ΣΗΜΕΡΑ είναι τα παρκόμετρα· το σύστημα της ελεγχόμενης στάθμευσης. Χθες ήταν τα πανωτόκια και παλαιότερα ο θεσμός της μεταφοράς του συντελεστή δόμησης. Νόμοι – κλειδιά που αποτέλεσαν επιλογές ζωής για κυβερνήσεις και δημοτικούς άρχοντες, διατάξεις που διαφημίστηκαν ως η πανάκεια για την επίλυση οξυμένων κοινωνικών προβλημάτων τινάχθηκαν στον αέρα εν μια νυκτί. Κατέρρευσαν σαν χάρτινοι πύργοι, σαν τα κτίσματα των παιδικών μας χρόνων στην άμμο. Ανατράπηκαν και δεν πέρασαν τις εξετάσεις νομιμότητας, τις οποίες επιβάλλεται από την έννομη τάξη της χώρας μας σε όλους τους νόμους να ασκούν τα δικαστήρια.


Χιλιάδες πολίτες τώρα με την απόφαση για τα παρκόμετρα μιλάνε για το Συμβούλιο της Επικρατείας και άλλοι τόσοι για τον Αρειο Πάγο με αφορμή την κρίση της Ολομελείας του για τα πανωτόκια. Αποφάσεις ­ και οι δύο ­ που ήρθαν να ανατρέψουν δεδομένα, να μεταβάλουν μια πραγματικότητα και να αναγκάσουν διοικούμενους και διοικούντες να αλλάξουν συνήθειες και να ρυθμίσουν άλλως τις σχέσεις τους. Οι συνέπειες βέβαια μιας απόφασης που κρίνει ένα νόμο αντισυνταγματικό δεν είναι απλές ούτε το τοπίο της επόμενης μέρας διαγράφεται ειδυλλιακό. Εκατοντάδες πολίτες, που τήρησαν τον νόμο που ίσχυε ώσπου να ανατραπεί, αιφνιδιάζονται και βρίσκονται προ τετελεσμένων καταστάσεων, ενώ άλλοι πληρώνουν το τίμημα της αντισυνταγματικότητας με πιο «ακριβό» τρόπο.


Οι διοικούντες αρκούνται σε ασκήσεις επί χάρτου, ενίοτε σε βολές κατά της δικαιοσύνης και σπανιότερα σε διόρθωση των ρυθμίσεων που κρίθηκαν αντισυνταγματικές. Από την άλλη πλευρά, τα δικαστήρια, τα ανώτατα δικαστήρια της χώρας, καμιά φορά δεν συνεκτιμούν τις κοινωνικές συνέπειες της όποιας απόφασής τους και αποφαίνονται με κριτήρια τεχνοκρατικά. Κάπου λοιπόν το όριο, το μέτρο των αρχαίων μας προγόνων, δεν καθορίζει τις συμπεριφορές και τις αποφάσεις του κράτους συνήθως και της δικαιοσύνης σπανιότερα.


* Κράτος δικαστών;


«Το Βήμα» σήμερα ανοίγει τον φάκελο, με αφορμή την πρόσφατη απόφαση (ακόμη δεν έχει δημοσιευθεί) για τα παρκόμετρα από την Ολομέλεια του ΣτΕ, για τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων. Και καταγράφει τα συν και τα πλην με γνώμονα πάντα το συμφέρον του δικαζόμενου πολίτη. Εκείνου για τον οποίο η δικαιοσύνη απονέμεται και η Βουλή νομοθετεί. Δύο ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί με κύρος και με επιστημονική επάρκεια, οι κκ. Γ. Σταυρόπουλος και Κων. Μενουδάκος, σύμβουλοι του ΣτΕ, έλαβαν μέρος στην έρευνα και δύο πανεπιστημιακοί αλλά και πολιτικοί ταυτόχρονα, οι κκ. Ευ. Βενιζέλος και Πρ. Παυλόπουλος, κρίνουν και εκφράζουν τις επιστημονικές θέσεις τους για ένα θέμα μείζον και φλέγον, που αφορά όχι μόνο την κυβέρνηση, τη Βουλή, τη δικαιοσύνη αλλά και τους πολίτες αυτής της χώρας.


