«Κάθε φορά που έβγαινε η Νοφάρ από το σπίτι απλωνόταν στο πρόσωπό της η απορία: Tι είμαι στ’ αλήθεια εγώ; Κι αυτή η έκπληξη, αυτή η ταπεινή αμηχανία, ενίσχυε τη γοητεία της τόσο που ολόκληρος ο κόσμος έσπευδε να της νεύσει: Nαι, είσαι πράγματι εσύ». Και όμως, μέχρι την ιστορία του βιασμού της ολόκληρος ο κόσμος έσπευδε να της πει: Eσύ; Ποια εσύ; Mα δεν υπάρχεις εσύ. Νοφάρ η αόρατη, η ταπεινή και αμήχανη 17χρονη, η πρωταγωνίστρια αυτού του μυθιστορήματος, μια έφηβη κοπέλα που επισκιαζόταν μεταξύ των άλλων και από μια πανέμορφη μικρότερη αδελφή. Ενα κορίτσι που διέψευδε τις φαντασιώσεις των γονιών της, οι οποίοι της είχαν χαρίσει το όνομα «Νούφαρο», λουλούδι που ανθίζει. Ωστόσο, το συγκεκριμένο κορίτσι έζησε σαν μαραμένο τα πρώτα χρόνια της ζωής του.

Λοιπόν, είναι καλοκαίρι και η ίδια δουλεύει σε ένα παγωτατζίδικο και, ενώ σερβίρει απελπισμένη, προσμένει μια έξοδο κινδύνου. Σκαρφίζεται τότε έναν ψεύτικο βιασμό με δράστη έναν σελέμπριτι της τηλεόρασης που είχε την ατυχία να της ζητήσει απρεπώς ένα χωνάκι παγωτό. Με το ψεύδος αρχίζει το χρονικό μιας μεταμόρφωσης. Από ένα χλωμό και αξιοθρήνητο πλάσμα η Νοφάρ γίνεται ταυτόχρονα ένα εύθραυστο γατάκι που όλοι θέλουν να χαϊδέψουν και μια θαρραλέα λέαινα που όλοι θέλουν να υμνήσουν. Το χάδι και ο ύμνος. Δυο «δώρα Θεού» μαζί, δηλαδή, μέσα από μια ψεύτικη καταγγελία.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω