Στην τελική ευθεία έχει εισέλθει η διαδικασία των πανευρωπαϊκών ασκήσεων αντοχής, καθώς μετά την αποστολή των στοιχείων από τις τράπεζες στο πλαίσιο του ελέγχου ποιότητας των στοιχείων του ενεργητικού τους (Αsset Quality Review –AQR), απομένει το πιο καθοριστικό κομμάτι της διαδικασίας: το «στρεσάρισμά» τους σε συνθήκες κρίσης και ο υπολογισμός των κεφαλαιακών αναγκών.
Ο διοικητής της Τράπεζας της ΕλλάδοςΓιάννης Στουρνάραςκαι στελέχη των τεσσάρων συστημικών ομίλων (Πειραιώς, Εθνική, Alpha Bank, Eurobank) βρίσκονται την Τρίτηστη Φρανκφούρτη όπου θα έχουν νέο γύρο επαφών με αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).
Στο επίκεντρο των συζητήσεων αναμένεται να βρεθεί για ακόμη μία φορά ο τρόπος συνυπολογισμού των πλάνων αναδιάρθρωσης στα stress tests και ο βαθμός προσμέτρησης των κινήσεων εσωτερικής δημιουργίας κεφαλαίου που περιλαμβάνουν στην όλη διαδικασία.
Τραπεζικοί κύκλοι σημειώνουν ότι εάν δεν οριστικοποιηθεί η σχετική μεθοδολογία, είναι αδύνατον να διατυπωθούν ασφαλείς εκτιμήσεις για το αποτέλεσμα των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.
Εκτιμούν πάντως ότι εάν επικρατήσει η λογική, δηλαδή προσμετρηθούν για τις ανάγκες της άσκησης τουλάχιστον τα κεφάλαια από δράσεις κεφαλαιακής ενίσχυσης που έχουν δρομολογηθεί, ο «λογαριασμός» θα είναι λογικός και ενδεχόμενο κενό θα καλυφθεί με άνεση από τον ιδιωτικό τομέα.
Στη λογική αυτή κινούνται και οι τελευταίες εκθέσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας από Έλληνες και ξένους αναλυτές.
Όπως αναφέρει σε έκθεσή της η Εθνική Χρηματιστηριακή, ακόμη και στην περίπτωση που προκύψουν από τα πανευρωπαϊκά stress tests εύλογες κεφαλαιακές ανάγκες που θα οδηγήσουν σε νέες αυξήσεις κεφαλαίου, το dilution για τους παλαιούς μετόχουςθα είναι σχετικά περιορισμένο.
Οι αναλυτές της τοποθετούν στα 3 δισ. ευρώ το όφελος για τις ελληνικές τράπεζες, από την εξεταζόμενη μετατροπή του αναβαλλόμενου φόρου σε φορολογική απαίτηση.
«Η πολυπλοκότητα της άσκησης καθώς και η διακριτικότητα της ΕΚΤ κάνουν οποιαδήποτε πρόβλεψη πολύ δύσκολη» τονίζει η Εθνική Χρηματιστηριακή.
Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, οι ελληνικές τράπεζες έχουν μια ισχυρή θέση μετά τα εγχώρια stress test που διενήργησε η ΤτΕ και τα πρόσφατα placement που ακολούθησαν, οπότε οποιαδήποτε έκβαση της άσκησης θεωρείται διαχειρίσιμη.
Από την πλευρά η Πειραιώς Χρηματιστηριακή εκτιμά για τις Alpha Bank και Εθνική Τράπεζα ότι υπάρχει μικρή πιθανότητα για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου στο πλαίσιο της άσκησης της ΕΚΤ.
Για την Eurobank, η οποία εμφανίζει το χαμηλότερο δείκτη στο 9,1% πλήρως προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις της Βασιλείας 3 (CET-1 Basel III fully loaded), αναφέρει ότι θα επωφεληθεί τα μέγιστα από την αναταξινόμηση του αναβαλλόμενου φόρου σε έκπτωση φόρου, μειώνοντας την ανάγκη για οποιαδήποτε αύξηση κεφαλαίου.
Σύμφωνα με την Τράπεζα Πειραιώς, οι βραχυπρόθεσμες καταλύτες για τον κλάδο είναι οι εξής:
α) η ολοκλήρωση της αξιολόγησης των τεστ της ΕΚΤ έως τα τέλη του Οκτωβρίου
β) η αναταξινόμηση του αναβαλλόμενου φόρου σε έκπτωση φόρου
γ) η χαλάρωση από την ΕΚΤ των ορίων για τα επιλέξιμα ομόλογα προς εξασφάλιση των τραπεζών και
δ) οι επερχόμενες ελληνικές προεδρικές εκλογές​