Νόμοι λοιπόν κρίνονται αντισυνταγματικοί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ο κ. Γ. Σταυρόπουλος, ζώντας τα πράγματα εκ των ένδον, τονίζει ότι το σύστημα του διάχυτου και κατασταλτικού ελέγχου της συνταγματικότητας, που ισχύει στη χώρα μας, είναι «στοιχείο δημοκρατικότητας, καθώς δεν μπορεί να προσδιορισθεί ποιος και πότε θα ελέγξει τους νόμους που ψηφίζει η Βουλή, η οποία άλλωστε αυτοπεριορίζεται αναγνωρίζοντας τη σοβαρή αρμοδιότητα του ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων στα δικαστήρια». Και προσθέτει ότι το σύστημα του προληπτικού ελέγχου που ισχύει αλλού επικρίνεται ότι δημιουργεί στην πράξη αυτό που συνήθως λέμε «κράτος δικαστών». Ο κ. Πρ. Παυλόπουλος όμως προσθέτει τη δική του προβληματική. Τα δικαστήρια, λέει, πολλές φορές (ο λόγος για τα ανώτατα), αντί να ερμηνεύουν τον νόμο σύμφωνα με το Σύνταγμα, ερμηνεύουν το Σύνταγμα σύμφωνα με τον νόμο. «Το Συμβούλιο της Επικρατείας κυρίως» ­ θα πει ­ «αντί να ασκεί νομολογιακή πολιτική, ως θα όφειλε, ασκεί πολιτική νομολογίας».


Αλλά και ο κ. Κων. Μενουδάκος, σύμβουλος του ΣτΕ, τολμά να πει πως «καμιά φορά και τα δικαστήρια σε ορισμένες περιόδους ίσως να μην αυτοσυγκρατούνται». Κρίνει όμως ότι το ΣτΕ δεν μπορεί να θεωρηθεί τολμηρό στις αποφάσεις του για αντισυνταγματικότητα κάποιων νόμων. «Μάλλον συντηρητικό μπορεί να θεωρηθεί» θα δηλώσει με περίσκεψη. Για να προσθέσει ότι το ζητούμενο είναι ο πολίτης και τι μέτρα πρέπει να ληφθούν ώστε, όταν θίγεται από την κρίση περί αντισυνταγματικότητας ενός νόμου, να προστατεύεται. Κατά τον κ. Μενουδάκο, οι θιγόμενοι πολίτες με όπλο την αγωγή αποζημίωσης οφείλουν να ζητούν έννομη προστασία από την πολιτεία η οποία με τη σειρά της πρέπει να την παρέχει.


* Μέτρα εκλογίκευσης


Ο υπουργός Πολιτισμού και πανεπιστημιακός κ. Ευ. Βενιζέλος, με σημαντικό επιστημονικό έργο για το θέμα του ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων, φρονεί ότι για τη βελτίωση των όποιων δυσλειτουργιών εμφανίζονται σήμερα θα πρέπει να «ληφθούν μέτρα εκσυγχρονισμού και εκλογίκευσης του συστήματος κυρίως ως προς την οργάνωση της δίκης περί την αντισυνταγματικότητα ενώπιον των Ολομελειών των ανωτάτων δικαστηρίων, όπου συνήθως καταλήγουν εν τοις πράγμασι όλες οι σχετικές υποθέσεις». Ο κ. Βενιζέλος προτείνει «δικονομικού χαρακτήρα ρυθμίσεις, τις οποίες το Σύνταγμά μας επιτρέπει και ο νομοθέτης μπορεί με σαφέστερο τρόπο να διατυπώσει», ώστε να προστατευθεί ο θιγόμενος πολίτης, αποκρούοντας την πρόταση του κ. Παυλόπουλου για ανάθεση του ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, στο οποίο ­ κατά την άποψη του κ. Παυλόπουλου ­ θα παραπέμπονται όλες οι σχετικές υποθέσεις από τα δικαστήρια της χώρας, όταν διαπιστώνουν την ύπαρξη ασυμφωνίας του νόμου με το Σύνταγμα.


«Θα ήταν», αντιτείνει ο κ. Βενιζέλος, «δυσλειτουργικό υβρίδιο να καταστήσουμε συνταγματικό δικαστήριο ένα δικαστήριο που ο ρόλος του είναι η εξομάλυνση των διαφωνιών ανάμεσα στα ανώτατα δικαστήρια της χώρας». Και οι δύο όμως αναγνωρίζουν ότι και τα δικαστήριο οφείλουν να μη χρησιμοποιούν τη δικανική τους ισχύ και τη δικαστική τους εξουσία για να ασκούν αρμοδιότητες που δεν έχουν, ενώ παραδέχονται ότι και ο τρόπος που νομοθετούμε ως πολιτεία ευθύνεται εν πολλοίς για το ότι νόμοι κρίνονται αντισυνταγματικοί προκαλώντας στην πράξη ανατροπές και αναστάτωση στους πολίτες.


