«Ούτε στους Λέικερς δεν θα ήθελα να παίξω»
Οσο κοινότοπη κι αν ακούγεται η ρήση «το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον» (φαίνεται ότι) ταιριάζει «γάντι» στη γεμάτη συμπτώσεις ιστορία που θα διηγείται αύριο – μεθαύριο στα παιδιά του ο Βασίλης Σπανούλης. Τη δεκαετία του 1990 ο πατέρας του διεθνούς μπασκετμπολίστα Θανάσης Σπανούλης διατηρούσε φαρμακαποθήκη στη Λάρισα και κατέβαινε συχνά στην Αθήνα για να προμηθεύεται προϊόντα από τη Βιανέξ, εταιρεία που ανήκε (και ανήκει) στην οικογένεια Γιαννακόπουλου! Δεκαπέντε χρόνια αργότερα και ενώ ο πατέρας του Σπανούλη είχε χάσει τη μάχη με την ηπατίτιδα αφήνοντας τους δύο γιους του, Βασίλη και Δημήτρη, στη μόνιμη αγκαλιά της συζύγου του Γεωργίας, ο επονομαζόμενος «Kill Bill» ήταν γραφτό της μοίρας του να υπογράψει συμβόλαιο στον Παναθηναϊκό! Και μάλιστα δύο φορές αφού ο Σπανούλης επέστρεψε στο Τριφύλλι αφήνοντας πίσω του τον αμερικανικό εφιάλτη. Οσοι γνωρίζουν τον 25χρονο γκαρντ από μικρό παιδί υποστηρίζουν ότι ίσως οι ιδιοκτήτες του τετράκις πρωταθλητή Ευρώπης κκ. Παύλος και Θανάσης Γιαννακόπουλος να μη γνωρίζουν ακόμη και σήμερα ότι… εκείνος ο Θάνος ο Λαρισαίος (έτσι τον φώναζαν οι φίλοι του) είχε δοσοληψίες μαζί τους! Οι συμπτώσεις όμως δεν σταματούν εδώ. Επιστρέφοντας από την Αθήνα το καλοκαίρι του 1995, τότε που οι Χιούστον Ρόκετς είχαν κατακτήσει τον πρώτο από τους δύο συνεχείς τίτλους τους στο ΝΒΑ, οι γονείς του Σπανούλη έφεραν στον 13χρονο πιτσιρικά ένα δώρο για να τον ευχαριστήσουν: Μια φανέλα των Ρόκετς, την οποία ο γιόκας τους έμελλε να φορέσει έπειτα από… ένδεκα χρόνια, όχι με τους φίλους του, αλλά στα γήπεδα των ΗΠΑ!
Οταν ο πρώην παίκτης του Γυμναστικού Λάρισας, του Αμαρουσίου, των Χιούστον Ρόκετς και νυν του Παναθηναϊκού έβαζε την υπογραφή του στο τριετές (2+1) συμβόλαιο που του πρόσφεραν οι «Ρουκέτες», η επιθυμία «να αγωνιστώ με τους καλύτερους μπασκετμπολίστες του κόσμου και να διακριθώ» ήταν σφοδρότατη. Επειτα από τη σπουδαία παρθενική χρονιά του με τους Πράσινους (2005-06) και το αργυρό μετάλλιο στο Μουντομπάσκετ της Ιαπωνίας με την Εθνική Ελλάδος, η νέα πρόκληση που ανοιγόταν μπροστά του ήταν τόσο ισχυρή ώστε ο Βασίλης Σπανούλης δεν δυσκολεύτηκε να απαντήσει θετικά αποφασίζοντας να πραγματοποιήσει το «american dream» με την ευχή των ανθρώπων του Παναθηναϊκού, οι οποίοι δεν συνηθίζουν να «φυλακίζουν» τα όνειρα των εκάστοτε παικτών τους.
Ο Σπανούλης ήξερε ότι… κάθε αρχή και δύσκολη, ωστόσο το έντονο ενδιαφέρον που εξεδήλωναν προς το πρόσωπό του οι υπεύθυνοι των Ρόκετς επί τρία ολόκληρα χρόνια (αποστέλλοντάς του ακόμη και DVD με τα συστήματα της ομάδας) σε συνδυασμό με την υπόσχεση που του είχε δοθεί ότι θα έχει αρκετό χρόνο συμμετοχής έκανε τον 25χρονο λαρισαίο γκαρντ να πιστέψει ότι με το «καλημέρα» θα πρωταγωνιστούσε στον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ, έναν κόσμο ο οποίος τηρεί την αρχή της ιεραρχίας, και ειδικά ο προπονητής που του έλαχε…
* «Περάστε του ζουρλομανδύα!»
