Ο Αύγουστος έφυγε, ο Σεπτέμβριος έφθασε

Λέξεις και πρόκες

Φεύγω παρασημοφορημένος από τη Δράκεια, ημερολόγιό μου: ένας μεγάλος κάλος κοσμεί τον δεξιό αντίχειρα και ένας μικρότερος τον αριστερό, ένδοξα τεκμήρια των χειρωνακτικών ενασχολήσεων του εφετινού καλοκαιριού. Σφυρί και δράπανο, τροχός και σκαρπέλο, πριόνι και τανάλια, πινέλο και σπάτουλα, σφυρί και κατσαβίδι πέρασαν από τα χέρια μου και άφησαν τα σημάδια τους. Είμαι χειρώνακτας, πάει, τελείωσε.
Για χρόνια πολλά, δεκαετίες ολόκληρες, κάλο είχε μόνο ο δεξιός μέσος στην τελευταία του φάλαγγα, εκεί που τον πίεζαν το μολύβι και η πένα όταν έγραφα. Μετά ήρθε το πληκτρολόγιο, το έργο της συναρμολόγησης λέξεων ανέλαβαν τα δέκα ακροδάχτυλα, έφυγε το σημάδι του γραφιά από τον μέσο.

Είχα στενοχωρηθεί, ομολογώ, ήμουν περήφανος για τον μικρό κάλο που απεδείκνυε την ενασχόληση με λέξεις και γράμματα. Ηταν το αντίτιμο, έλεγα, για να μην αποκτήσεις «κάλο στον εγκέφαλο».

