυσανάλογης δύναμης που έχουν οι πολιτείες με μικρότερο πληθυσμό στη Γερουσία, της συντηρητικής σύνθεσης της Βουλής των Αντιπροσώπων και της διαδικασίας των ρεπουμπλικανικών προκριματικών που καθιστά τους υποψηφίους πιο ευαίσθητους στους δεξιούς ψηφοφόρους που τάσσονται υπέρ της οπλοκατοχής.
Το Κογκρέσο δεν αντανακλά επομένως τις απόψεις της πλειοψηφίας των Αμερικανών, τουλάχιστον των απόψεων που αυτοί εκφράζουν στις δημοσκοπήσεις. Αντίθετα, το Κογκρέσο αντανακλά τις απόψεις των Αμερικανών που πηγαίνουν να ψηφίσουν την ημέρα των εκλογών αλλά και τις απλές πλειοψηφίες στις περιφέρειες που ψηφίζουν. Στη Γερουσία, που αυτή τη στιγμή απαρτίζεται από 54 Ρεπουμπλικάνους και 46 Δημοκρατικούς (ή ανεξάρτητους που στηρίζουν τους Δημοκρατικούς), το κλειδί είναι ο πληθυσμός των μεμονωμένων πολιτειών.
Οι ψήφοι των γερουσιαστών Τζον Μπαράσο και Μάικ Ένζι στο Γουαϊόμινγκ (584.153 κάτοικοι) που είναι υπέρ της οπλοκατοχής, έχουν το ίδιο βάρος με τις ψήφους γερουσιαστών που υποστηρίζουν τον έλεγχο της οπλοκατοχής, όπως η Νταϊάν Φάινσταϊν και η Μπάρμπαρα Μπόξερ της Καλιφόρνια (38,8 εκατομμύρια κάτοικοι). Στη Βουλή των Αντιπροσώπων, όπου οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν 59 περισσότερα μέλη από τους Δημοκρατικούς, η διαφορά μεταξύ των εθνικών δημοσκοπήσεων και της πολιτικής πραγματικότητας είναι ακόμη πιο ακραία.
Το 2012, ο Ομπάμα απέσπασε το 50,6% των ψήφων αλλά ο ρεπουμπλικάνος Μιτ Ρόμνεϊ κέρδισε περισσότερες ψήφους στις 226 από τις 435 εκλογικές περιφέρειες της χώρας. Συνολικά, οι Δημοκρατικοί υποψήφιοι για τη Βουλή των Αντιπροσώπων απέσπασαν 1,4 εκατομμύρια περισσότερες ψήφους από τους Ρεπουμπλικάνους, αλλά το συντηρητικό κόμμα κέρδισε 33 περισσότερες έδρες. Το 2014, το 44% των κατοίκων της Πενσιλβάνια ψήφισαν Δημοκρατικούς υποψηφίους, αλλά απέσπασαν μόλις το 27% των εδρών. Και οι εκλεγμένοι Ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι επιλέγονται σε προκριματικές εκλογές, στις οποίες η οικονομική υποστήριξη ισχυρών λόμπι υπέρ της οπλοκατοχής, όπως η ΕΘνική Ένωση Όπλων (National Rifle Association, NRA) είναι καθοριστικής σημασίας και οι ψηφοφόροι αντιτάσσονται σε οποιαδήποτε ρύθμιση της οπλοκατοχής.