Την προσεχή Κυριακή θα γίνουν οι γενικές βουλευτικές εκλογές για την ανάδειξη των μελών του Ελληνικού Κοινοβουλίου και κατ’ επέκταση της νέας Κυβέρνησης. Το Σύνταγμα μας, αναφέρει ότι όλοι οι έλληνες έχουν δικαίωμα στο «εκλέγειν και εκλέγεσθαι», μπορούν δηλαδή οι πολίτες να συμμετάσχουν ουσιαστικά με τη ψήφο τους στην εκλογή ενώ έχουν και το δικαίωμα να θέσουν υποψηφιότητα με οποιονδήποτε συνδυασμό επιθυμούν. Αυτές οι παραδοχές, όμως, οι συνταγματικά κατοχυρωμένες, ισχύουν για τα άτομα με αναπηρίες; Η συμμετοχή τους στη «πολιτική ζωή» είναι μια πραγματικότητα ή απλά είναι μια θεωρητική προσέγγιση που υπολείπεται στην εφαρμογή της;

Η Σύμβαση του Ο.Η.Ε. για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες καθώς και το σχέδιο δράσης για την αναπηρία του Συμβουλίου της Ευρώπης αναφέρει ότι η συμμετοχή των ατόμων με αναπηρίες στη πολιτική και δημόσια ζωή είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ανάπτυξη των δημοκρατικών κοινωνιών. Η κοινωνία πρέπει να αντανακλά τη ποικιλομορφία των πολιτών της και θα πρέπει να επωφελείται από την παρουσία τους, τις εμπειρίες τους και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Για αυτό πρέπει να ενισχύεται το δικαίωμα που έχουν τα άτομα με αναπηρίες να συμμετέχουν στα κοινά και ιδιαίτερα στην εκλογική διαδικασία. Η πολιτεία όμως πρέπει να διαμορφώνει ένα περιβάλλον που θα τους επιτρέπει να συμμετέχουν ενεργά, να διασφαλίζει ότι τα εκλογικά κέντρα είναι κατάλληλα και προσβάσιμα, να προστατεύει το δικαίωμά τους να ψηφίζουν μυστικά, να αποκτήσουν τη δικαιοπρακτική ικανότητα τα άτομα με νοητική υστέρηση ή ψυχοκοινωνικές αναπηρίες ώστε να μπορούν να ψηφίζουν και με τη χρήση κατάλληλων υποστηρικτικών μέσων και επίσης, ιδιαίτερα, να εξασφαλίζει και να εγγυάται ότι όλες οι πληροφορίες για τις εκλογές είναι διαθέσιμες σε όλες τις εναλλακτικές μορφές επικοινωνίας ώστε να μπορούν να κατανοηθούν. Δυστυχώς, το τελευταίο ιδιαίτερα δεν είναι πάντα εφικτό και αυτό μπορούμε όλοι μας, εύκολα, να το διαπιστώσουμε, από την παντελή απουσία των προγραμμάτων των κομμάτων σε γλώσσα Braille για τους οπτικά μειονεκτούντες ή και την απουσία στις περισσότερες των πολιτικών συζητήσεων/ομιλιών, μεταφραστών νοηματικής γλώσσας. Έτσι, η πολιτεία καλεί τα άτομα με αναπηρίες να προσέλθουν στις κάλπες για να ψηφίσουν αλλά όμως δεν τους εξασφαλίζει επαρκή και ουσιαστική πληροφόρηση.

Από την άλλη πλευρά επίσης, ο αριθμός των υποψηφίων με κάποιας μορφής αναπηρία τόσο για το ελληνικό κοινοβούλιο όσο και των άλλων ευρωπαϊκών κρατών, παραμένει μικρός και αυτό καταδεικνύει τα προβλήματα και τα εμπόδια που πρέπει να υπερκεράσουν και που συνδέονται με τις διακρίσεις που υφίστανται και σ’ αυτόν τον τομέα. Τα πολιτικά κόμματα οφείλουν να διαγράψουν νοοτροπίες του παρελθόντος και να ενισχύσουν την πολιτική συμμετοχή των ατόμων με αναπηρίες αρχικά εντός του δικού τους χώρου και στη συνέχεια εντός της ευρύτερης κοινωνίας.

Για τα άτομα με αναπηρίες, η εκλογική διαδικασία και η ισότιμη συμμετοχή σ’ αυτή, εξακολουθεί να παραμένει μία ουτοπία, μία κατά νόμο ιδεατή συνθήκη. Η δημόσια πολιτική όμως μπορεί να είναι αποτελεσματική και να κριθεί ως επιτυχημένη όταν μεταμορφώνει το ουτοπικό και το θεωρητικό σε ρεαλιστικό. Στη σύγχρονη ανοιχτή κοινωνία, όπου η ποικιλομορφία στις συμπεριφορές και στις αντιλήψεις περισσεύει, η πολιτεία οφείλει να ανατρέψει τον μύθο για το «εκλέγειν και εκλέγεσθαι», διαμορφώνοντας μια νέα πραγματικότητα, συμμετοχής στα κοινά, για τα άτομα με αναπηρίες.

Ο κ. Δημήτριος Π. Νικόλσκυ είναι Πρόεδρος της Επιτροπής για τα Δικαιώματα των Aτόμων με Αναπηρίες του Συμβουλίου της Ευρώπης