ΑΠΙΣΤΕΥΤΕΣ διαστάσεις προσλαμβάνει το σκάνδαλο διαφθοράς που αποκαλύφθηκε στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Πίσω από τον εκβιασμό της ΜΕΒΓΑΛ, πίσω από τον κύκλο των «κουμπάρων» με τις όποιες πολιτικές προεκτάσεις, κρύβεται η προστασία των αδηφάγων καρτέλ και των κερδοσκοπικών ολιγοπωλίων, καλύπτονται εναρμονισμένες πρακτικές, συμφωνημένες τιμές, η συνεχής άνοδός τους, η λεηλασία εν τέλει των λαϊκών εισοδημάτων. Εδώ και καιρό η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει στα συρτάρια της άπειρες υποθέσεις, οι οποίες μένουν αναξιολόγητες, γίνονται αντικείμενο εκβιασμών, μετατρέπονται από βάσεις έρευνας και διαφάνειας, σε εστίες διαφθοράς. Από το γάλα και τα ξενόγλωσσα βιβλία ως τις βενζίνες και τα αναψυκτικά, τα ίδια τα σουπερμάρκετ υιοθετούν κοινές πρακτικές, φαλκιδεύουν τον ανταγωνισμό και τελικώς οδηγούν τις τιμές. Το δυστύχημα για τη φιλελεύθερη νεοδημοκρατική κυβέρνηση είναι ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού – στήριγμα και κάστρο της πολιτικής της – αλώθηκε. Επεσε στα χέρια των «κουμπάρων», μετατράπηκε με τον καιρό από υπηρεσία θεματοφυλακής των λαϊκών συμφερόντων σε προστάτιδα των καρτέλ. «Το Βήμα» φέρνει σήμερα στο φως το καρτέλ της μπίρας. Παρουσιάζει αθέατες πτυχές λειτουργίας των αγορών, αναδεικνύει πρακτικές απίστευτες, περιγράφει τη δεκαετή προσπάθεια ενός νεαρού ελληνοαμερικανικού επιχειρηματία να ξεπεράσει τις συμπληγάδες των ολιγοπωλιακών συνθηκών. Αποκαλύπτει την κρυφή πλευρά του καθυστερημένου ελληνικού καπιταλισμού, που αποκλείει, εμποδίζει και τελικώς αποτρέπει κάθε νέα προσπάθεια, εξηγώντας βεβαίως γιατί δεν ανοίγουν νέες δουλειές στην πατρίδα μας, γιατί η ανεργία των νέων είναι η υψηλότερη στην Ευρώπη, γιατί η ελληνική υστέρηση θεωρείται δεδομένη.


Την άνοιξη του 1996 δύο αδέλφια από του Παπάγου, που σπούδασαν χημικοί μηχανικοί στα αμερικανικά πανεπιστήμια, ταξιδεύουν στο βόρειο Μεξικό, αναζητώντας επενδυτικές ευκαιρίες. Είναι η εποχή που ο πρόεδρος Κλίντον έχει θέσει σε ισχύ τη NAFTA, τη Βορειοαμερικανική Ενωση Ελεύθερου Εμπορίου, η οποία απελευθερώνει τις επενδύσεις και το εμπόριο μεταξύ του Καναδά, των ΗΠΑ και του Μεξικού.


Ανάμεσα στα πολλά που βλέπουν, το μόνο που τους ενθουσιάζει είναι οι μπίρες. Πάμπολλες επιλογές. Μαύρες, ξανθιές, κόκκινες, άπειρες μάρκες προσφέρονται ακόμη και στα μπαρ των πιο φτωχικών μεξικανικών πόλεων. Φεύγοντας από το Μεξικό παίρνουν μαζί τους κάβα για τις ζεστές μέρες του Μανχάταν. Ενα βράδυ ατενίζοντας τον νεοϋορκέζικο ουρανό και συζητώντας για μπίρες ο Δημήτρης Πολιτόπουλος ρωτάει τον αδελφό του Μιχάλη αν θυμάται ποιες μπίρες πίνανε στην Ελλάδα. Λείπανε από το 1980 και οι δύο και η μνήμη ήταν ασθενής. «Ελληνικές μπίρες υπάρχουν;» ξαναρωτάει, καθώς απάντηση δεν έπαιρνε.


«Πού να θυμάμαι μετά τόσα χρόνια, πάρε στην Αθήνα κανέναν φίλο να σου πει» απάντησε εκείνος. Εμεινε με την απορία και την επομένη άρχισε να τηλεφωνεί σε φίλους και γνωστούς, για να διαπιστώσει γρήγορα πως στην ελληνική αγορά δεν κυκλοφορούσε μπίρα με ελληνική ετικέτα. Διερευνώντας τις αγορές του κόσμου διαπίστωσε ότι η μπίρα ως προϊόν συνδέεται με τις εθνικές κοινότητες. Ολες οι χώρες λίγο-πολύ έχουν τις δικές τους μπίρες ή, καλύτερα, ένα σημαντικό ποσοστό της κατανάλωσης καλύπτεται από μπίρες με εθνική επωνυμία.


* Η επένδυση


Με αυτή τη βασική σκέψη, ο Δ. Πολιτόπουλος συνέλαβε την ιδέα κατασκευής ζυθοποιείου στην Ελλάδα για την παραγωγή ελληνικής μπίρας. Ελαβε σχεδόν αυθόρμητα την απόφαση. Τα κεφάλαια υπήρχαν, η γνώση επίσης, τα σχέδια του ζυθοποιείου εκπονήθηκαν γρήγορα, η διερεύνηση της αγοράς ανετέθη σε ανεξάρτητο σύμβουλο, η μεγάλη περιπέτεια για τον 33χρονο τότε ελληνοαμερικανό χημικό μηχανικό είχε ήδη αρχίσει. Αγνοούσε εκείνη την περίοδο, δεν είχε επαφή με την ελληνική πραγματικότητα, δεν μπορούσε να αντιληφθεί τους κινδύνους που θα αντιμετώπιζε.


Το φθινόπωρο του 1996 ο Δ. Πολιτόπουλος επέστρεψε στην Ελλάδα και, αφού αξιολόγησε τους πιθανούς τόπους εγκατάστασης της ζυθοποιίας, επέλεξε τη Βιομηχανική Περιοχή της Κομοτηνής, όπου και αγόρασε το απαραίτητο οικόπεδο. Και αυτό γιατί διέθετε τις βασικές υποδομές, ήταν καλύτερα οργανωμένη και προσέφερε ισχυρά επενδυτικά κίνητρα. Σχεδόν ταυτόχρονα ίδρυσε τη Ζυθοποιία Μακεδονίας – Θράκης ΑΕ, με καταγεγραμμένο σκοπό στο ιδρυτικό της «την παραγωγή της πρώτης ελληνικής μπίρας με την επωνυμία «Βεργίνα»». «Μπίρα από Ελληνες, με ελληνικό όνομα και ελληνική γραφή» έλεγε στους φίλους του ο Δ. Πολιτόπουλος όταν άρχισε να χτίζει το ζυθοποιείο και να προετοιμάζει την είσοδό του στην ελληνική αγορά της μπίρας.


Από τη στιγμή όμως που γνωστοποιήθηκε το ενδιαφέρον και ο σκοπός του, άρχισε να κινείται σε ναρκοθετημένη ζώνη. Το αίτημα υπαγωγής στον αναπτυξιακό νόμο απερρίφθη δύο φορές, ενώ οι ανταγωνιστές μπήκαν στη διαδικασία να κυκλοφορήσουν μπίρες με ελληνική επωνυμία. Κατά τη διάρκεια κατασκευής του εργοστασίου στην Κομοτηνή, που θα παρήγε την μπίρα Βεργίνα, η παραπαίουσα ως τότε Henninger Hellas μετονομάζεται εσπευσμένα Ζυθοποιία Βορείου Ελλάδος και λανσάρει την «πρώτη», όπως διαφήμιζε, «ελληνική μπίρα» με την επωνυμία «Mythos».


Ο Δ. Πολιτόπουλος θεωρεί ακόμη και τώρα «βιαστική εκείνη την κίνηση, διότι βγήκε στην αγορά σε κιβώτια Kronenburg, κάτι που δεν συνηθίζεται σε νέο σήμα με μεγάλες προσδοκίες επικράτησης στην αγορά». Σήμερα η συγκεκριμένη μπίρα ανήκει στη Scotish & Newcastle και η εταιρεία που τη διαθέτει μετονομάστηκε σε Μύθος Ζυθοποιία ΑΕ.


Λίγο μετά ο Δ. Πολιτόπουλος θα δεχθεί στην Κομοτηνή επίσκεψη του Καρόλου Φιξ, ο οποίος, κατά τις διηγήσεις του ελληνοαμερικανού χημικού μηχανικού, θα προτείνει με δάκρυα στα μάτια να συνεργασθούν προκειμένου να επανακυκλοφορήσουν την μπίρα Alfa. Θα αρνηθεί ευγενικά, εμμένοντας στην αυτονομία της προσπάθειας και στον νέο τίτλο. Το ίδιο θα πράξει λίγο μετά, όταν ο Γιάννης Κουρτάκης, ο παραγωγός της ομώνυμης ρετσίνας, θα του προτείνει να επανακυκλοφορήσουν την παλαιά μπίρα Fix.


Λίγο αργότερα θα κυκλοφορήσουν στην αγορά και τα δύο ιστορικά σήματα. Η Alfa από την Αθηναϊκή Ζυθοποιία και η Fix από την Ολυμπιακή Ζυθοποιία, που ίδρυσε η οικογένεια Κουρτάκη, χρησιμοποιώντας το παλαιό εργοστάσιο της Lowenbrau στην Αταλάντη.


Η κινητοποίηση των άλλων παραγωγών μπίρας επιβεβαίωσε στον Δ. Πολιτόπουλο την ορθότητα της ιδέας, ότι δηλαδή υπάρχει αγορά για ελληνική μπίρα και επισπεύδει τις διαδικασίες κατασκευής της μονάδας. Το φθινόπωρο του 1997 είναι σχεδόν έτοιμος. Εχει εγκαταστήσει στην Κομοτηνή μια μοντέρνα αυτοματοποιημένη, υψηλών προδιαγραφών, μονάδα παραγωγής μπίρας και πλέον εισέρχεται στη διαδικασία παρασκευής και διάθεσης του προϊόντος.


Οπως ο ίδιος αφηγείται στο «Βήμα», από νωρίς «τον είχαν ζώσει τα φίδια», αλλά δεν φανταζόταν τι θα αντιμετώπιζε. Τα μπουκάλια που ελάμβανε ήταν προβληματικά, οι εγχώριοι παραγωγοί μεταλλικών κουτιών έφερναν εμπόδια και έτσι αναγκάστηκε να αναζητήσει ανεξάρτητο παραγωγό στην Πολωνία. Μετά βασάνων και κόπων κατάφερε, στις 13 Φεβρουαρίου 1998, να θέσει σε κυκλοφορία την μπίρα Βεργίνα. Οι διακινητές – χονδρέμποροι της Θράκης, της Χαλκιδικής, της Κέρκυρας και άλλων περιοχών της χώρας έδειχναν ενθουσιασμένοι από τις προσφορές, τα πάντα μετέδιδαν αισιοδοξία.


* Οι πιέσεις


Σε ελάχιστο χρόνο όμως βρέθηκε προ μεγάλης εκπλήξεως. Οι έμποροι άρχισαν να επιστρέφουν μαζικά το προϊόν, εκλιπαρώντας τη διεύθυνση της ζυθοποιίας να μην ξαναενοχληθούν από την μπίρα Βεργίνα, γιατί «κινδύνευαν να χάσουν τα σπίτια τους». Εκπληκτος ο Δ. Πολιτόπουλος διαπίστωσε ότι όσοι χονδρέμποροι δέχθηκαν να διανείμουν τη μπίρα του αντιμετώπισαν τρομακτική πίεση. Οπως εξομολογείται στο «Βήμα», οι ανταγωνιστές του, που διακινούσαν μεγαλύτερο όγκο προϊόντων μέσω των ίδιων χονδρεμπόρων, έκοψαν τις πιστώσεις, τους άφησαν χρηματοδοτικά ακάλυπτους, στην ουσία εκβιάστηκαν να μη διακινήσουν το νέο προϊόν στην αγορά.


Καταγγέλλει, επίσης, ευθέως ότι η Ζυθοποιία Μακεδονίας – Θράκης βρέθηκε αντιμέτωπη με εγκληματικές ενέργειες. Πολλές φορές τα ελαστικά των αυτοκινήτων της διοίκησης βρέθηκαν σκασμένα, τα ρεζερβουάρ των φορτηγών που διακινούσαν την μπίρα από την Κομοτηνή στην Αθήνα παραβιασμένα, χωρίς πετρέλαιο, και οι απειλές από τηλεφώνου ήσαν διαρκείς.


