Ο καλύτερος τρόπος για να προπαγανδίσεις μια πολιτική, εξακολουθεί να παραμένει η επιλεκτική δημοσιοποίηση λεπτομερειών και στοιχείων. Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση του εξορθολογισμού των αμοιβών ορισμένων κατηγοριών προσωπικού του Ελληνικού Δημοσίου, όπου, σύμφωνα με τα στοιχεία του Γ.Λ.Κ, η μέση αμοιβή για το σύνολο των «πλουσίων» ανέρχεται σε 2.636 Ευρώ/μηνιαίως. Οπωσδήποτε, το ποσό αυτό είναι προκλητικό για την συντριπτική μερίδα των δεκτών της είδησης.

Μια προσεκτική όμως ανάλυση, με την απλή πράξη της διαίρεσης, εμφανίζει τις καταφανείς «αδικίες». Για παράδειγμα, οι 85 μητροπολίτες «κόστιζαν» 4.902 Ευρώ/μήνα έκαστος, ως αμοιβή για την σκληρή τους εργασία. Αντίθετα, τα 6,5 χιλ. Ευρώ/μήνα που «φαίνεται» να λαμβάνει κάθε Πρέσβυς, Πρεσβευτής, Πρόξενος ή Υποπρόξενος, ασχέτως που εκπροσωπεί τα εθνικά μας συμφέροντα, είναι «παγίδα».Άλλο είναι το κόστος π.χ. στο Τόκιο και το Ριο ντε Ζανέιρο και άλλο στην Μόσχα ή την Βέρνη. Συνεπώς, η διαμόρφωση γνώμης δεν είναι ευχερής και αντικειμενική. Ειδικά για τους διπλωματικούς υπαλλήλους, ένα τμήμα των επιμισθίων «εκπατρισμού» αποδίδεται στους υπηρετούντες στην Κ.Υ. εν είδει συναδελφικής αλληλλεγγύης.

Η φαινομενική αμοιβή των δικαστικών κάθε βαθμού, υπερδιπλάσια του μ.ό. των «ειδικών» μισθολογίων, διαμορφωθείσα με αυτό-εκδίκαση της περίπτωσής τους, κατ’ακολουθίαν της βουλευτικής αποζημίωσης, καταβάλλεται αδιακρίτως Πρωτοδικείου/Εφετείου, μόνιμης κατοικίας ή απλής παρουσίας κατά τις δικάσιμες ή τις «υπηρεσίες», του όγκου των υποθέσεων ή του ρυθμού έκδοσης αποφάσεων. Η έννοια της «παραγωγικότητας» αποτελεί «taboo» για το Ελληνικό κράτος και τους εισηγητές των σχετικών μισθολογικών νομοθετημάτων.

Η «υψηλοτάτη» αμοιβή προ ασφαλιστικών και κρατήσεων και φόρων του προσωπικού του Ε.Σ.Υ, ομοίως ελέγχεται ως προς την εισαγωγή αδικιών. Η «εξίσωση» ομοιοβάθμων ανεξάρτητα από τον τόπο εργασίας και την επακόλουθη βαρύτητα και όγκο περιστατικών, η ανισότητα π.χ. μεταξύ «εφημεριών» (επί τόπου ή κατ’οίκον) δεν τιμά, ούτε τους εκπροσώπους της Ε.Ι.Ν.Α.Π. ούτε τους «εγκεφάλους» που παρεπιδημούν στο Υπουργείο «Οικονομικών» (τα εισαγωγικά έχουν την σημασία τους).

Φαντασθείτε πως ο με βαθμό Δ/ντού Ε.Σ.Υ. Παθολόγος σε ελάσσον νοσοκομείο της περιφέρειας, είναι βέβαιο ότι αμείβεται υψηλότερα, εξαιτίας και των περισσοτέρων εφημεριών –λόγω ελλειπούς επάνδρωσης- από τον «top» Καρδιοχειρούργο ή Ορθοπεδικό σε υψηλής στάθμης νοσηλευτήριο της πρωτεύουσας.

Η υποδεέστερη μέση αμοιβή ενστόλων και ενόπλων, υπηρετούντων στο «Κέντρο» ή στα ακριτικά σημεία της επικράτειας, έναντι π.χ. του κλητήρα στα «ΕΛ.ΠΕ», δεν «σηκώνει» συζήτηση, αν όντως σοβαρολογούμε περί «ειδικής» μεταχείρισης. Είναι απορίας άξιον αν πιστεύουμε στην αποτελεσματικότητα π.χ. αστυνομικών,την στιγμή που η αμοιβή τους ισοδυναμεί με τα εβδομαδιαία αφορολόγητα φιλοδωρήματα των «πορτιέρηδων» νυκτερινών κέντρων ή των «τσιλιαδόρων» στις «μπαρμπουτιέρες».

Σε ό,τι αφορά στο διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό των Παν/μίων και των Α.Τ.Ε.Ι, οι αμοιβές μεταξύ «θεωρητικών» και «ερευνητών», άσχετα με την ενεργή τους συμμετοχή σε εργασίες-ανακοινώσεις ή την ενασχόληση με περισσότερα προσοδοφόρα αντικείμενα (σύμβουλοι, πρόεδροι σε Δ.Σ. επιχειρήσεων, συνεχώς σε «συνέδρια» σε εξωτικούς προορισμούς κ.ά) είναι και εδώ θέμα συζήτησης.

Αποδεχόμενοι την ανάγκη περιορισμού των δημοσίων δαπανών μισθοδοσίας οι οποίες είχαν υπερβεί κάθε προηγούμενο μεταβολής την τελευταία 10ετία προ «μνημονίου», ουσιαστικά λόγω αύξησης του όγκου των σιτιζομένων εκ του «Πρυτανείου» του Γ.Λ.Κ. και των «Ειδικών Λογ/σμών» ανά υπουργείο/φέουδο του κάθε παρεπιδημούντος πολιτικού προϊσταμένου, βρισκόμαστε σε ένα σημείο όπου κάθε έννοια δικαίου έχει εξαϋλωθεί. Ομοίως θα πρέπει να αναμένεται, όχι αύξηση της ποιότητας, της παραγωγικότητας και της αποδοτικότητας, εκεί που πραγματικά χρειάζεται, αλλά ανάλογη διόγκωση των φαινομένων χρηματισμού, μέσω των γνωστών «γρηγοροσήμων», «καφέδων» και άλλων συνθηματικών της εγχώριας διαφθοράς.

Κάθε νόμος, για να είναι αποδεκτός, σεβαστός και να τηρείται, προϋποθέτει την γενική μεν, με όρους δε, εφαρμογή του. Σε αντίθετη περίπτωση, η συμπεριφορά των υποκειμένων του διαμορφώνεται «κατά το δοκούν». Και ο νοών,νοείτω…….