Ενας βηματοδότης στομάχου υπόσχεται να …κόψει την όρεξη στα παχύσαρκα άτομα βοηθώντας τα να χάσουν το περιττό τους βάρος.

Η νέα συσκευή έχει λάβει πρόσφατα έγκριση κυκλοφορίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μοιάζει με τον γνωστό μας καρδιακό βηματοδότη. Αποτελείται από έναν διεγέρτη και έναν αισθητήρα που εμφυτεύονται στο στομάχι με χειρουργική επέμβαση.

Ο διεγέρτης στέλνει ηλεκτρικούς παλμούς οι οποίοι έχουν ως καθήκον να «ξεγελάσουν» τον εγκέφαλο ώστε να πιστέψει ότι έχει επέλθει κορεσμός. Οι παλμοί αρχίζουν να εκπέμπονται λίγα λεπτά αφότου το άτομο αρχίζει να καταναλώνει τροφή ή ποτό και ο κορεσμός επέρχεται όταν έχει καταναλωθεί περίπου η μισή τροφή σε σύγκριση με τις ποσότητες που συνήθιζε να καταναλώνει ο ασθενής.

Η ζωή με τον βηματοδότη

Σύμφωνα με τον 20χρονο Πάτρικ Χέτζνερ από το Μόναχο ο οποίος «φορά» το τελευταίο διάστημα τον βηματοδότη στομάχου στο πλαίσιο κλινικής δοκιμής, η ζωή με τη συσκευή δεν είναι ιδιαιτέρως δύσκολη. «Αισθάνομαι μια μικρή πίεση στο στομάχι, αλλά δεν νιώθω γενικώς άσχημα» ανέφερε ο 20χρονος ταχυδρόμος στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Associated Press.

Μέχρι στιγμής ο βηματοδότης στομάχου που κατασκευάστηκε από την αμερικανική εταιρεία Intrapace έχει εμφυτευθεί σε περίπου 65 άτομα που συμμετείχαν σε δύο διαφορετικές δοκιμές. Σχεδόν οι μισοί από τους ασθενείς «φορούν» ήδη τον βηματοδότη για διάστημα μεγαλύτερο του έτους (η διάρκεια ζωής της μπαταρίας του είναι πέντε χρόνια) . Οι περισσότεροι εξ αυτών έχουν χάσει περίπου το 20% του σωματικού βάρους τους και έχουν καταφέρει να διατηρηθούν στα νέα κιλά τους.

Παρότι στην αγορά κυκλοφορούν και άλλοι βηματοδότες στομάχου, στην πλειονότητά τους χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση συμπτωμάτων όπως η ναυτία ή ο έμετος και όχι για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας.

Πώς λειτουργεί

Η όρεξη ελέγχεται από σήματα που στέλνουν τα νεύρα γύρω από το στομάχι στον εγκέφαλο. Ο βηματοδότης στομάχου παρεμβαίνει σε αυτήν την επικοινωνία, στέλνοντας μήνυμα στον εγκέφαλο ότι το σώμα έχει χορτάσει μετά την κατανάλωση μιας σχετικά μικρής ποσότητας τροφής.

Είναι μάλιστα σημαντικό ότι ο ανιχνευτής της συσκευής καταγράφει το πότε ο ασθενής τρώει, πίνει ή γυμνάζεται με αποτέλεσμα να μπορεί να έχει γνώση της προόδου που κάνει. Η εταιρεία έχει επίσης δημιουργήσει ένα online δίκτυο ασθενών στο οποίο καθίσταται δυνατή η επικοινωνία και η ανταλλαγή απόψεων και συμβουλών μεταξύ των ατόμων στα οποία έχει τοποθετηθεί ο βηματοδότης.

Η σοβαρότερη παρενέργεια σε ό,τι αφορά τη συσκευή αφορά την εμφάνιση λοίμωξης που συνδέεται με την επέμβαση. Στη Βρετανία όπου ο βηματοδότης έλαβε έγκριση κυκλοφορίας τον περασμένο μήνα το κόστος του αγγίζει τις 15.000 λίρες (17.600 ευρώ) συμπεριλαμβανομένης της επέμβασης εμφύτευσης.

Προς το παρόν πάντως παρά την ευρωπαϊκή έγκριση της συσκευής η εμφύτευσή της έχει γίνει μόνο στο πλαίσιο δοκιμών. Η κατασκευάστρια εταιρεία βρίσκεται ωστόσο σε συζητήσεις με κλινικές στην Ευρώπη που ενδιαφέρονται να εφαρμόσουν τη μέθοδο του βηματοδότη. Σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ εκτιμάται ότι ο βηματοδότης θα λάβει έγκριση κυκλοφορίας το 2014.

Πάντως ορισμένοι ειδικοί εκφράζουν ανησυχία σχετικά με το αν η συσκευή θα μπορεί να έχει μακροπρόθεσμη επίδραση στον οργανισμό. Όπως ανέφερε ο δρ Στίβεν Μπλουμ, ερευνητής σε θέματα παχυσαρκίας στο Imperial College του Λονδίνου ο οποίος δεν συνδέεται με την εταιρεία Intrapace και τις κλινικές δοκιμές που διεξάγει, είναι πιθανό ο οργανισμός να συνηθίσει κάποια στιγμή στους ηλεκτρικούς παλμούς που αποστέλλονται από τον βηματοδότη με αποτέλεσμα το άτομο να αρχίσει και πάλι να καταναλώνει μεγάλες ποσότητες τροφής.