Είναι σχεδόν φυσική εξέλιξη να παρατηρείται στην πολιτική ιστορία, στην Ελλάδα και διεθνώς, μια πλασματική και πρόσκαιρη ανάπτυξη του αριστερίστικου χώρου, όταν έχουμε βαθιά οικονομική κρίση, όπου εκτός των άλλων αποδομείται ο μετριοπαθής κεντροαριστερός χώρος. Και αυτή η ανάπτυξη του αριστερίστικου χώρου συχνά παρατηρείται με μια ανάλογη ανάπτυξη του ακροδεξιού χώρου. Τι γίνεται όμως όταν η πολιτική αντίληψη των κλειστών ακροατηρίων επιχειρεί να πάρει μαζικά χαρακτηριστικά;

Θα μπορούσα να θεωρήσω θεμιτή την προσπάθεια του αριστερίστικου χώρου να εκμεταλλευτεί τη σημερινή κρίση και τα προβλήματα των εργαζομένων και έτσι να αποκτήσει μια έστω συγκυριακή πολιτική ανάπτυξη. Αλλά το πρόβλημα είναι αλλού. Χρησιμοποιεί μια προπαγάνδα φοβερά κίβδηλη για το ρόλο όλων των άλλων πολιτικών ρευμάτων, στην οποία κυριαρχεί η θεώρηση ότι «όλοι οι άλλοι είναι πουλημένοι εκτός από εμάς». Καταγγέλλει τους πάντας και τα πάντα εννοώντας ότι η μόνη φωνή της ορθής συνείδησης των εργαζομένων είναι η δική τους άποψη. Καταγγέλλει τις ηγεσίες της ΑΔΕΔΥ και της ΓΣΕΕ και κάθε μορφή δράση τους ως αντεργατικά στοιχεία, παρά το γεγονός ότι εκπροσωπούν μια ευρεία πλειοψηφία των εργαζομένων. Έτσι χαρακτηρίζουν ως «ντουφεκιά στον αέρα» τις γενικές απεργίες των συνδικάτων, όταν είναι γνωστό στην ιστορία του εργατικού κινήματος ότι αυτή η μορφή δράσης είναι το πιο προωθημένο πολιτικό εργαλείο των συνδικάτων.

Και τι προτείνουν; Το απόλυτα τίποτα, που το θεωρούν ως το υπέρτατο επαναστατικό στοιχείο, δηλαδή επαναλαμβανόμενες απεργίες διαρκείας! Και αυτή τη μορφή δράσης μάλιστα δεν την καταθέτουν σε κάθε περίπτωση αλλά ανάλογα με το ακροατήριο. Γιατί γνωρίζουν ότι δεν έχει έδαφος μια τέτοια πρόταση, απλώς δίνει μια αίσθηση επαναστατημένου. Κατά τα άλλα καταγγέλλουν τον καπιταλισμό με τους πιο ρηξικέλευθους λόγους αλλά για την ουσία, για το τι κάνουμε για να συσπειρώσουμε τους εργαζόμενους και για να φέρουμε αποτελέσματα προτείνουν το απόλυτο τίποτα.

Δηλαδή αν θέσεις έναν προβληματισμό – κάτι που είναι δύσκολο σε ένα βερμαλιστικό λόγο επαναστατημένων πολιτών αυτοαναφορικού συστήματος -, στο πώς πρέπει να αγωνιστούμε για να έλθουν στο προσκήνιο ο κόσμος της εργασίας και για να προωθηθούν τα δίκαια αιτήματα των εργαζομένων, ξαναδιατυπώνονται πάλι οι ίδιες θεωρητικές αναλύσεις περί άγριου καπιταλισμού. Καταγγέλλουν – στον εκπαιδευτικό χώρο – και την ΟΛΜΕ (πιο ορθά την πλειοψηφία της ΟΛΜΕ) γιατί δεν κάνει τίποτα, ότι είναι κι αυτή περίπου πουλημένη κλπ.

