Την εποχή που οι αιγύπτιοι θεοί άφηναν την εύφορη και υγρή κοιλάδα του Νείλου για να περιπλανηθούν στη Μεσόγειο – ως πολύτιμο φορτίο ανάμεσα στα φθαρτά και εφήμερα εμπορεύματα ή και λάφυρα που μετέφεραν τα καράβια των Ρωμαίων, κυρίαρχων τότε των θαλασσών – ο Μαραθώνας με την πλούσια πεδιάδα του και τα άφθονα νερά του ήταν ο κατάλληλος για να σταθούν. Και εκεί έγινε το ιερό τους, για να λατρεύονται από τους νέους πιστούς, ευπειθώς προσελθόντες σε μια πανάρχαια θρησκεία, λίγο προτού το τέλος της και μαζί το τέλος του κόσμου τους έλθει. Βρισκόμαστε στις αρχές του 2ου αιώνα μ.X., εποχή του Ηρώδη Αττικού, μεγάλου γαιοκτήμονα της περιοχής εκτός των άλλων, όταν στον Μαραθώνα, σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα, ανεγείρεται ένα τεράστιο ιερό αφιερωμένο στην Ισιδα και σε έναν ακόμη αιγύπτιο θεό, πιθανώς τον Οσιρι ή Σάραπι, καθώς οι Αιγύπτιοι συνήθιζαν να συν-λατρεύουν τους θεούς τους.


Αλλαγή σκηνικού. Οι σύγχρονες εγκαταστάσεις ενός ξενοδοχείου από τη μία πλευρά μαζί με ένα ρέμα που χύνεται στη θάλασσα. Τα άθλια παραπήγματα της πρώην αμερικανικής βάσης από την άλλη. Ενα έλος μπαζωμένο στην τρίτη. Και κάπου εκεί στη μέση το ιερό. H Μπρεξίζα, όπως λέγεται η τοποθεσία σήμερα, έχει το προνόμιο να φυλάει το μυστικό ενός μοναδικού από κάθε άποψη αιγυπτιακού ιερού. Μπορεί να είναι «άγνωστο» και απροσπέλαστο για το κοινό – η είσοδός του γίνεται μόνο από τη βάση -, μπορεί να μην είχε προκαλέσει, ιδιαίτερα στο παρελθόν, το ενδιαφέρον των επιστημόνων, αφού στην Ελλάδα η μελέτη του αρχαίου κλασικού πολιτισμού κατέχει δικαιωματικά τον πρώτο λόγο, η παρουσία του όμως στην Αττική δεν παύει να σηματοδοτεί μια ολόκληρη εποχή της αρχαιότητας· όταν, υπό την επικράτηση των Ρωμαίων, η θρησκευτική λατρεία είχε διευρυνθεί περιλαμβάνοντας και αιγυπτιακές θεότητες.


«Δεν υπάρχει όμοιό του πουθενά» λέει για το ιερό η αρχαιολόγος κυρία Ιφιγένεια Δεκουλάκου, υπεύθυνη της ανασκαφής από τη B’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. «Πρόκειται για μια εντελώς πρωτότυπη κατασκευή, που ακόμη και όταν ολοκληρωθεί η αρχαιολογική έρευνα θα περάσει χρόνος και θα απαιτηθεί πολλή μελέτη ώστε να καταλήξουμε σε μια πρόταση για την αρχιτεκτονική μορφή της». Δίπλα στο ιερό εξάλλου ένα ρωμαϊκό βαλανείο ολοκληρώνει το σύνολο προσφέροντας την απαραίτητη διάσταση της αιγυπτιακής λατρείας.


H κυρία Δεκουλάκου άρχισε την ανασκαφή το 2001 επιλέγοντας ως σημείο εκκίνησης μια τρύπα στο έδαφος που είχαν κάνει οι αρχαιοκάπηλοι στη νότια πλευρά του ιερού. Ο εντοπισμός του είχε γίνει τυχαία το 1968, κατά την ανέγερση παρακειμένου ξενοδοχείου, όταν μπουλντόζες έφεραν στο φως δύο υπερμεγέθη, αιγυπτιάζοντα αγάλματα, τα οποία σήμερα εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μαραθώνος. H σωστική ανασκαφή εκείνης της εποχής περιορίστηκε στο βόρειο τμήμα του ιερού. H νέα ανασκαφή όμως ήταν που απέδειξε το μέγεθος και την ιδιαιτερότητα της κατασκευής του. Και τα αγάλματα που άρχισαν να έρχονται στο φως, εντυπωσιακά για το μέγεθος και τον αριθμό τους – αυτή τη στιγμή είναι εννέα ακέραια, καθώς και το τμήμα ενός δεκάτου -, επιβεβαίωσαν την αρχική υπόθεση ότι πρόκειται για λατρευτικό κτίριο, αφιερωμένο στην Ισιδα και σε έναν άνδρα θεό.


