Ο εξοστρακισμένος πραγματιστής
Απολαυστική ως ανάγνωσμα, αναθεωρητική ως περιεχόμενο, η βιογραφία του βρετανού υπουργού Εξωτερικών σερ Εντουαρντ Γκρέι από τον Τόμας Οτ επαναφέρει στην επικαιρότητα έναν ξεχασμένο πρωταγωνιστή των αρχών του 20ού αιώνα
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
«Τα φώτα σβήνουν σε όλη την Ευρώπη. Δεν πρόκειται να τα ξαναδούμε αναμμένα όσο ζούμε». Η φράση του βρετανού υπουργού Εξωτερικών σερ Εντουαρντ Γκρέι (1862-1933) το βράδυ της 4ης Αυγούστου 1914, ημέρας εισόδου της Βρετανίας στον «Μεγάλο Πόλεμο», συνοψίζει επιγραμματικά την τραγικότητα της σύρραξης που επρόκειτο να αποτελέσει τον επίλογο του «μακρού 19ου αιώνα». Εκφράζει παράλληλα και την τραγικότητα του ίδιου του προσώπου, ενός μετριοπαθούς, φιλειρηνιστή, καλλιεργημένου ευρωπαίου πολιτικού που προέβλεπε την επερχόμενη κατάρρευση του πολιτισμικού οικοδομήματος. Οπως σημειώνει στην υποδειγματική βιογραφία του με τίτλο Statesman of Europe ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιστ Ανγκλια, Τόμας Οτ, αποκορύφωμα της σταδιοδρομίας του Γκρέι υπήρξε ο τεκμηριωμένος και ευθύς λόγος του στο κοινοβούλιο υπέρ της βρετανικής επέμβασης. Επευφημούμενος από τον κόσμο στον δρόμο έπειτα, θα έλεγε «ποτέ δεν ήθελα να με ζητωκραυγάσει ένα φιλοπόλεμο πλήθος».
Ανανεωτικός φιλελεύθερος
Ο Γκρέι ανήκε σε μια γενιά νεωτεριστών φιλελεύθερων πολιτικών. Μαζί με τους Χέρμπερτ Ασκουιθ, Ρίτσαρντ Χαλντέιν, Ντέιβιντ Λόιντ Τζορτζ επεδίωξε να ανανεώσει τον ιδεαλιστικό φιλελευθερισμό της εποχής του Γλάδστωνα στην πραγματιστική κατεύθυνση των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων. Γόνος οικογένειας Ουίγων (της φιλοκοινοβουλευτικής αριστοκρατίας της Αγγλικής Επανάστασης), σπούδασε νομικά στην Οξφόρδη διακρινόμενος περισσότερο ως πρωταθλητής του τένις παρά ως μελετηρός φοιτητής, μπήκε στην πολιτική χάρη στις διασυνδέσεις της πατριάς των Γκρέι, αποδείχθηκε όμως ότι είχε επιλέξει σωστά την κλίση του. Αναγνώστης του Γουόρντσγουορθ και του Ε. Μ. Φόρστερ, υποστηρικτής της γυναικείας ψήφου και του περιορισμού της ισχύος της Βουλής των Λόρδων, υπήρξε από τους πιο προοδευτικούς εκφραστές της κεντρώας πτέρυγας. Ο Οτ τον περιγράφει ως πιστό κοινοβουλευτικό, χαρακτήρα που δεν επιζητούσε την προβολή, κατέκρινε τον λαϊκισμό συνοδοιπόρων και αντιπάλων, οριζόταν περισσότερο από την αίσθηση του δημόσιου καθήκοντος παρά από αρχηγικές φιλοδοξίες και αισθανόταν πιο άνετα μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας: στον κήπο της πατρικής οικίας στο Φάλοντον του Νορθάμπερλαντ μπορούσε να δει κανείς έναν υψηλόβαθμο κυβερνητικό αξιωματούχο «να σκαλίζει το χώμα βγάζοντας πατάτες για το κυριακάτικο δείπνο του».
