Αμέσως μόλις το όξινο τροφικό περιεχόμενο του στομάχου εισέλθει στο λεπτό έντερο, το πάγκρεας αρχίζει να εκκρίνει το παγκρεατικό υγρό. Πώς «γνωρίζει» όμως ήδη το πάγκρεας ότι εμφανίστηκε ποσότητα τροφής ώστε να ξεκινήσει τη λειτουργία που του έχει αναθέσει η φύση; «Η τροφή διεγείρει ένα νεύρο το οποίο με τη σειρά του διεγείρει το πάγκρεας» υποστήριξε ο ρώσος φυσιολόγος Ιβάν Πέτροβιτς Παβλόφ (1849-1936). Η άποψή του κίνησε το ενδιαφέρον δύο βρετανών συναδέλφων του (Ερνεστ Χένρι Στάρλινγκ και Γουίλιαμ Μπέιλις), οι οποίοι αποφάσισαν και να την ελέγξουν πειραματικά το 1902. Ανακάλυψαν λοιπόν ότι ο εσωτερικός χιτώνας του λεπτού εντέρου υπό την επίδραση του οξέος του στομάχου εκκρίνει μια συγκεκριμένη ουσία (οπότε την βάφτισαν «εκκριματίνη»), ανακαλύπτοντας ταυτόχρονα ότι στον οργανισμό δεν μεταδίδονται μόνο νευρικά αλλά και χημικά «σήματα» – και χαρίζοντάς μας αργότερα τη γνώση περί των σημαντικότερων «αγγελιαφόρων» του οργανισμού, των ορμονών (τις βάφτισαν έτσι από την ελληνική λέξη ορμή).


Επί τριάντα χρόνια (1900-1930) οι έρευνες του Παβλόφ είχαν επικεντρωθεί στην εκκριτική δραστηριότητα κατά την πέψη. Τα πειράματα φυσικά γίνονταν σε ζώα. Η επιδεξιότητα του Παβλόφ ως χειρουργού ήταν μοναδική τότε. Λέγεται ότι ήταν σε θέση να εισαγάγει καθετήρα στη μηριαία αρτηρία ενός σκύλου σχεδόν ανώδυνα χωρίς αναισθησία και να καταγράψει την επίδραση στην πίεση του αίματος διαφόρων φαρμακευτικών και συγκινησιακών ερεθισμάτων. Αποκορύφωμα των ερευνών, το κλασικό πείραμα με τον πεινασμένο σκύλο, με το οποίο ήθελε να επιβεβαιώσει αν είναι δυνατόν να επιβληθεί ένα νέο πρότυπο λειτουργίας σε έμφυτες αντιδράσεις. Ο Παβλόφ βασίστηκε στα εξής δεδομένα: όταν ένα πεινασμένο σκυλί δει τροφή, θα αντιδράσει με την παραγωγή σιέλου. Αν κάθε φορά που το σκυλί βλέπει την τροφή ακούει ταυτόχρονα και ένα κουδούνισμα, τελικά θα παρουσιάζει σιελόρροια όταν χτυπά το κουδούνι, ακόμη και αν δεν βλέπει τροφή. Συμπέρασμα: Το ζώο θα έχει συνδέσει τον ήχο του κουδουνιού με τη θέα της τροφής και θα αντιδρά σαν να ισοδυναμεί ο ήχος με την παρουσία τροφής. Αυτό ήταν λοιπόν ένα εξαρτημένο αντανακλαστικό. Ο ρώσος επιστήμονας δηλαδή είχε χρησιμοποιήσει την έκκριση του σάλιου ως ποσοτικό μέτρο «ψυχικής δραστηριότητας» του ζώου. Αναζητώντας αναλογίες μεταξύ «εξαρτημένου» και «νωτιαίου» αντανακλαστικού, ήθελε να δώσει έμφαση στο πλεονέκτημα των αντικειμενικών μετρήσεων της φυσιολογίας όσον αφορά τη μελέτη των πνευματικών φαινομένων και της ανώτερης νευρικής δραστηριότητας.


