Στο «κόκκινο» βρίσκονται οι σχέσεις ΠαΣοΚ και προέδρου του ΣΕΒ κ. Δ. Δασκαλόπουλου μεσούσης της προεκλογικής περιόδου με αφορμή τις κλαδικές συμβάσεις εργασίας, τη μείωση του κατώτατου μισθού και το περιεχόμενο του δεύτερου μνημονίου.
Ενα απίστευτο κουβάρι αλληλοκαταγγελιών, μομφών, ακόμη και μειωτικών χαρακτηρισμών, εκτοξεύθηκε αυτές τις ημέρες και από τις δύο πλευρές προκειμένου να αποδοθούν οι ευθύνες της κάθε πλευράς για τα σκληρά μέτρα που επέβαλε η τρόικα στη χώρα μας γύρω από τις αμοιβές του ιδιωτικού τομέα.
«Οι κουκουλοφόροι της τρόικας», «οι συνομιλητές της «πίσω πόρτας»», «αυτοί που «έκοψαν» τους κατώτατους μισθούς» ήταν μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που ακούστηκαν μετατρέποντας την προεκλογική πολιτική αντιπαλότητα σε αντιπαράθεση ακόμη και μεταξύ των κοινωνικών εταίρων.
Ολα έχουν την αφετηρία τους σε παλαιότερη δήλωση του προέδρου της ΓΣΕΕ κ. Ι. Παναγόπουλου γύρω από τη στάση που τήρησαν «ορισμένοι εργοδότες-μέλη του ΣΕΒ» όταν η τρόικα διαμόρφωνε τα μέτρα περικοπής των μισθών που συμπεριλήφθηκαν στο δεύτερο μνημόνιο. Τότε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ είχε καταγγείλει πως κάποιοι «λειτουργούν ως κουκουλοφόροι στην υπηρεσία της τρόικας». Συμβουλεύουν την τρόικα και καταδίδουν στους δανειστές τον τρόπο με τον οποίο θα περικοπούν οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα και θα καταργηθεί η μετενέργεια.
Ο κ. Παναγόπουλος αναφερόταν σε συγκεκριμένους εργοδότες που υπεδείκνυαν στην τρόικα τρόπους μείωσης των μισθών. Μάλιστα την προηγούμενη Παρασκευή, μετά τη συνάντηση των κοινωνικών εταίρων με τον υπηρεσιακό υπουργό Εργασίας κ. Αντ. Ρουπακιώτη, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ κατονόμασε τους κλάδους όπου δραστηριοποιούνται οι συγκεκριμένοι εργοδότες λέγοντας πως «πρόκειται για εργοδοτικούς κύκλους από τον τουρισμό, τις εκδόσεις και τις τράπεζες οι οποίοι πήγαιναν από την «πίσω πόρτα» στην τρόικα και υπαγόρευαν αιτήματα και παράλογες απαιτήσεις».
Τις καταγγελίες αυτές είχε υπόψη του ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ κ. Ευ. Βενιζέλος όταν απαντούσε στην πρόσφατη – νεότευκτη – πρόταση του προέδρου του ΣΕΒ κ. Δ. Δασκαλόπουλου για επαναφορά τόσο των κατώτατων αμοιβών όσο και της χρονικής διάρκειας της μετενέργειας στα ισχύοντα προ του δευτέρου μνημονίου.
Η πρόταση αυτή του ΣΕΒ διατυπώθηκε σε συνάρτηση με τη θέση του υπηρεσιακού υπουργού Εργασίας για «πάγωμα» της μετενέργειας ως τις εκλογές ώστε οι τελικές αποφάσεις για το μέλλον του μέτρου να ληφθούν από τη νέα κυβέρνηση.
Η πολιτική παρέμβαση του προέδρου του ΣΕΒ εξόργισε τον πρόεδρο του ΠαΣοΚ, ο οποίος εξαπέλυσε ευθεία μομφή πως «κάποιες εργοδοτικές δυνάμεις παριστάνουν στο εσωτερικό της χώρας τις καλές ενώ παλαιότερα πίεζαν την τρόικα για σκληρές αποφάσεις στα εργασιακά».
Κύκλοι του ΣΕΒ απάντησαν κατηγορώντας τον πρόεδρο του ΠαΣοΚ πως συμφώνησε με την τρόικα για μείωση του κατώτατου μισθού κατά 22%, «κάτι που δεν είχε διανοηθεί κανένας κοινωνικός εταίρος».

Το παρασκήνιο της αντιπαράθεσης
Η παρέμβαση του ΣΕΒ στην προεκλογική περίοδο για ένα θέμα με ιδιαίτερα υψηλές κοινωνικές προεκτάσεις δημιουργεί ερωτήματα για τις προθέσεις του προέδρου των βιομηχάνων.