Ευτυχή συγκυρία αποτελεί ως εκ τούτου η ένταξη του αρχαιολογικού χώρου της Μπρεξίζας (υπάρχουν και άλλα λείψανα που δεν έχουν ανασκαφεί) σε ένα μεγάλο πρόγραμμα ανάδειξης όλων των μνημείων του Μαραθώνα που θα ολοκληρωθεί το 2004. Τα «χαμένα» ή και «ξεχασμένα» ρωμαϊκά μνημεία βγαίνουν έτσι από τη λήθη σε μια αποκατάσταση της αδικίας για την εγκατάλειψή τους. Τα αντίγραφα των αγαλμάτων μάλιστα που πρόκειται να στηθούν στη θέση τους επάνω στις αρχαίες βάσεις στα πρόπυλα του ιερού θα αποτελέσουν, χωρίς άλλο, ένα καθοριστικό και εντυπωσιακό στοιχείο στο έργο της ανάδειξής του.


Με τετράγωνο σχήμα (50X50 μέτρα) το ιερό διαθέτει περίβολο και επάλληλους διαδρόμους που οδηγούν σε μια βαθμιδωτή πυραμίδα στο κέντρο του, η οποία θεωρείται το εξέχον στοιχείο της αρχιτεκτονικής του. «Πρόκειται για τον πυρήνα του ιερού επάνω στον οποίο κατά πάσα πιθανότητα υπήρχε ο ναΐσκος του» επισημαίνει η κυρία Δεκουλάκου. Διαστάσεων 10X10 μέτρων και ύψους 3,42 μέτρων, η πυραμίδα αυτή σώζει τις τρεις από τις βαθμίδες της από πώρινες λιθοπλίνθους, ενωμένες με συνδέσμους, σχήματος διπλού πελέκεως.


H είσοδος των πιστών γινόταν από τα τέσσερα μνημειώδη πρόπυλα, ένα στο μέσον κάθε πλευράς του περιβόλου, προσανατολισμένα ακριβώς στα σημεία του ορίζοντα. Τα πρόπυλα αποτελούνταν από δύο ορθογώνιους πύργους, ανάμεσα στους οποίους διαμορφωνόταν η είσοδος με μαρμάρινες βαθμίδες και κατώφλια, μαρμάρινες παραστάδες αλλά και υπέρθυρα, στην εξωτερική όψη των οποίων υπάρχει ανάγλυφος ο ηλιακός δίσκος. Οι πόρτες ήταν μονόφυλλες – σε μία περίπτωση μάλιστα έχει διατηρηθεί σε άριστη κατάσταση ο χάλκινος όλμος για τον στροφέα της.


Τέσσερα μαρμάρινα αγάλματα υπερφυσικού μεγέθους κοσμούσαν κάθε πρόπυλο – σύνολο 16 – τοποθετημένα επάνω σε μαρμάρινες βάσεις και στηριγμένα σε πεσσούς. Ηταν μάλιστα αντικριστά: ένα ανδρικό και ένα γυναικείο. «Τα γυναικεία αγάλματα απεικονίζουν τη θεά Ισιδα άλλοτε ως Ισιδα-Δήμητρα με πτυχωτό ποδήρη χιτώνα, ιμάτιο και βασίλειον στο κεφάλι αλλά και με στάχυα στο δεξί της χέρι και άλλοτε ως Ισιδα-Αφροδίτη που κρατά από τρία μικρά τριαντάφυλλα. Υπάρχει όμως και μια τρίτη απόδοση της θεάς η οποία κρατά ένα άγνωστο αντικείμενο, γεγονός που κάνει δύσκολο τον συσχετισμό με κάποια ελληνική θεότητα» λέει η κυρία Δεκουλάκου.




«Οσον αφορά τα ανδρικά αγάλματα, έχουν τη γνωστή ιερατική κίνηση βαδίσματος των αιγυπτιακών, φορούν το επίσημο ένδυμα των Φαραώ, φέρουν περίζωμα και στην κεφαλή ένα κάλυμμα με την αιγυπτιακή κόμπρα και το διπλό διάδημα της Ανω και Κάτω Αιγύπτου, ενώ σε κάθε χέρι κρατούν από ένα κοντό κυλινδρικό αντικείμενο» προσθέτει. Για να επισημάνει ότι το ανδρικό άγαλμα είναι πιθανότατα ο Οσιρις, που άλλαξε όνομα και έγινε Σάραπις, όταν οι Πτολεμαίοι επικράτησαν στην Αίγυπτο.