Εδώ τα πράγματα είναι ακόμα πιο σοβαρά. Γιατί και το ψεύδος της στείρας προπαγάνδας έχει κάποια όρια, τα οποία φαίνεται ότι ο χώρος αυτός τα έχει υπερβεί μέσα στο βερμπαλίστικο και επαναστατημένο κλίμα του. Η πλειοψηφία στην ΟΛΜΕ εδώ και πολλά χρόνια είναι διαμορφωμένη στον άξονα των παρατάξεων που ιδεολογικά πρόσκεινται στη Ν.Δ., στον ΣΥΡΙΖΑ και στις ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ, που είναι έκφραση του αριστερίστικου χώρου. Όλες σχεδόν οι αποφάσεις εδώ και χρόνια πολλά – και πιο πολύ τα τελευταία χρόνια – έχουν την ψήφο και τη συμμετοχή του αριστερίστικου χώρου. Είναι αποφάσεις που δεν αντιστοιχούν στην πλειοψηφία των εκπαιδευτικών, γι’ αυτό και συναντούν μια στάση αδιαφορίας από τους εκπαιδευτικούς.

Είναι φοβερό όμως να καταγγέλλει ο χώρος αυτός τους «άλλους», ενώ οι στους «άλλους» είναι πρώτος και καλύτερος ο χώρος αυτός. Καταγγέλλει την πλειοψηφία της ΟΛΜΕ, όταν αυτός ο χώρος λειτουργώντας ως μια βασική συνιστώσα της πλειοψηφίας εδώ και πολλά χρόνια, διαμορφώνει μια αντίληψη και μια δράση που δεν συσπειρώνουν τους εκπαιδευτικούς και πολύ περισσότερο δεν επιλύουν τα ουσιαστικά προβλήματα του σχολείου και της εκπαίδευσης. Γι’ όλη αυτή την κίβδηλη προπαγάνδα βασίζονται στο γεγονός ότι οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να ξέρουν επακριβώς το τι συμβαίνει στο συμβούλιο της ΟΛΜΕ.

Αλλά είναι πολιτική αντίληψη – δεν τολμώ να μιλήσω για προοδευτική πολιτική αντίληψη – η υφαρπαγή της αλήθειας; Είναι αντίληψη κινηματική το σκόπιμο και το κατά συρροήν ψεύδος; Είναι αυτή αντίληψη εκπαιδευτικών, αντίληψη επιστημόνων, αντίληψη παιδαγωγών; Είναι αντίληψη επαναστατική η πλήρης αναστροφή της εικόνας της αλήθειας; Ή, μήπως, αλήθεια είναι «αυτό που ισχυρίζομαι εγώ»; Γιατί τότε τα πράγματα είναι ακόμα ποιο σοβαρά…

Μια τέτοια αντίληψη κίβδηλης προπαγάνδας όχι μόνο δεν έχει κανέναν ορίζοντα, αλλά γρήγορα γυρίζει μπούμπερανγκ. Απλώς σε μια εποχή με φοβερά προβλήματα, οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να ασχοληθούν με ιδιορρυθμίες κλειστών ακροατηρίων, με ιδιορρυθμίες ομάδων που θεωρούν την κρίση του καπιταλισμού ως ευκαιρία πολιτικής τους ανάπτυξης. Οι εργαζόμενοι έχουν πολλά προβλήματα και πολλές αγωνίες. Και σε κάθε περίπτωση, θέλουν να αποφασίζουν αυτοί τους εκπροσώπους τους και το περιεχόμενο των επιλογών τους και όχι να βλέπουν κάποιους να αυτοαναγορεύονται από μόνοι τους ως εκφραστές τους.

Γιατί κάτι τέτοιο οδηγεί σε σκοτεινά μονοπάτια. Και νομίζω ότι έχουμε αρκετά προβλήματα, δεν χρειάζεται να προσθέσουμε κι άλλα.

http://anthologio.wordpress.com/