Ανήλθε γρήγορα στην κομματική ιεραρχία, αναλαμβάνοντας σε ηλικία 43 ετών, το 1905, την ηγεσία της βρετανικής διπλωματίας: επρόκειτο να αναδειχθεί ο μακροβιότερος υπουργός Εξωτερικών της χώρας μένοντας στη θέση του ως το 1916. Χαράσσοντας την πολιτική της εδουαρδιανής Αγγλίας ο Γκρέι σκεφτόταν «σε αυτοκρατορικά και ταυτόχρονα σε ευρωπαϊκά συμφραζόμενα». Η ήπειρος είχε περιέλθει σε μια εύθραυστη ισορροπία όπου η Γαλλία εξακολουθούσε να επιζητεί τη ρεβάνς του 1870, η Ρωσία είχε δεχθεί ισχυρό πλήγμα με την ήττα στον Ρωσοϊαπωνικό Πόλεμο του 1904-1905 και η Γερμανία ήταν «ανήσυχη και ύποπτη». Για τον Γκρέι τα συμφέροντα της χώρας εξυπηρετούσαν η «Εγκάρδια Συνεννόηση» με τις δύο πρώτες και η ταυτόχρονη «συνεργασία» με την τελευταία. Με γνώμονα την ευέλικτη αυτή στάση συνέβαλε καταλυτικά στη διατήρηση της ειρήνης σε μια σειρά κρίσεων: του Μαρόκου το 1906 και το 1911, της προσάρτησης της Βοσνίας από την Αυστροουγγαρία το 1908, των Βαλκανικών Πολέμων το 1912-1913. Εδρασε ως την τελευταία στιγμή για την εξεύρεση διπλωματικής λύσης μετά τη δολοφονία του αρχιδούκα Φραγκίσκου-Φερδινάνδου στο Σαράγεβο στις 28 Ιουνίου 1914 και, όταν αυτή δεν κατέστη δυνατή, εισηγήθηκε πειστικά στο κυβερνητικό συμβούλιο την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας στον πόλεμο στο πλευρό της Entente.
Διορατικός διπλωμάτης
O Εντουαρντ Γκρέι έγινε από πολύ νωρίς ο αποδιοπομπαίος τράγος της κρίσης του Ιουλίου. Ο Λόιντ Τζορτζ, υπουργός Εφοδιασμού, μετέπειτα πρωθυπουργός και κυρίαρχη προσωπικότητα των Φιλελευθέρων, τον κατηγόρησε ανοιχτά στα μεταπολεμικά του απομνημονεύματα ως υπαίτιο της καταστροφής επηρεάζοντας καίρια μια σειρά μελετητών που του χρέωναν αναποφασιστικότητα στην αναχαίτιση της Γερμανίας κατά τα πρώτα στάδια της διένεξης. Την επικριτική γραμμή των ιστορικών εκφράζει σήμερα ο Σον Μακ Μίκιν, ο οποίος στο July 1914. Countdown to War (εκδ. Icon) θεωρεί ότι η διπλωματία του Γκρέι το κρίσιμο πρώτο διήμερο του Αυγούστου χαρακτηρίστηκε από νεφελώδεις, παραπλανητικές και, τελικά, «ανόητες προτάσεις» προς τη Γερμανία. Ο Νιλ Φέργκιουσον συνηγορεί ως προς την ασάφεια, του αποδίδει όμως επιπλέον στο βιβλίο του Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος (εκδ. Ιωλκός) τη «βαθύτατη μεταβολή» της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής, αναπροσανατολισμό μάλιστα στον οποίο ο ίδιος, υποτίθεται, υπήρξε διπλωματικά αφελής, εφόσον ενέδωσε στη δέσμευση της χώρας στο άρμα των συμφερόντων της Γαλλίας και της Ρωσίας. Αναλύοντας το ζήτημα στους Υπνοβάτες (εκδ. Αλεξάνδρεια) με τη λογική της εξαιρετικής μονογραφίας του που περιγράφει τους ευρωπαίους ηγέτες ως «επαγρυπνούντες αλλά τυφλούς» ενώπιον των επερχόμενων δεινών, ο Κρίστοφερ Κλαρκ επιβεβαιώνει την ποιότητα του Γκρέι ως διπλωμάτη. Ωστόσο, οι αμφισημίες της πολιτικής του εξελίχθηκαν σε αντιφάσεις τη στιγμή της επιστράτευσης των ευρωπαϊκών δυνάμεων. «Οι πικρές επιλογές μεταξύ αντιτιθέμενων επιλογών δεν δίχαζαν μόνο κόμματα και κυβερνήσεις αλλά και τον νου κομβικών ως προς τη λήψη αποφάσεων προσώπων» καταλήγει.