[Οι διαδικασίες του νωτιαίου αντανακλαστικού, σύμφωνα με τον φυσιολόγο Σέρινγκτον, περιελάμβαναν στοιχεία όπως η διέγερση και η αναστολή πολλών νεύρων, η επαγωγή (αύξηση ή ελάττωση της αναστολής που προκαλείται από προηγούμενη διέγερση) και διάχυση ώσεων σε διάφορα νεύρα. Ο Παβλόφ προσέθεσε τις επιδράσεις και τη «μωσαϊκή δράση» του φλοιού του εγκεφάλου, τα αποτελέσματα του ύπνου στην εξάπλωση της αναστολής και την προέλευση των νευρωτικών διαταραχών, την οποία απέδωσε σε σύγκρουση ή αντίθεση μεταξύ φλοιώδους διέγερσης και αναστολής.] Αποτελώντας εξαίρεση από τον «συρμό» που ήθελε τους οπαδούς της φροϋδικής θεωρίας να κατακτούν τα επιστημονικά σαλόνια, το 1914 ο αμερικανός ψυχολόγος Τζον Γουότσον προτίμησε να θεμελιώσει στα δεδομένα του Παβλόφ τη δική του, «ρωσικής εμπνεύσεως», θεωρία του μπεχαβιορισμού (από την αγγλική λέξη behavior=συμπεριφορά) – ερμηνεία δηλαδή ακόμη και της ανθρώπινης συμπεριφοράς με βάση τα εξαρτημένα αντανακλαστικά που περιέγραψε ο ρώσος φυσιολόγος και όχι με βάση την ψυχανάλυση. Αλλά και ο ίδιος ο Παβλόφ, περίπου από το 1930, προσπάθησε να εφαρμόσει τους νόμους του στην ερμηνεία των ανθρωπίνων ψυχώσεων. Η υπόθεση ήταν η εξής: η υπερβολική αναστολή που χαρακτηρίζει ένα ψυχωτικό άτομο ήταν ένας προστατευτικός μηχανισμός που έχτιζε ένα τείχος απέναντι στον εξωτερικό κόσμο, αποκλείοντας τραυματικά ερεθίσματα τα οποία προηγουμένως είχαν προκαλέσει υπερβολική διέγερση. Αυτή η αρχή αποτέλεσε και τη βάση της ψυχιατρικής θεραπείας σε ήρεμο και χωρίς εξωτερικά ερεθίσματα περιβάλλον που εφαρμόστηκε στη Ρωσία.


Ο ρώσος επιστήμονας, που εγκαινίασε τις λεπτές χειρουργικές επεμβάσεις σε πειραματόζωα και έμεινε στην ιστορία για το πείραμα του πεινασμένου σκύλου, γεννήθηκε το 1849 στο Ριαζάν, ένα χωριό της Κεντρικής Ρωσίας, όπου ο πατέρας του ήταν εφημέριος. Ως πρωτότοκος, οι αρχικές σκέψεις ήταν να ακολουθήσει επαγγελματικά τα πατρικά βήματα και να σπουδάσει θεολογία. Οπως και έγινε – ως το 870 όμως, οπότε ο Παβλόφ διαπίστωσε ότι η χημεία και η φυσιολογία ήταν αυτές που είλκυαν το ενδιαφέρον του και αποφάσισε την εγγραφή του στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης. Από την αποφοίτησή του από την Αυτοκρατορική Ακαδημία (1879) ως το Νομπέλ Φυσιολογίας και Ιατρικής (1904), οι σημαντικότεροι σταθμοί της επιστημονικής διαδρομής του ήταν οι μεταδιδακτορικές σπουδές στη Γερμανία, η πρώτη έρευνα για τη φυσιολογία του κυκλοφορικού συστήματος, η διετής (1888-1890) εργασία