«Είμαστε ευαίσθητοι άνθρωποι»





Είναι άραγε αρκετά σημαντικό για έναν νέο δημιουργό να διαφέρει από τους συγχρόνους του και ταυτόχρονα να συλλέγει επαίνους από τους αναγνωρισμένους και με διαχρονική αξία παλαιοτέρους; Για τον 25χρονο Μπράιαν Μόλκο, ψυχή και ηγετική φυσιογνωμία των Placebo, φαίνεται να είναι πολύ σημαντικό και μάλλον τα έχει καταφέρει. Προτού καλά καλά κυκλοφορήσει το πρώτο άλμπουμ των Placebo, το 1996, που τόσες συζητήσεις προκάλεσε, δεν ήταν μικρή υπόθεση να παίζουν ως σαπόρτ γκρουπ στην ευρωπαϊκή περιοδεία των U2 και του Ντέιβιντ Μπάουι. Οπως δεν είναι επίσης μικρή υπόθεση σε μια εποχή υπερπροσφοράς το καινούργιο άλμπουμ τους να αναμένεται με τέτοια ανυπομονησία από τον παγκόσμιο μουσικό Τύπο. Οι Placebo δημιουργήθηκαν στην Αγγλία από τον Μπράιαν Μόλκο (που, όντας Αμερικανός με ιταλικό και ελβετικό αίμα στις φλέβες του, μεγάλωσε στο Λουξεμβούργο), τον Σουηδό Στέφαν Ολσνταλ και τον Αγγλο Στιβ Χιούιτ. Ο Μόλκο στα 17 του μετοίκησε στη Βρετανία, όπου σπούδασε υποκριτική στη δραματική σχολή του Γκόλντσμιθ. Εν τούτοις ήταν η μουσική που τον απασχολούσε περισσότερο. Ετσι, όταν το 1995 συνάντησε τον γείτονά του από το Λουξεμβούργο Στέφαν, του πρότεινε να φτιάξουν το συγκρότημα. Το πρώτο σινγκλ τους ήταν το «Bruise Pristine» που τους τοποθέτησε στην τρίτη θέση των ανεξάρτητων τσαρτ.


Ο ήχος που τους καθιέρωσε εκλαμβάνεται ως ένα κράμα αγαπημένων τους ονομάτων (όπως του Ιγκι Ποπ και του Λου Ριντ σε συνδυασμό με την ακατέργαστη κιθαριστική διάθεση των Sonic Youth), με τη χαρακτηριστική ένρινη φωνή του Μπράιαν να λειτουργεί ως ειδοποιός διαφορά σε σχέση με τις υπόλοιπες βρετανικές μπάντες. Πολύ σημαντική όμως είναι και η σκηνική τους παρουσία, με τον μικρόσωμο frontman να ντύνεται με φορέματα και να μακιγιάρεται με τρόπο ανάλογο της εποχής του γκλαμ ροκ. Το πρώτο ομώνυμο άλμπουμ χαιρετίστηκε ως μία από τις πιο ελπιδοφόρες δουλειές το 1997 και οι αναγνώστες της έγκυρης βρετανικής εφημερίδας «ΝΜΕ» ψήφισαν τον Μόλκο ως… την τρίτη καλύτερη τραγουδίστρια της χρονιάς. Τον Οκτώβριο πρόκειται να κυκλοφορήσει ο καινούργιος τους δίσκος «Without you I’m Nothing», που δίδει έμφαση στις μπαλάντες. Ακούγοντας το promo επιβεβαιώνεται ότι η αναμονή δικαιώθηκε αφού τραγούδια όπως το «Pure Morning», το «The Crawl» και το αριστουργηματικό ομώνυμο track μάς πείθουν ότι έχουμε να κάνουμε με ένα από τα καλύτερα άλμπουμ της χρονιάς που διανύουμε. Συναντήσαμε τον Μπράιαν Μόλκο στο Λονδίνο, σε πάρτι που δόθηκαν μετά τις συναυλίες των Massive Attack και του Barry Adamson.





­
Είστε ένα από τα λίγα γκρουπ που, όπως και οι Pixies, έχετε επηρεασθεί εμφανώς από τον Bowie χωρίς να τον μιμείστε. Συμφωνείς με αυτή την άποψη;


«Νομίζω ότι είναι μια ωραία φιλοφρόνηση. Εντελώς πρακτικά πιστεύω ότι οποιαδήποτε άλλη μπάντα θα διαφωνούσε μαζί σου θεωρώντας ότι τους καταστρέφεις την αίσθηση μοναδικότητας που έχουν για τον εαυτό τους. Εμείς τιμούμε τις επιρροές μας, αρκεί να μην ξεπερνάμε τα όρια».