Ο Οτ αναθεωρεί την παραπάνω εικόνα βλέποντας συνολικά τον Γκρέι ως «πραγματιστή με αρχές, και ως εκ τούτου διορατικό». Οι χειρισμοί του το καλοκαίρι του 1914 δεν ανταποκρίνονται στα λάθη που του προσάπτουν, οι προειδοποιήσεις προς τη Γερμανία καταγράφονταν ήδη από τις αρχές Ιουλίου και από τη στιγμή που ο πόλεμος κατέστη αναπόφευκτος η συνηγορία του υπέρ της συμμετοχής της Βρετανίας ήταν ορθή, εφόσον η ουδετερότητα θα σήμαινε διεθνή απομόνωση της χώρας στο μέτρο που οι νικητές θα αναδιοργάνωναν τον ευρωπαϊκό χάρτη. Λάθος για τον συγγραφέα ήταν ότι προτίμησε να βασιστεί στον δίαυλο του Βερολίνου αντί να πιέσει ο ίδιος την Αυστροουγγαρία για τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων. Ωστόσο, από μόνες τους οι κινήσεις του Γκρέι δεν ήταν υπεύθυνες ούτε για τη συλλογική αποτυχία συνεννόησης ούτε για την κλιμάκωση που οδήγησε στη σύρραξη: η κρίση του Ιουλίου ήταν ένας γόρδιος δεσμός που υπερέβαινε τις ικανότητες ενός προσώπου. Ο Οτ υπογραμμίζει σε πολλές περιπτώσεις την οξυδέρκειά του: επισήμανε σε ανύποπτο χρόνο τις καταστροφικές συνέπειες ενός δυνητικού πολέμου, εργάστηκε μετά τη λήξη του για τη δημιουργία της Κοινωνίας των Εθνών, προώθησε τη συνεργασία με τις ΗΠΑ, αμφισβήτησε την αποτελεσματικότητα της δυτικής πολιτικής έναντι των μπολσεβίκων, αντιλήφθηκε νωρίς τη ναζιστική απειλή. Κυρίως, και σε αντίθεση με πλήθος βρετανών πολιτικών τότε και τώρα, πολιτεύθηκε πάντοτε με την επίγνωση της αλληλεξάρτησης Βρετανίας και Ευρώπης. Γι’ αυτό και επιστρέφοντας στον αξιοσημείωτο βίο ενός αποσυνάγωγου πρωταγωνιστή των αρχών του 20ού αιώνα ο Τόμας Οτ ρητά (και διόλου τυχαία) αποδίδει αναδρομικά στον σερ Εντουαρντ Γκρέι τον τίτλο του «ευρωπαίου ηγέτη».
Σύντομο βιογραφικό
Ο Τόμας Οτ (φωτογραφία) είναι καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Ιστ Ανγκλια, από τους κορυφαίους ιστορικούς της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής, συγγραφέας και επιμελητής 18 βιβλίων, μεταξύ των οποίων τα «The Foreign Office Mind» και «July Crisis, 1914» (εκδ. Cambridge University Press).
{SYG}T. G. Otte {SYG}{TIT}Statesman of Europe. A Life of Sir Edward Grey {TIT}{EKD}Εκδόσεις Allen Lane, 2020, σελ. 896, τιμή 35 στερλίνε{EKD}ς