* Η ασφάλεια δικαίου


Δεν είναι τυχαίο βέβαια ότι από το 1974 ως σήμερα έχουν ψηφιστεί από τη Βουλή 2.600 νόμοι, εκ των οποίων ορισμένοι αποτελούνται από εκατοντάδες άρθρα και εκατοντάδες παραγράφους που ρυθμίζουν παντός είδους θέματα. Νόμοι – «σουπερμάρκετ» όπως λέγονται ή νόμοι – «σκούπα». Ο πρόχειρος νόμος ωστόσο δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην αντισυνταγματικό νόμο. Αλλά οι νόμοι που έχουν παρασκευασθεί με προσοχή και ευθύνη σπάνια «πετάγονται στο καλάθι των αχρήστων» λόγω αντισυνταγματικότητας.


Ποιο λοιπόν είναι το όριο ώστε η ασφάλεια δικαίου να αποτελεί τον κανόνα και οι νόμοι σπάνια να ανατρέπονται; Το μέτρο, θα ήταν ίσως η απάντηση· το μέτρο στις σχέσεις νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής λειτουργίας. Ποιοι κηρύχθηκαν αντισυνταγματικοί


ΣΤΑ δικαστικά χρονικά των τελευταίων ετών έχουν καταγραφεί σημαντικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (τόσο των τμημάτων του όσο και της Ολομελείας του) αλλά και του Αρείου Πάγου, που έκριναν αντισυνταγματικούς νόμους που αποτέλεσαν καίριες κυβερνητικές επιλογές.


Ο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός, γνωστός ως ΓΟΚ, δεν πέρασε τις εξετάσεις συνταγματικότητας στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Δεκάδες διατάξεις του κρίθηκαν αντισυνταγματικές και αντικαταστάθηκε με νέο νόμο, ο οποίος είχε και εκείνος τα προβλήματά του. Ρυθμίσεις του κρίθηκαν αντίθετες με το Σύνταγμα και τινάχτηκαν στον αέρα επιλογές και ανατράπηκαν δεδομένα. Ο θεσμός του συντελεστή δόμησης επίσης είναι ίσως το πλέον ενδεικτικό παράδειγμα. Ο νόμος του 1979 εφαρμόστηκε για χρόνια ώσπου να φθάσει κάποιος να προσβάλει τον νόμο στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Ο νόμος κηρύχθηκε αντισυνταγματικός, ουσιαστικά ακυρώθηκε, και το κράτος ψήφισε νέο. Αλλά και ο καινούργιος νόμος κρίθηκε και αυτός αντισυνταγματικός, απόφαση που οδήγησε στην ουσία σε «χειμερία νάρκη» τον θεσμό, τουλάχιστον ως σήμερα.


Αλλά και ο πολυθρύλητος νόμος για την ανώτατη εκπαίδευση (νόμος πλαίσιο) κρίθηκε αντισυνταγματικός και έφθασε ως το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ) για να εκκαθαριστεί αν θα ισχύσει ή όχι. Το μέτρο της ελεγχόμενης στάθμευσης πρόσφατα αλλά και δεκάδες άλλοι νόμοι κηρύχθηκαν κατά καιρούς αντισυνταγματικοί. Η διάταξη του νόμου Πεπονή για την απόλυση περίπου 6.000 συμβασιούχων της ΔΕΗ κρίθηκε αντίθετη με το Σύνταγμα από την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου και οι απολυθέντες επαναπροσλήφθηκαν. Αλλά και ο θεσμός του ανατοκισμού, που τινάχτηκε στον αέρα από την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου πρόσφατα, οδήγησε σε αλλαγή των ρυθμίσεων για την εφαρμογή του. Και σε όλα αυτά να προστεθούν οι εκατοντάδες προεδρικά διατάγματα όλων των υπουργείων αλλά κυρίως του ΠΕΧΩΔΕ, που δεν περνούν από τον έλεγχο νομιμότητας που ασκεί προληπτικά το Ε’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας. Οι ρυθμίσεις για τα αυθαίρετα επί κυβερνήσεως της Νέας Δημοκρατίας (επί υπουργίας του αποβιώσαντος Χρ. Κατσιγιάννη) αλλά και το διάταγμα για την ίδρυση του «Πολυδύναμου» Κέντρου στην Πεντέλη πετάχτηκαν στον κάλαθο των αχρήστων του ΣτΕ.