­ Ακούγοντας το promo του καινούργιου δίσκου σας πρόσεξα ότι δώσατε μεγαλύτερη έμφαση στις μπαλάντες. Για ποιον λόγο έγινε αυτή η στροφή;


«Είμαστε αρκετά ευαίσθητοι άνθρωποι και η μεταστροφή αυτή θα συνέβαινε αργά ή γρήγορα. Αλλωστε τα περισσότερα τραγούδια έχουν να κάνουν με τον έρωτα, οπότε οι χαμηλότονες μελωδίες ταιριάζουν καλύτερα».


­ Θεώρησες ποτέ τον εαυτό σου μέρος της brit-pop σκηνής που τόσο πολύ απασχόλησε τον μουσικό Τύπο τα τελευταία χρόνια;


«Οχι, πρώτον γιατί η ιστορία αυτή έχει λήξει εδώ και αρκετά χρόνια και, δεύτερον, για τον απλούστατο λόγο ότι όλοι στους Placebo κατάγονται από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το βασικότερο όμως είναι ότι δεν θελήσαμε ούτε προσπαθήσαμε ποτέ να ενταχθούμε σε κάποιο μουσικό κίνημα και πιστεύω ότι το καταφέραμε».


­ Το αμφισεξουαλικό στυλ που προβάλλεις προς τα έξω είναι ένας ακόμη τρόπος για να προκαλέσεις;


«Βασικά έτσι είμαι. Δεν προσπαθώ να κρύψω τη σεξουαλικότητά μου. Δεν ντρέπομαι για κάτι και, καθώς το συγκρότημα είναι μια προέκταση του τι είμαι, εμμέσως αυτό φαίνεται και στη μουσική μας. Δεν προσπαθούμε να προκαλέσουμε το κοινό, απλά είναι μια τίμια και αγνή εξωτερίκευση του εσωτερικού μας κόσμου».


­ Μπράιαν, νιώθεις στα αλήθεια άνετα φορώντας γυναικεία ρούχα;


«Αρκετά. Αλλωστε, όπως βλέπεις και αυτή τη στιγμή, φοράω ένα υπέροχο γυναικείο παντελόνι της Agnes Β.».


­ Είναι γεγονός ότι «φοβάσαι τα κορίτσια»; (σ.σ.: είναι τίτλος τραγουδιού από το καινούργιο άλμπουμ)


«Μερικές φορές. Οχι πάντα πια. Ολα αυτά ξεκινούν από μια ανασφάλεια, ένα φόβο που έχω για τις γυναίκες και ταυτόχρονα από την εμμονή μου γι’ αυτές. Εχω την εντύπωση ότι κάθε φορά δίνω εξετάσεις».


­ Σε μια συνέντευξή σου πέρυσι είπες ότι είσαι πιο σέξι από τον Ιησού. Μπορείς να γίνεις πιο συγκεκριμένος;


«Με βλέπεις, έχεις δει και τα βίντεό μας, οπότε μάλλον καταλαβαίνεις τι εννοώ. Ξέρεις, ο Χριστός είναι αρκετά «τριχωτός» ώστε να είναι σέξι».


­ Εχεις σκεφθεί ποτέ να αλλάξεις στυλ, ακόμη και αν αυτό απογοητεύσει τους οπαδούς σου;


«Το έχω σκεφθεί και πραγματικά δεν με πειράζει. Αυτόν τον καιρό σκέφτομαι να κόψω πολύ κοντά τα μαλλιά μου. Δεν υπάρχει περίπτωση να εγκλωβισθώ ποτέ σε τέτοιου είδους δεσμεύσεις».


­ Πρόσφατα έπαιξες στην ταινία του Todd Haines «Velvet Goldmine». Πώς βλέπεις όλες αυτές τις επιστροφές σε παλαιότερα μουσικά είδη και εν προκειμένω στο γκλαμ ροκ;


«Πιστεύω ότι τα πράγματα στη μουσική κάνουν κύκλους, έτσι το γκλαμ που ξεκίνησε 25 περίπου χρόνια πριν έχει την τιμητική του στις ημέρες μας. Ακριβώς επειδή γράφτηκαν πολύ σημαντικά πράγματα εκείνη την περίοδο, μ’ αρέσει που επανήλθε. Με την προϋπόθεση πάντα ότι θα επηρεάσει τα μουσικά πράγματα και δεν θα το αντιγράψουν απλώς. Μ’ αρέσει επίσης το γκλαμ ροκ γιατί είναι αρκετά εξώκοσμο και μετά από τόσα χρόνια συνεχίζει να ακούγεται έτσι».


­ Βρίσκεις κάτι κοινό μεταξύ των ζωντανών εμφανίσεών σου και της συμμετοχής σου ως ηθοποιού σε ταινίες;


«Παίζοντας ζωντανά είναι πολύ διαφορετικά. Είναι πιο ενστικτώδες, η αδρεναλίνη κινείται σε φοβερά ύψη, κάτι σαν πολύ δυνατό ναρκωτικό και πολύ πιο άμεσο. Το κοινό ανταποκρίνεται αμέσως και δεν έχεις τη δυνατότητα διόρθωσης. Στον κινηματογράφο τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά. Τόσος κόσμος κινείται δίπλα σου την ώρα που δημιουργείς και το αποτέλεσμα φαίνεται πολύ αργότερα, όταν πια βγαίνει στις αίθουσες».


­ Σκέφτεσαι να συνεχίσεις στον κινηματογράφο;


«Ελπίζω. Ηδη μου έχουν γίνει αρκετές προτάσεις τις οποίες σκέφτομαι. Μπορεί να είναι η αρχή μιας καριέρας ή το τέλος κάποιας άλλης, ποτέ δεν ξέρεις».


­ Οι ταινίες αποτελούν πηγή έμπνευσης για τους στίχους των Placebo;


«Δεν με ενέπνευσε ποτέ ο κινηματογράφος, ποτέ για να γράψω. Οι περισσότεροι στίχοι των Placebo είναι αυτοβιογραφικοί, εμπνευσμένοι από συναισθήματα που μας περιβάλλουν».


­ Πες μου πώς ένιωθες ως τινέιτζερ τριών διαφορετικών εθνικοτήτων καταγωγής, ζώντας στο απρόσωπο και αδιάφορο Λουξεμβούργο;


«Περίεργα και βαρετά. Το Λουξεμβούργο σού δημιουργεί αντιφατικά συναισθήματα. Σαν το «Twin Peaks». Από τη μια μεριά είναι αρκετά όμορφο και από την άλλη πιστεύεις συνεχώς ότι κάτι υποχθόνιο συμβαίνει, κάτι που ίσως δεν θα το μάθεις ποτέ. Γεγονός πάντως είναι ότι πάντα περίμενα τη στιγμή που θα φύγω για πάντα από εκεί».


­ Σκέφτηκες ποτέ να συνεχίσεις με σόλο καριέρα;


«Οχι, σε καμία περίπτωση. Χωρίς το συγκρότημα δεν είμαι τίποτα. Τη μουσική τη γράφουμε μαζί και δεν μπορώ να με φαντασθώ να λειτουργώ χωρίς αυτούς».


­ Πιστεύεις στην αιώνια αγάπη και στην ολοκληρωτική αφοσίωση σε ένα πρόσωπο, όπως λες στο ομώνυμο με το άλμπουμ τραγούδι;


«Θα ήθελα να το πιστεύω και επίσης θα ήθελα να το ζήσω κάποια ημέρα. Πιστεύω όμως ότι αυτό γίνεται ολοένα και δυσκολότερο με τους ρυθμούς που αλλάζει ο κόσμος. Αλλωστε είναι ανέφικτο να ζητάς στον μετα-AIDS κόσμο να κρατήσει μια σχέση για πάντα. Η μονογαμία είναι δυτικό κατασκεύασμα και ίσως ο δυτικός κόσμος να έσφαλλε όλα αυτά τα χρόνια».


­ Ποια είναι η μεγαλύτερη φιλοδοξία σου; Θα πουλούσες π.χ. την ψυχή σου στον Διάβολο προκειμένου να γίνεις πιο διάσημος από τον Elvis;


«Νομίζω ότι αυτό το έχω κάνει ήδη».


­ Ποιος είναι ο σταρ που θαυμάζεις και στον οποίο θα ήθελες να μοιάσεις με το πέρασμα των χρόνων;


«Θα ήθελα να μοιάσω πολύ στον David Bowie έτσι όπως είναι σήμερα».


­ Πώς σου φάνηκε η συναυλία του Barry Adamson στο Emporium; Σε παρατηρούσα και ήταν στιγμές που ήσουν ένα με τους φανς. Είναι δύσκολο για έναν καλλιτέχνη να παραδεχθεί την ανωτερότητα κάποιου άλλου;


«Ηταν καταπληκτικός. Ημουν φαν του Barry από την περίοδο που βρισκόταν στους Bad Seeds του Nick Cave και έτσι ήταν πολύ μεγάλη ευχαρίστησή μου να τον δω επιτέλους ζωντανά και δεν με απογοήτευσε καθόλου. Οσο για τη ζήλεια, είναι μάλλον ίδιον αυτών που τοποθετούν τα πάντα γύρω από τη δουλειά τους. Υπάρχουν και σημαντικότερα πράγματα να κάνει κάποιος στη ζωή του».


­ Ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο που μου διέθεσες. Ελπίζω να τα ξαναπούμε.


«Ευχαριστώ κι εγώ».