Το πληκτρολόγιο δεν αφήνει σημάδια στα ακροδάχτυλα, δεν μπορείς να αναγνωρίσεις εξ όνυχος, περίπου, τον γραφιά. Ακόμη χειρότερα, φοβάμαι πως επηρέασε την αφή, τα χάδια πρέπει να είναι λιγότερο ηδονικά από πριν, αφού το δέρμα σκλήρυνε από τη χρήση των πλήκτρων. Ισως να πρέπει να αρχίσω μανικιούρ, να ξαναβρούν τα ακροδάχτυλα την ευαισθησία τους –αλλά τους δύο κάλους που με τόσο κόπο απέκτησα δεν θα αφήσω να τους πειράξουν.
Τα κοψίματα των ξύλων, το ξύσιμο, το βάψιμο δεν ήσαν τόσο δύσκολα –το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν να ανοίγω τρύπες στην πλάκα Πηλίου για να τοποθετώ στηρίγματα για τον φράχτη -, περί τα δέκα τρυπάνια χάλασα, πολύ περισσότερα από τα σιδερένια παπούτσια που έλιωσε ώσπου να βρει την αγαπημένη του οποιοσδήποτε ήρωας παραμυθιού. Και το να βγάζω τις παλιές πρόκες ήταν εξαιρετικά δύσκολο: μπορεί να ήσαν οξειδωμένες απ’ έξω, αλλά το ξύλο της καστανιάς τις είχε αγκαλιάσει σφιχτά, αρνιόταν να τις αφήσει.
Και τώρα που κάθησα να γεμίσω τις σελίδες σου θυμήθηκα ότι «σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις, να μην τις παίρνει ο άνεμος», έχει γράψει ο Μανώλης Αναγνωστάκης –καλά για τον άνεμο, σωστό, αλλά ούτε η τανάλια; Γιατί έτσι γίνεται τελικά με τα καρφιά.
Βίδες αντί για πρόκες
Η προσπάθειά μου να ξεκαρφώσω σκουριασμένες πρόκες με κάνει να αμφιβάλλω αν είναι σωστός ο στίχος. Με βίδες, με στριφόνια που όταν χρειαστεί τα ξεβιδώνεις, είναι σωστότερο, μου φαίνεται, να ενώνονται τα ξύλα και να αρμολογούνται στο μυαλό οι λέξεις. Γιατί αλλιώς, αν κάποιος άχρηστος σου καρφώσει στο μυαλό λάθος λέξεις, άντε να τις βγάλεις μετά. Αλλά και σωστός να είναι ο τεχνίτης, με τέχνη και σοφία να τις καρφώνει, αν σκουριάσουν οι λέξεις, πώς θα βγουν; Τα «σκουριασμένα μυαλά» δεν έχουν γίνει έτσι από λέξεις που σκούριασαν πια και πρέπει να αντικατασταθούν;
Αλλά είναι ευκολότερο να καρφώνεις πρόκες παρά να βιδώνεις –είναι η ευκολία του μάστορα τα καρφιά, ίσως και του γραφιά οι λέξεις-πρόκες.
  • Το βέβαιο είναι, ημερολόγιό μου, πως είναι ευκολότερο να φτιάχνεις φράχτες από το να γράφεις κείμενα, αυτό κατάλαβα τούτες τις ημέρες. Εντάξει, ο σωματικός κόπος είναι μεγαλύτερος (και οι κάλοι επίσης), αλλά υπάρχει επαναληπτικότητα, μόλις τελειώσεις το πρώτο κομμάτι, ξέρεις τι θα κάνεις παρακάτω –στα κείμενα δεν ξέρεις ποτέ τι σε περιμένει παρακάτω, τι συνειρμοί θα έρθουν, πώς θα ταιριάξουν οι λέξεις και τα νοήματα.
Ας πούμε, εκεί που έγραφα για τις πρόκες και τα βιδώματα, ο νους μου πήγε στον Μανώλη Αναγνωστάκη και από τον Αναγνωστάκη έφθασε στον Ακη Τσοχατζόπουλο, γιατί ο συγκατηγορούμενός του και στενός συνεργάτης του Γιάννης Σμπώκος ακόμη και στίχους του ποιητή απήγγειλε στην απολογία του για να πείσει τους δικαστές πως είναι αθώος, έτσι διάβασα.
Αλλά και ο Ακης Τσοχατζόπουλος, ο πρώην ισχυρός άνδρας του ΠαΣοΚ, ο αγαπημένος πρωτοσπαθάριος του Ανδρέα Παπανδρέου και παρ’ ολίγον πρωθυπουργός της χώρας, αθώος δήλωσε, καμιά σχέση με τα εκατομμύρια ευρώ που πηγαινοέρχονταν από οφσόρ σε οφσόρ. Η δε σύζυγός του Βίκυ Σταμάτη τούς ξεπέρασε όλους: «μαχητής του φωτός» αυτοανακηρύχθηκε στη δική της απολογία.
Το δικαστήριο θα αποφασίσει ποιοι είναι ένοχοι και ποιοι αθώοι, και καθένας έχει δικαίωμα να υποστηρίξει τον εαυτό του έστω και με υπερβολές –αλλά εμένα όλη αυτή η παρέα μού θύμισε τα σκουριασμένα καρφιά του φράχτη μου. Τα πέταξα τελικά, με κόπο, όμως έπρεπε να διορθώσω και τον σκελετό και τα ξύλα: δεν είχε νόημα να βάλω αστραφτερές καινούργιες βίδες, να βάψω με κάσια και βερνίκια σάπια ξύλα και σάπιο σκελετό.
Τι γίνεται με τον σκελετό του πολιτικού συστήματος; Τα καρφιά της παρέας Τσοχατζόπουλου θα πεταχτούν, βλέπω και μπογιατίσματα εδώ και εκεί –αλλά ποιος θα διορθώσει τον σκελετό; Εχω την εντύπωση ότι ακόμη πιο μεγαλειώδες και από το κατόρθωμα να συμμαζευτούν τα δημοσιονομικά, για το οποίο μας επαινούν οι δανειστές μας, είναι το επίτευγμα του πολιτικού συστήματος να βγει ανέπαφο στη δομή του από την κρίση. Οι πολιτικοί συνεχίζουν να κυβερνούν ή να αντιπολιτεύονται όπως έκαναν και πριν, σαν να μην έχει συμβεί τίποτε.
Οι κυβερνώντες προσπαθούν να μείνουν στην εξουσία μπαλώνοντας και βάφοντας για να φανεί ο φράχτης όμορφος στην τρόικα, οι αντιπολιτευόμενοι προσπαθούν να φθάσουν στην εξουσία χωρίς κανένα σχέδιο για το τι θα κάνουν με τον φράχτη. Ας πούμε, ο ΣΥΡΙΖΑ προβλέπει «θερμό φθινόπωρο» και ετοιμάζεται να πρωτοστατήσει στις απειλούμενες κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών, με στόχο να ρίξει την κυβέρνηση –ίσως και τον φράχτη.
Το ΔΣ της ΟΛΜΕ όμως δεν κατάφερε να συνεννοηθεί και να προτείνει στους καθηγητές τι είδους απεργίες θα κάνουν.
Δύσκολο λοιπόν να συνεννοηθούν οι κατά τόπους ΕΛΜΕ. Ισως ο Σεπτέμβριος να μην είναι τόσο θερμός όσο τον φανταζόταν η Κουμουνδούρου. Αντί να ασχολούνται με το πώς θα ανεβάσουν το θερμόμετρο, δεν στρώνουν τον πισινό τους να δουν (και να πουν και σε μας) πώς θα κυβερνήσουν;
Νίκος Μάργαρης
Δηλαδή το ερώτημα «εκτός από το να διοργανώνει κινητοποιήσεις, διαμαρτυρίες, διαδηλώσεις και φεστιβάλ, κάνει και κάτι άλλο ο ΣΥΡΙΖΑ που μου διαφεύγει;» παραμένει –μου το είχε θέσει με επιστολή του πριν από δυόμισι χρόνια ο «Νικόλαος εκ Βόλου», δηλαδή ο Νίκος Μάργαρης, ημερολόγιό μου, που μας άφησε την περασμένη Τρίτη. Εβδομήντα χρονών.
Φίλος από παλιά, σοφός καθηγητής που δεν άντεχε τη μιζέρια των πανεπιστημιακών κύκλων και είχε ανοιχτεί στην αρθρογραφία και στη δημοσιογραφία, σχεδόν 15 χρόνια διευθυντής στο ελληνικό National Geographic. Ηταν αυτός που πριν από 30-35 χρόνια πρώτος μετέφερε στο ευρύτερο κοινό τη συζήτηση για την οικολογία και το περιβάλλον, που ήταν και η επιστημονική του ειδικότητα.
Μου έστελνε σημειώματα όποτε ήθελε κάτι να σχολιάσει, να βγάλει το άχτι του, άλλοτε «Νικόλαος εκ Βόλου», άλλοτε «Ν. Μ.» υπέγραφε. Σκωπτικός και λογικός πάντα: «Πλατεία Ταχρίρ ή Πλατεία Μπατίρ;» ήταν η μελαγχολική απάντησή του στην περίφημη προτροπή του Αλέκου Αλαβάνου «το Σύνταγμα να γίνει Πλατεία Ταχρίρ».
Δεν άντεχε τις υπερβολές και τα ψέματα: επέμενε ότι οι παράνομες χωματερές και η ΔΕΗ ευθύνονται πρωτίστως για τις πυρκαγιές των δασών και όχι «τούρκοι πράκτορες» ή «οικοπεδοφάγοι», όπως απαιτούσε η εθνικά και ταξικά ορθή ειδησεογραφία. Και πως πληρώναμε τη μανία των πευκοδασών –όπου γινόταν αναδάσωση τα παλιά χρόνια, πεύκα φύτευαν, το δέντρο που είναι μέσα στον κύκλο της ζωής του η φωτιά.
Ανοιχτό μυαλό, οξύ, καλλιεργημένο, άνθρωπος χωρίς παρωπίδες, με χιούμορ αλλά και με μόνιμο άγχος –το έβλεπες πίσω από το χαμόγελό του ότι κάτι τον έτρωγε πάντα, ακόμη περισσότερο τα τελευταία χρόνια που όλα τα περιοδικά αντιμετώπιζαν μεγάλα προβλήματα.
Λέγαμε να βρεθούμε στο Πήλιο, δεν το είχαμε καταφέρει –συναντηθήκαμε τελευταία φορά τυχαία, πέρυσι τον Οκτώβριο σε τεράστια ουρά της Στ’ Εφορίας, στου Ψυρρή, με την οποία ούτε εκείνος ούτε εγώ είχαμε σχέση. Είχε φθάσει ιδρωμένος, τρέχοντας να προλάβει να πληρώσει τη δόση στη μόνη εφορία που δεχόταν πιστωτικές κάρτες εκείνες τις ημέρες: η ενοποίηση των εφοριών είχε κάνει μπάχαλο το σύστημα ηλεκτρονικών πληρωμών –για τον ίδιο λόγο βρισκόμουν και εγώ εκεί. «Ενοποιήθηκαν οι εφορίες και κοίτα τι έγινε· σκέψου να είχε γίνει και η Ενωση της Κύπρου με την Ελλάδα τι θα είχε συμβεί…» ήταν το σχόλιο του καλού Νίκου.
  • Δεν θα ξαναβρώ στο γραμματοκιβώτιό μου επιστολή του Νίκου Μάργαρη. Οταν βρεθώ στην Αθήνα, θα πάω να αφήσω αντίδωρο στον τάφο του τα κατ’ εξοχήν πηλιορείτικα λουλούδια, ορτανσίες, ημερολόγιό μου. Θα προτιμούσα να του δείξω φωτογραφία του φράχτη μου και με ακόμη μεγαλύτερη περηφάνια τους κάλους των δαχτύλων μου· αλλά δεν πρόλαβα.

