Με ενδιαφέρον αλλά και έκπληξη διάβασα το άρθρο γνώμης της κα Κέζα, με τίτλο «Κύπρος, μια άλλη χώρα». Το άρθρο αυτό εμφανίζεται να έχει ως αφορμή την ερώτηση προτεραιότητας που κατέθεσα προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνέχεια των απαράδεκτων δηλώσεων Ερντογάν περί «μη ύπαρξης κράτους με το όνομα Κύπρος.»

«Γιατί ένας Έλληνας ευρωβουλευτής που εκπροσωπεί τη χώρα του θα πρέπει να αντιδρά με ενέργειες και δηλώσεις για ένα θέμα που αφορά στην Κύπρο και στις σχέσεις της με την Τουρκία;» είναι, σε πρώτη ανάγνωση, το εμφανές ζήτημα στο κείμενο της κας Κέζα.

Ουσιαστικά, όμως, το κρίσιμο και ευρύτερης σημασίας ζήτημα που αναδεικνύεται από το άρθρο αυτό είναι το στρατηγικού χαρακτήρα ερώτημα εάν η Ελλάδα θα πρέπει να απλώνει μια ομπρέλα προστασίας στην Κύπρο, η οποία είναι ένα ανεξάρτητο κράτος και ενηλικιωμένο πλέον πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και τα δύο αυτά σοβαρά ζητήματα χρήζουν απαντήσεως.

Είναι αλήθεια ότι οι ευρωβουλευτές εκλέγονται στα κράτη τους και έτσι οφείλουν να μεταφέρουν στο ευρωπαϊκό επίπεδο προβληματισμούς, ανησυχίες, προτεραιότητες και συμφέροντα των χωρών τους. Ταυτόχρονα, όμως, αποτελούν μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το οποίο είναι ο κατ’εξοχήν δημοκρατικός θεσμός του ευρωπαϊκού οικοδομήματος με κύρια αποστολή του την προάσπιση των ευρωπαϊκών αρχών και συμφερόντων. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λειτουργεί ως θεματοφύλακας των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωπαϊκής θεσμικής και πολιτικής τάξης.

Έτσι, ως παράδειγμα αναφέρω ότι η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε μια τρίτη χώρα, ή σε χώρα συνδεδεμένη ή υποψήφια προς ένταξη είναι σοβαρό θέμα που απασχολεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως ζήτημα που αντιβαίνει στις ευρωπαϊκές καταστατικές αρχές και αξίες και στα ευρωπαϊκά συμφέροντα. Είναι στην βάση ακριβώς αυτής της λογικής που η Ελλάδα επανειλημμένα ζητά την αλληλεγγύη και στήριξη των άλλων κρατών-μελών για ζητήματα οικονομίας αλλά και εξωτερικής πολιτικής.

Στο πλαίσιο αυτό, αντιλαμβάνεται κανείς το μέγεθος της πρόκλησης σε ευρωπαϊκό πλέον επίπεδο, όταν μία υποψήφια προς ένταξη χώρα δεν αναγνωρίζει ούτε καν την ύπαρξη ενός κράτους-μέλους, του οποίου μάλιστα τη συναίνεση έχει ανάγκη για να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το πράγμα γίνεται ακόμα πιο προκλητικό-αγγίζει τα όρια του ευτελισμού της ίδιας της Ένωσης- όταν το υποψήφιο κράτος που αρνείται την αναγνώριση σε κράτος-μέλος συμβαίνει να κατέχει παράνομα επί σαράντα χρόνια έδαφος του κράτους που δεν αναγνωρίζει.

Εάν αυτό δεν συνιστά κατάφωρη παραβίαση της ευρωπαϊκής θεσμικής και πολιτικής τάξης, τότε τι συνιστά; Αυτό ακριβώς έκανε με τις δηλώσεις του ο κ. Ερντογάν, δυναμιτίζοντας ταυτόχρονα στην αφετηρία της τη νέα προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού. ‘Ηταν, λοιπόν, υποχρέωση να υπάρξει κατηγορηματική απάντηση με αξιοποίηση των ευρωπαϊκών θεσμικών δυνατοτήτων στην επιθυμία του κ. Ερντογάν να προσβάλλει όχι μόνον την Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της. Σε αυτήν ακριβώς την υποχρέωση και σε αυτό το καθήκον επιχειρεί να ανταποκριθεί η κατάθεση της σχετικής ερώτησης προτεραιότητας προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως αντίδρασης στην προκλητικότητα των δηλώσεων Ερντογάν.

Πέραν όμως αυτών, η υποστήριξη της Ελλάδας ως κράτους-μέλους της ΕΕ προς την Κυπριακή Δημοκρατία δεν αποτελεί μόνον ευρωπαϊκή της υποχρέωση αλλά και εθνικό καθήκον. Ειδικά ως προς αυτό το τελευταίο δεν πιστεύω ότι χρειάζεται ιδιαίτερη επιχειρηματολογία.

Κάτι τέτοιο θα προσέβαλε, και θα ευτέλιζε τελικώς, το ζήτημα αυτό καθαυτό. Σε κάθε περίπτωση, εάν θα ήταν απαραίτητη μια «ευπώλητη» συνηγορία υπέρ του αυτονοήτου, αυτή θα ήταν ότι Ελλάδα και Κύπρος δεν μπορούν να είναι χώρια στα σοβαρά και τα δύσκολα, μαζί όμως στα εύκολα και επικερδή. Δεν μπορεί να είμαστε χώρια μπροστά σε εξόφθαλμες προκλήσεις και απειλές τρίτων και μαζί όταν μιλάμε λ.χ. για ενεργειακά αποθέματα, επενδύσεις και ελληνο-κυπριακο-ισραηλινή συνεργασία. Κάτι τέτοιο θα ήταν απαράδεκτο ιστορικά, πολιτικά, διπλωματικά, οικονομικά, και κυρίως, ηθικά.

Τα κράτη και τα έθνη στην ιστορική τους διαδρομή πορεύονται βάσει συμφερόντων. Υπάρχουν, όμως, στη βάση παραδόσεων, αρχών και αξιών. Ελλάδα και Κύπρος δεν αποτελούν εξαίρεση.

Ας κάνουμε, λοιπόν, όλοι το καθήκον μας…


* Ο Γιώργος Σ. Κουμουτσάκος είναι Ευρωβουλευτής Νέας Δημοκρατίας και Αντιπρόεδρος της Μικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής ΕΕ- Τουρκίας.