Από την πρώτη στιγμή ο (προσφάτως απολυθείς από τους Ρόκετς) κ. Τζεφ Βαν Γκάντι, ένας άνθρωπος που βάσει ιδεολογίας δεν εμπιστεύεται τους πρωτοεμφανιζόμενους παίκτες (rookies), έδειξε να μη συμπαθεί ιδιαίτερα τον Σπανούλη. «Περάστε του ζουρλομανδύα!» δήλωσε ο μικροκαμωμένος προπονητής για τον Γιάο Μινγκ, επειδή ο κινέζος σουπερστάρ… τόλμησε να υποστηρίξει δημοσίως ότι «ο Σπανούλης μια μέρα θα γίνει Στιβ Νας», ενώ η εμβληματική φιγούρα των Ρόκετς, ο παλαίμαχος Κλάιντ Ντρέξλερ προέβλεπε ότι «αυτό το παιδί θα παίξει κάποτε στο «All Star Game»». Δείχνοντας στοιχειώδη σεβασμό προς τους παίκτες του, ο κ. Βαν Γκάντι θα μπορούσε να επιλέξει διαφορετικές λέξεις για να εκφραστεί αντί να βγάλει τον Γιάο… τρελό!
Ο Σπανούλης υποστηρίζει ότι στη θέση του ο προπονητής του Παναθηναϊκού κ. Ζέλικο Ομπράντοβιτς (υπάρχει τεράστια εκτίμηση εκατέρωθεν) θα χαμογελούσε και θα απαντούσε το αυτονόητο: «Αν έχει δίκιο ο Μινγκ, ας το αποδείξει ο Βασίλης στο γήπεδο». Κάποια στιγμή στις πρώτες εβδομάδες συνύπαρξης στο Χιούστον ο κ. Βαν Γκάντι πλησίασε τον Σπανούλη συμβουλεύοντάς τον να κάνει υπομονή. «Ετσι κάνω με όλους τους «rookies». Δεν έχω κάτι προσωπικό μαζί σου. Και άλλοι παίκτες, που εκ των υστέρων έγιναν μάλιστα σπουδαίοι, δεν έπαιξαν πολύ τον πρώτο χρόνο» του είπε. Ο Σπανούλης κούνησε το κεφάλι του από σεβασμό, ωστόσο από μέσα του η αντίδραση υπήρξε ακαριαία: «Και τι με νοιάζει εμένα τι έκαναν οι άλλοι; Μου είπατε ότι θα παίζω, γι’ αυτό και ήλθα. Ειδάλλως θα καθόμουν στο σπίτι μου»…
* Ο κυκλοθυμικός κόουτς Βαν Γκάντι
Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο κ. Βαν Γκάντι ξεφούρνισε κάτι εντελώς καινούργιο σε μια συζήτηση με τον έλληνα γκαρντ. «Μπιλ, πρέπει να ξέρεις ότι δεν ήσουν δική μου επιλογή, αλλά του τζένεραλ μάνατζερ» του ξεκαθάρισε, δείχνοντας ότι δεν επρόκειτο να του εμπιστευθεί ουσιαστικό ρόλο (συνολικά σε 31 αγώνες τού έδωσε 8,8 λεπτά συμμετοχής!).
Ετσι η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο. Οι συνεντεύξεις που παραχωρούσαν οι δύο πλευρές σε αμερικανικές και ελληνικές εφημερίδες έδιναν και έπαιρναν, ώσπου ο ιδιόρρυθμος προπονητής ανέλαβε την πρωτοβουλία να γεφυρώσει το χάσμα. «Θέλω να δώσουμε ένα τέλος σε αυτή τη διένεξη, η οποία έχει πάρει διαστάσεις μέσω του Τύπου. Είμαι ευχαριστημένος από την προσπάθεια που καταβάλλεις. Συνέχισε στον ίδιο ρυθμό» ήταν τα λόγια του κ. Βαν Γκάντι, ο οποίος, ενώ προσπαθούσε να αντιστρέψει το κλίμα, την αμέσως επόμενη ημέρα… τα θαλάσσωσε εξοργίζοντας τον διεθνή μπασκετμπολίστα με τον κυκλοθυμικό χαρακτήρα του.