Ενα ακόμη άγαλμα της Ισιδος, τέλος, μαζί με μια μαρμάρινη σφίγγα βρέθηκαν σε δωμάτιο της νότιας πλευράς, μεταφερμένα εκεί για άγνωστους λόγους. Στο ίδιο δωμάτιο ήρθαν στο φως συσσωρευμένοι περισσότεροι από 70 λύχνοι της ρωμαϊκής εποχής, εξαιρετικά μεγάλων διαστάσεων, με ανάγλυφες παραστάσεις Σαράπιδος και Ισιδος και όλοι τους χρησιμοποιημένοι, όπως δείχνουν τα ίχνη αιθάλης. «Οι λύχνοι είναι πιθανόν να προορίζονταν για τη «λυχνοκαΐα», την οποία αναφέρει ο Ηρόδοτος ότι γιόρταζαν στην Αίγυπτο και φαίνεται ότι συνδεόταν με τις τελετές της αναζήτησης και της ανεύρεσης του νεκρού σώματος του Οσίριδος από την αδελφή του, την Ισιδα» λέει η κυρία Δεκουλάκου. Στα ευρήματα συγκαταλέγονται, τέλος, νομίσματα της εποχής του Αδριανού αλλά και ένας μικρός θησαυρός, πολύ μεταγενέστερος, με νομίσματα του 4ου και του 5ου μ.X. αιώνα μέσα σε αγγείο.


H Διώρυγα και το Σαραπείο, που κατασκεύασε ο Αδριανός στο Τίβολι, κατ’ αναλογίαν του πτολεμαϊκού Σαραπείου στην πόλη Κάνωβο, κοντά στην Αλεξάνδρεια, υπήρξαν για κάποιους ιστορικούς το πρότυπο για να δημιουργήσει και ο Ηρώδης Αττικός το δικό του ιερό στην Μπρεξίζα, επιστρέφοντας μάλιστα από ένα ταξίδι του στην Αίγυπτο. Μόνο τα αγάλματα του ιερού όμως μπορούν να συγκριθούν ως προς τον τύπο τους με εκείνα της «Βίλα Αντριάνα» στο Τίβολι. Τα μυστήρια του ιερού με την πυραμίδα στην πεδιάδα του Μαραθώνα είναι άγνωστο αν θα επιλυθούν ποτέ.


Το ιστορικό του ιερού


Το ιερό ιδρύθηκε στο πρώτο μισό του 2ου μ.X. αιώνα στην περιοχή του Μικρού Ελους, που ανήκε στον δήμο της αρχαίας Προβαλίνθου. Το σημείο αυτό μνημονεύεται από τους αρχαίους περιηγητές ως «Νησί», πιθανότατα γιατί τότε αποτελούσε νησίδα μέσα στο έλος (άλλωστε μια τεχνητή διώρυγα της ρωμαϊκής εποχής έχει αποκαλυφθεί στη βορειοανατολική γωνία του). Δύο αιώνες αργότερα ένας μεγάλος σεισμός υπήρξε κατά πάσα πιθανότητα η αφορμή για την καταστροφή και την εγκατάλειψη του ιερού. Το 1792 ο γάλλος πρόξενος στην Αθήνα Λ. Φοβέλ πιστεύει ότι έχει ανακαλύψει τον Τύμβο των Μαραθωνομάχων κάτω από τους λοφίσκους που είχαν σχηματισθεί στις αρχαιότητες. Το ιερό όμως θα εντοπισθεί πραγματικά το 1968 από τον A. Βαβρίτσα με αφορμή το ξενοδοχείο που άρχισε να χτίζεται παραπλεύρως του ιερού, ενώ το 1974 ανασκάπτεται το ρωμαϊκό βαλανείο από την αρχαιολόγο κυρία Ξένη Αραπογιάννη.


H ανασκαφή στο ιερό από την αρχαιολόγο κυρία Ιφιγένεια Δεκουλάκου έγινε αρχικώς με χρηματοδότηση από τον Δήμο Νέας Μάκρης (με κονδύλια από πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ενωσης), ενώ στη συνέχεια εντάχθηκε στα ολυμπιακά έργα, στο πλαίσιο της συντήρησης και ανάδειξης των αρχαιολογικών και ιστορικών τόπων του Μαραθώνα. Από το υπουργείο Πολιτισμού έχουν απαλλοτριωθεί ήδη 19 στρέμματα του αρχαιολογικού χώρου, ενώ η Εφορεία έχει ζητήσει την απαλλοτρίωση άλλων 961 τ.μ. στην ανατολική πλευρά. Παράλληλα έχουν ορισθεί οι αρχαιολογικές ζώνες για την προστασία των αρχαιοτήτων, ενώ το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο έχει επιβάλει αυστηρούς όρους δόμησης στην περιοχή λόγω γειτνίασης με τα αρχαία.


Σήμερα ο αρχαιολογικός χώρος είναι περιφραγμένος, πέραν της άναρχης κατάστασης όμως της περιοχής πρόβλημα υπάρχει, όπως επισημαίνει η κυρία Δεκουλάκου, και με τον βιολογικό καθαρισμό του ξενοδοχείου και την οσμή των αποβλήτων, τα οποία καταλήγουν στη θάλασσα. H διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου και η νέα είσοδος που πρόκειται να διανοιχθεί έξω από την αμερικανική βάση, με τη δημιουργία και πάρκινγκ, είναι η αρχή μόνο των μέτρων για την ουσιαστική ανάδειξη του μοναδικού ιερού.


Το ρωμαϊκό βαλανείο της Μπρεξίζας


Ενα επιβλητικό λουτρικό συγκρότημα της ρωμαϊκής εποχής, που αποτελεί τμήμα του ιερού της Ισιδος, αποκαλύφθηκε κατά την ανασκαφή το 1974 από την αρχαιολόγο κυρία Ξένη Αραπογιάννη. Σε απόσταση 40 μέτρων από το ιερό το βαλανείο καταλαμβάνει έκταση 1.440 τ.μ. και, σύμφωνα με τα δεδομένα, πρέπει να ήταν ένα λαμπρό οικοδόμημα. H κατεύθυνσή του είναι τέτοια ώστε όλη την ημέρα το έβλεπε ο ήλιος εξασφαλίζοντας ιδανικές συνθήκες για τους λουομένους, όλοι οι χώροι του, ακόμη και οι βοηθητικοί, είχαν υπόκαυστα, προφανώς, όπως επισημαίνει η ανασκαφέας, για την αντιμετώπιση της υγρασίας, ενώ τα υδραυλικά κονιάματα, τα επιχρίσματα στους τοίχους, τα μαρμαροσκέπαστα δάπεδα και οι ανάγλυφες ορθομαρμαρώσεις τού έδιναν έναν εξαιρετικό και πολυτελή χαρακτήρα.


Κύριο χαρακτηριστικό του λουτρού ωστόσο είναι η μεγάλη ελλειψοειδής αίθουσα (8,43X4,18 μέτρα) που δεσπόζει στο κέντρο του. Με δάπεδο καλυμμένο από μαρμαρόπλακες, όπως και το έδρανο που περιέτρεχε εσωτερικά τους τοίχους αλλά και η πλατιά σκάλα από την οποία κατέβαιναν οι λουόμενοι, με υπόκαυστα φυσικά αλλά και με μεγάλα ανοίγματα προς τη θάλασσα για την απόλαυση της θέας, αυτός ο χώρος ήταν μια θερμαινόμενη πισίνα, κάτι που συναντά κανείς σπανίως και μόνο στα πολυτελή βαλανεία. Αλλά και οι υπόλοιποι χώροι του συγκροτήματος – συνολικά αναπτύσσονται 18 γύρω από την πισίνα και άλλοι οκτώ είναι προσκολλημένοι στη βόρεια πλευρά του – δίνουν αυτή την αίσθηση. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν οι δύο όμοιες ημικυκλικές δεξαμενές, συμμετρικά τοποθετημένες εκατέρωθεν της πισίνας, αλλά και μία ακόμη επιβλητική εξαγωνική αίθουσα με λουτήρες, καλυμμένη από λευκά, μαύρα και ερυθρά μάρμαρα.


Αν και η ανασκαφή δεν έχει ολοκληρωθεί, η σημασία του συγκροτήματος είναι καταφανής, ενώ τα ευρήματα, αγγεία διαφόρων ειδών, αρχιτεκτονικά μέλη, η μαρμάρινη κεφαλή πτηνού, καθώς και πολλά νομίσματα, επιτρέπουν τη χρονολόγηση του βαλανείου από τον 2ο ως τον 4ο αιώνα μ.X.


«H πολυτέλεια της κατασκευής των χώρων, η ύπαρξη της calida piscina (της μεγάλης δεξαμενής) που απαντά μόνο σε λουτρά πλουσίων αρχόντων, η προσπάθεια συμμετρίας στη διάταξη των χώρων, γεγονός σπάνιο σε ελληνικά λουτρά της ρωμαϊκής εποχής, και τα ογκώδη μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, που έδιναν στο κτίριο μνημειώδη μορφή, είναι στοιχεία χαρακτηριστικά που, αν συνδυαστούν και με την άμεση γειτνίασή του με το ιερό της Ισιδος, ενισχύουν την άποψη ότι το θαυμάσιο αυτό οικοδόμημα ήταν ένα ακόμη έργο του Ηρώδη Αττικού στη γενέτειρά του, τον Μαραθώνα» γράφει η κυρία Ξένη Αραπογιάννη στη δημοσίευση της ανασκαφής στην «Αρχαιολογική Εφημερίδα».