γραμματοκιβώτιο
diodorus@tovima.gr

Είμαι δημόσιος υπάλληλος (δάσκαλος) με τριακοντατετραετή (34) πραγματική υπηρεσία και 57 ετών. Οι συνομήλικοί μου λιμενικοί, αστυνομικοί, πυροσβέστες κ.ά. είναι συνταξιούχοι εδώ και πολλά έτη (5 ως 10). Ηδη έχουν εισπράξει ένα παχυλόεφάπαξ και αρκετά καλή σύνταξη. Εγώ και κάποιοι ελάχιστοι ακόμη που θέλουμε να εργαστούμε ως τα 60, αν έχουμε υγεία και ενώ οι κρατήσεις συνεχίζονται κανονικότατα, θα εισπράξουμε κάποιο υποτυπώδες εφάπαξ, ένα απλό επίδομα των πέντε ή επτά χιλιάδων ευρώ ή το παράσημο της ανοιχτής παλάμης; Θαρρώ μόνο το τελευταίο. Και ρωτώ σε, Διόδωρε, αυτή είναι η δικαιοσύνη του ελληνικού κράτους;

Ιππέας @forthnet.gr
***
Ως συνήθως: κατασκευάζουμε μύθους των οποίων τελικά γινόμαστε θύματα. Ο μεταπολιτευτικός μύθος έλεγε ότι μπορούμε να ξοδεύουμε περισσότερα από όσα παράγουμε, δηλαδή να δανειζόμαστε αφειδώς. Οταν ο μύθος κατέστη θύτης, αναζητήσαμε αποδιοπομπαίους τράγους, ενώ κάποιοι το γύρισαν και στον κουτσαβακισμό απαιτώντας πλήρη διαγραφή του δημόσιου χρέους.
Γ.Κ. @otenet.gr
***
Τυχεροί εμείς της επαρχίας, όπου διαβάζουμε καθημερινά στον τοπικό Τύπο τις ενέργειες που κάνουν οι βουλευτές μας δι’ επερωτήσεων στη Βουλή να γίνει τούτο, να γίνει τ’ άλλο, να γίνει το παράλλο. «Δεν έχουν άλλη δουλειά να κάνουν;» με ρώτησε ένας μπάρμπας που με θεωρεί μεγαλοδημοσιογράφο επειδή γράφω επιστολές. Υγείαν έχομεν, το αυτό επιθυμούμε, απάντησα.
Αβαδαίος@yahoo κτλ.
***
Τόσο μικροί –ολίγης ικανότητας –οι πολιτικοί που σήμερα μας κυβερνούν, ελάχιστο το φως που μας προτείνουν… Θα καταγραφεί μελλοντικά ότι σε καιρούς σκοτεινούς ξεπετάχτηκαν προσπαθώντας να παραστήσουν τις πυγολαμπίδες… Η αλήθεια, ατυχώς γι’ αυτούς, καταγράφεται στο όνομα που γλαφυρά τους έχει δώσει ο λαός: κωλοφωτιές…
Ο εκ Ξάνθης 8
***
Μήπως οι άγγλοι βουλευτές δεν είχαν ενημερωθεί για τις δηλώσεις Αβραμόπουλου -Βενιζέλου περί «αναλογικών μέτρων»; Mήπως πρέπει να ξαναψηφίσουν;
Δημήτριος Τσεχίας

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