Αμέσως μετά την απόκτηση του Ιάκωβου Τσακαλίδη ο τεχνικός των Ρόκετς προέβη στην εξής δήλωση: «Θα τον βάλουμε να κάθεται στην άκρη του πάγκου δίπλα στον Σπανούλη, ώστε να έχει κάποιον να του γκρινιάζει στα ελληνικά». Εκείνη τη στιγμή το ποτήρι ξεχείλισε.
Το «αφεντικό» στον πάγκο των Ρόκετς όχι μόνο εξυπηρετούσε τα… «βύσματα» της ομάδας, Τζον Λούκας «τζούνιορ» (γιος του προπονητή κ. Τζον Λούκας) και Λούθερ Χεντ, που είναι κατώτεροι παίκτες από τον Σπανούλη, αλλά χλεύαζε τον Λαρισαίο σε κάθε ευκαιρία. «Τι έγινε, Μπιλ; Ξύπνησες καλά σήμερα; Εδωσες καμιά συνέντευξη στον ελληνικό Τύπο;» τον ρωτούσε και την ίδια στιγμή έβγαζε τα απωθημένα του χτυπώντας ένα μπαλάκι του τένις στο παρκέ του προπονητηρίου των Ρόκετς, στο οποίο πηγαίνει στις… έξι το πρωί!
* Ο Διαμαντίδης και οι άλλοι…
Σύμφωνοι! Ο κ. Βαν Γκάντι τού φέρθηκε σκάρτα, αλλά σε τι του φταίνε οι πρωταθλητές του ΝΒΑ Σαν Αντόνιο Σπερς, οι οποίοι εν τω μεταξύ απέκτησαν τα δικαιώματα του Σπανούλη παραχωρώντας τον Αργεντινό Λούις Σκόλα στο Χιούστον; Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι και οι δύο ομάδες εδρεύουν στην Πολιτεία του Τέξας, το οποίο δεν είναι και… Καλιφόρνια, ωστόσο είναι αυτός λόγος για να έχει… μουλαρώσει;
«Δεν είναι αυτό! Ούτε στους Λέικερς δεν θα ήθελα να παίξω αυτή τη στιγμή, ούτε σε κάποια άλλη ομάδα του ΝΒΑ. Δεν μου αρέσει, δεν γουστάρω πλέον, πώς να το κάνουμε; Οσο γι’ αυτά που λένε για μένα περί κλάψας, είναι παραμύθια της Χαλιμάς!» εξομολογήθηκε ο Σπανούλης στο «Βήμα» επιδεικνύοντας τον πεισματάρικο χαρακτήρα του.
Ερχεται λοιπόν στα λόγια του συμπαίκτη του στην Εθνική (και εκτός απροόπτου ξανά στον Παναθηναϊκό) Δημήτρη Διαμαντίδη, ο οποίος έχει δηλώσει πολλάκις ότι δεν ενδιαφέρεται να περάσει τον Ατλαντικό «μόνο που ο Μήτσος βλέπει τα πράγματα απέξω, ενώ εγώ τα είδα πλέον από μέσα» λέει ο Σπανούλης.
Ορισμένοι όμως υποστηρίζουν ότι κάνει ένα λάθος! Μπορεί – λένε – να μην του αρέσουν η κουλτούρα και ο αμερικανικός τρόπος ζωής, μπορεί η φιλοσοφία του «star system» του ΝΒΑ, η οποία εξατομικεύει το παιχνίδι εις βάρος της ομαδικής προσπάθειας, να μη συνάδει προς την ευρωπαϊκή, αλλά ένας παίκτης που διατείνεται ότι είναι (και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Σπανούλης είναι) γεννημένος νικητής θα έπρεπε να τιμήσει το εγγυημένο συμβόλαιό του, να δουλέψει σκληρά κάνοντας υπομονή και ή να δικαιωθεί ή να αποτύχει. Σε τελική ανάλυση, μόνον όσοι προσπαθούν αποτυγχάνουν…