στο Εργαστήριο Μπότκιν της Πετρούπολης και η κατάκτηση της καθηγητικής έδρας Φυσιολογίας στο πανεπιστήμιο από όπου αποφοίτησε, την Αυτοκρατορική Ιατρική Ακαδημία (1890). Επιστημονικώς πρωτοπόρος, πολιτικώς ανυπότακτος. Ζωντανή ιστορία της χώρας του, ο Παβλόφ γεννήθηκε, μεγάλωσε και έφθασε στο ζενίθ της δόξας επί τσάρου, παρέμεινε στην πατρίδα του και εργάστηκε ως τον θάνατό του επί σοβιετικού καθεστώτος. Το αποτέλεσμα ήταν να καταγραφεί ως μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία της επιστήμης. Οχι όμως μόνο για την έρευνά του αλλά κυρίως για τις σχέσεις μίσους (εκ μέρους του) και αγάπης (εκ μέρους των «μπολσεβίκων») με το σοβιετικό καθεστώς. Είναι σχεδόν ο μόνος επιστήμονας που ενώ «αυθαδίαζε» διατρανώνοντας την αντίθεσή του στην πολιτική του Κομμουνιστικού Κόμματος, δεν υπέστη διώξεις. Αντίθετα. Οταν ζήτησε από τον Λένιν (το 1922) να μεταφέρει το εργαστήριό του στο εξωτερικό, ο Βλαντίμιρ Ιλιτς αρνήθηκε, υποστηρίζοντας ότι η Ρωσία έχει ανάγκη από επιστήμονες σαν αυτόν. Οταν κατήγγειλε δημόσια τον κομμουνισμό μετά την πρώτη επίσκεψή του στις ΗΠΑ το 1923 («ούτε τα πίσω πόδια ενός βατράχου δεν θα θυσίαζα γι’ αυτό το είδος σοσιαλιστικού πειράματος που κάνετε»), η «απάντηση» ήταν η απονομή τιμητικών διακρίσεων εκ μέρους των κυβερνητικών επισήμων. Οταν παραιτήθηκε από την έδρα του διαμαρτυρόμενος για το «πογκρόμ» εις βάρος των υιών κληρικών που σάρωσε τη Στρατιωτική Ιατρική Ακαδημία του Λένινγκραντ (1924) ή όταν έγραψε στον Στάλιν «ντρέπομαι που είμαι Ρώσος με αυτά που κάνετε στη ρωσική διανόηση, αποθαρρύνοντας, εξοντώνοντας και διαφθείροντας» (1927) δεν διώχθηκε. Ούτε υπέστη κυρώσεις όταν αρνήθηκε στον Μπουχάριν την είσοδο στο εργαστήριό του, παρ’ ότι η χρηματοδότηση των ερευνών γινόταν από κονδύλια που διαχειριζόταν ο κομισάριος. Λίγο πριν από τον θάνατό του κατηγορήθηκε από τους συγχρόνους του ως υπεύθυνος για την τεχνική πλύσης εγκεφάλου που εφαρμόστηκε στην πατρίδα του. Από τους σύγχρονους φυσιολόγους κατηγορείται ότι η μέθοδος εργασίας του με υγιή και μη αναισθητοποιημένα ζώα για όλη τη διάρκεια της ζωής τους επιεικώς δεν ήταν αποδεκτή. Ωστόσο η συμβολή του στην ιατρική και στην έρευνα δεν αμφισβητήθηκε από κανέναν. Ο επιστήμονας που υποστήριξε ότι η λειτουργία της γλώσσας δεν περιλαμβάνει μόνο λέξεις αλλά ένα ολόκληρο σύστημα επεξεργασίας γενικεύσεων που δεν είναι δυνατή σε κατώτερα ζώα, έχει αφήσει το στίγμα του στο καθημερινό λεξιλόγιό μας: «Σαν τον σκύλο του Παβλόφ»…