Τα μισά και πλέον διατάγματα που φθάνουν στο ΣτΕ προς επεξεργασία «πάσχουν» ως προς τη νομιμότητά τους και τα περισσότερα κρίνονται αντισυνταγματικά, άλλα επιστρέφονται στη διοίκηση προς διόρθωση, ενώ λίγα είναι εκείνα που περνούν με άριστα τις εξετάσεις. Ο πρόεδρος του Ε’ Τμήματος κ. Μιχ. Δεκλερής, νομικός με κύρος και στο εξωτερικό, έχει καταστεί ο «φόβος και ο τρόμος» της διοίκησης. Διυλίζει και τον κώνωπα λένε οι επικριτές του. Πάντως ένα είναι το δεδομένο. Διατάγματα με αντισυνταγματικές ρυθμίσεις κόβονται και βαθμολογούνται κάτω από τη βάση. Τουλάχιστον για τα διατάγματα η «ακύρωση» γίνεται προληπτικά. Προτού εφαρμοστούν. Για τους νόμους όμως πάντα εκ των υστέρων. Και εκεί δημιουργούνται και τα προβλήματα και οι προβληματισμοί και τα ερωτηματικά. Τι ισχύει σε ΗΠΑ και Ευρώπη


Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής είναι η «μητέρα» του συστήματος που εφαρμόζουμε με ορισμένες παραλλαγές και εμείς. Κατά το αμερικανικό σύστημα, λοιπόν, οι νόμοι ελέγχονται, όπως και εδώ, από οποιοδήποτε δικαστήριο (ακόμη και από ένα πλημμελειοδικείο) εκ των υστέρων, αλλά ιδιαίτερη αξία έχουν οι αποφάσεις για τυχόν αντισυνταγματικότητα ενός νόμου που εκδίδει το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο. Ο,τι αποφασίζει το δικαστήριο αυτό τηρείται ως θέσφατο.


Ποιοι συγκροτούν αυτό το δικαστήριο; Ποιοι είναι εκείνοι που έχουν στα χέρια τους τόση δύναμη ώστε να μπορούν να ακυρώσουν ακόμη και σημαντικότατες νομοθετικές επιλογές της κυβέρνησης αλλά και του Κογκρέσου; Είναι εννέα άνθρωποι! Εννέα δικαστικοί οι οποίοι διορίζονται από τον πρόεδρο των ΗΠΑ με θητεία ισόβια!


Στον αντίποδα του αμερικανικού μοντέλου βρίσκεται το γαλλικό. Στη Γαλλία, όπου κανείς θα ανέμενε πιο δημοκρατικό σύστημα για να ελέγχονται οι νόμοι που ψηφίζονται στη Βουλή και αποτελούν τις εκάστοτε κυβερνητικές επιλογές, τα πράγματα είναι πολύ συντηρητικά. Τους νόμους δεν ελέγχουν τα δικαστήρια. Ολοι οι νόμοι ελέγχονται από ένα συνταγματικό συμβούλιο (ούτε καν δικαστήριο θεωρείται) το οποίο συγκροτείται από εννέα μέλη ­ δεν είναι κατ’ ανάγκη δικαστές ­ που διορίζονται: τρεις από τον πρόεδρο της γαλλικής δημοκρατίας, τρεις από τον πρωθυπουργό και τρεις από τον πρόεδρο της Βουλής. Η θητεία τους διαρκεί εννέα χρόνια.


Αυτό το συνταγματικό συμβούλιο λοιπόν έχει την αρμοδιότητα ελέγχει κάποιους νόμους, που είναι σημαντικοί, προτού δημοσιευθούν και προτού ισχύσουν. Αν πει ότι δεν είναι σύμφωνοι με το Σύνταγμα οι νόμοι καταργούνται. Εκτός όμως από την αυτεπάγγελτη έρευνα για τη συνταγματικότητα ενός νόμου, δικαίωμα να προσβάλουν ένα νόμο ως αντισυνταγματικό έχουν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο πρωθυπουργός, ορισμένος αριθμός βουλευτών.


Στη Γερμανία τους νόμους ελέγχουν τα δικαστήρια, χωρίς διάκριση. Οταν όμως ένα δικαστήριο ελέγχοντας τη συνταγματικότητα ενός νόμου διαπιστώσει πως κάτι δεν «πάει καλά» είναι υποχρεωμένο «αυθωρί και παραχρήμα» να μη δικάσει την υπόθεση και να στείλει σχετικό ερώτημα για τη συνταγματικότητα ή μη του νόμου στο πανίσχυρο Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας. Αν πει «ναι» στην αντισυνταγματικότητα, ο νόμος παύει αμέσως να ισχύει. Εκτός όμως από τα κατώτερα δικαστήρια στο Ανώτατο Δικαστήριο μπορούν να προσφύγουν για να ελεγχθεί η συνταγματικότητα ενός νόμου το 1/3 των μελών της Βουλής, η κυβέρνηση, οι τοπικές κυβερνήσεις (το κράτος είναι ομόσπονδο) αλλά και απλοί πολίτες μόνον όταν ο νόμος σχετίζεται με ατομικά δικαιώματα.