Και το χειρότερο, το 1999 είδε το προσωπικό της ζυθοποιίας να παραιτείται ομαδικά, να μένει σχεδόν μόνος και να αντιμετωπίζει ακόμη και νόθευση του προϊόντος. Ταυτόχρονα οι φήμες που διέτρεχαν την αγορά ήθελαν την μπίρα Βεργίνα τουρκικών συμφερόντων στη Θράκη, αλβανικών στην Κέρκυρα και σκοπιανών στη Θεσσαλονίκη.


Με αυτά και με άλλα πολλά, η συγκεκριμένη μπίρα δεν μπόρεσε να εισέλθει στην αγορά. Δύσκολα, ακόμη και σήμερα, θα την εύρει κάποιος σε εστιατόριο, ταβέρνα ή μπαρ, γενικώς απουσιάζει από κέντρα εστίασης και διασκέδασης.


Αντιμετωπίζοντας αυτές τις δυσχέρειες εισόδου στην αγορά, υιοθέτησε επιθετική εμπορική πολιτική για την κατάκτηση της αγοράς. Εριξε τις τιμές για τα ξενοδοχεία και τα πλοία, παρήγαγε ανώνυμη και επώνυμη φθηνή μπίρα για τα σουπερμάρκετ, έφθασε να φτιάξει μπίρα για τον ΠΑΟΚ και τον Παναθηναϊκό, διεκδίκησε και άλλες αγορές εκτός Ελλάδος, επιχείρησε να λανσάρει πόρτα πόρτα την μπίρα Βεργίνα στα μαγαζιά. Ο ίδιος υπερηφανεύεται πως είναι αυτός που κατέβασε την τιμή του μεταλλικού κουτιού της μπίρας στα 27 λεπτά στο σουπερμάρκετ, αλλά δηλώνει δυστυχής που δεν έχει ακόμη καταφέρει να προσεγγίσει το πλήθος των καταναλωτών.


Θεωρεί υπεύθυνη για αυτό την ολιγοπωλιακή συγκρότηση της ελληνικής αγοράς μπίρας, στην οποία ηγεμονεύει η Αθηναϊκή Ζυθοποιία και ειδικώς η ολλανδική οικογένεια Heineken, η οποία, όπως υποστηρίζει, έχει επιδείξει και σε άλλες χώρες αντίστοιχες τάσεις απόλυτου ελέγχου της αγοράς.


* Η Επιτροπή Ανταγωνισμού


Στις 24 Μαίου του 2005 η Ζυθοποιία Μακεδονίας – Θράκης εκλήθη από την Επιτροπή Ανταγωνισμού να απαντήσει σε ένα μακρύ ερωτηματολόγιο για την κατάσταση της ελληνικής αγοράς μπίρας με την υπόμνηση των άρθρων 25 και 29 του νόμου 703/77 περί συλλογής στοιχείων και των συνεπειών τυχόν άρνησης κατάθεσης αυτών. Στις 24 Ιουνίου του 2005 η Επιτροπή Ανταγωνισμού παρέλαβε από τη Ζυθοποιία Μακεδονίας – Θράκης και συγκεκριμένα από τον πρόεδρό της κ. Δ. Πολιτόπουλο πλήρη φάκελο για την επικρατούσα κατάσταση στην ελληνική αγορά της μπίρας, τα εμπόδια που αντιμετώπισε να εισέλθει στην αγορά και τα προβλήματα που πηγάζουν από τη κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης που έχει εξασφαλίσει η Αθηναϊκή Ζυθοποιία, η οποία κατέχει μεταξύ 80% και 90% της αγοράς.


Από εκείνη τη στιγμή και μετά δόθηκαν πρόσθετα στοιχεία, κατέθεσαν μάρτυρες, πωλητές και χονδρέμποροι περιέγραψαν ενόρκως όσα υπέστησαν, όταν επιχείρησαν να διακινήσουν την μπίρα Βεργίνα, η Επιτροπή Ανταγωνισμού είχε πλέον πλήρη γνώση των συνθηκών που επικρατούν στην αγορά της μπίρας.


Παρά ταύτα ουδέν συνέβη. Ο φάκελος της μπίρας είναι από τους πολλούς που ο κατηγορούμενος για διαφθορά γενικός διευθυντής της Επιτροπής Ανταγωνισμού Π. Αδαμόπουλος διατηρούσε ανοιχτούς στα συρτάρια του… προς πάσα χρήση.