Η πρότασή του για επιστροφή του 22%, ποσοστό κατά το οποίο μειώθηκε ο κατώτατος μισθός, όπως και την επαναφορά της χρονικής διάρκειας της μετενέργειας, ήλθε μετά την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και του υπηρεσιακού υπουργού Εργασίας για «πάγωμα» της μετενέργειας ως τις εκλογές, οπότε η νέα κυβέρνηση θα αποφάσιζε για το μέλλον της συγκεκριμένης νομοθετικής ρύθμισης.
Ωστόσο η ουσία για τον ΣΕΒ δεν είναι στους κατώτατους μισθούς, τους οποίους πράγματι ποτέ δεν ζήτησε να περικοπούν, αλλά βρίσκεται στο τρίτο σκέλος της πρότασής του: δηλαδή, στην περικοπή των «ευγενών» – όπως τις κατονόμασε – συλλογικών συμβάσεων εργασίας που περιλαμβάνουν αμοιβές 20% ως 100% πάνω από την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
Με τον τρόπο αυτόν ο ΣΕΒ έθεσε το βασικό αίτημά του, που είναι η συμπίεση όλων των αμοιβών του ιδιωτικού προς τα κατώτατα όρια της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης.
Η πρόταση Δασκαλόπουλου για συμφωνία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων στα τρία αυτά σημεία και η υποβολή τους στην κυβέρνηση ήταν βέβαιον ότι θα οδηγούνταν σε αδιέξοδο. Και αυτό γιατί η υλοποίησή της δεν εξηρτάτο από τους συνομιλητές αλλά από την κυβέρνηση και την τρόικα.
Υπενθυμίζεται ότι οι κοινωνικοί εταίροι είχαν συμφωνήσει και πριν από το δεύτερο μνημόνιο να μη θιγεί η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, αλλά η συμφωνία αυτή «πήγε στο καλάθι των αχρήστων».
Για τον λόγο αυτόν η ΓΣΕΕ ζήτησε τη σύγκληση της Εθνικής Επιτροπής Απασχόλησης, στην οποία συμμετέχει και η κυβέρνηση, προκειμένου να «δεσμευτούν όλοι για την ανατροπή των συγκεκριμένων ρυθμίσεων αμέσως μετά τη συγκρότηση της νέας κυβέρνησης».
Ωστόσο, και η πρόταση αυτή δεν έχει καμία πρακτική αξία αφού η σύγκληση της Εθνικής Επιτροπής είναι αδύνατη καθώς η θητεία της έχει λήξει.
Τούτων δεδομένων, η πρόταση ΣΕΒ έγινε εκ του ασφαλούς. Αφενός διασφάλιζε πως τίποτε δεν πρόκειται να αλλάξει και αφετέρου εξασφάλιζε το «κοινωνικό πρόσωπο» και την «πολιτική παρέμβαση» του κ. Δ. Δασκαλόπουλου λίγες μόνο ημέρες πριν από τη γενική συνέλευση του ΣΕΒ στις 31 Μαΐου.

Οι… υποβολείς
* Οι αυτόχθονες και κατ’ ιδίαν συνομιλητές της τρόικας στους οποίους αναφέρθηκε ο κ. Βενιζέλος δεν περιορίζονταν μόνο στη διατύπωση αιτημάτων αλλά παρείχαν και «υποστηρικτικό υλικό» στους δανειστές προκειμένου να «στριμώξουν» την κυβέρνηση κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων.
* Οι «κύκλοι» αυτοί ζητούσαν εξαρχής τη μείωση του κατώτατου μισθού, παρά τους ισχυρισμούς του ΣΕΒ περί του αντιθέτου.
* Το θέμα αυτό είχε τεθεί από την τρόικα προς την κυβέρνηση από τον Οκτώβριο του 2011. Η κατάργηση των κατώτατων ορίων αμοιβών στον ιδιωτικό τομέα και η ενίσχυση των ατομικών συμβάσεων αποτελούσαν τη ρητή αξίωση της τρόικας η οποία διατυπώθηκε με e-mail προ τον τότε υπουργό Εργασίας κ. Γ. Κουτρουμάνη. «Δεν μπορεί οι κατώτατες αμοιβές στην Ελλάδα να είναι υψηλότερες από αυτές της Ισπανίας και της Πορτογαλίας» ανέφερε χαρακτηριστικά το mail.
* Ο συγγραφέας ήταν γνώστης της ελληνικής πραγματικότητας στην αγορά εργασίας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις όσων το διάβασαν, «είχε γραφτεί από… ελληνικά χέρια». Καταγγελίες της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου μιλούσαν για «γνωστό δικηγορικό γραφείο» το οποίο ανέλαβε τη «νομική υποστήριξη» της πρότασης των επιχειρηματικών κύκλων που ζητούσαν τη μείωση του κατώτατου μισθού.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