Νέα δεδομένα στην αντιμετώπιση της υποτροπιάζουσας πολλαπλής σκλήρυνσης
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Σχετιζόμενη με μια σειρά συμπτωμάτων που υποβαθμίζουν καθημερινά την ποιότητα ζωής εκατομμυρίων ασθενών και φροντιστών, η πολλαπλή σκλήρυνση – από την οποία μόνο στην Ελλάδα πάσχουν περίπου 13.000 άτομα – δίκαια αποτελεί εδώ και πολλές δεκαετίες μια σημαντική επιστημονική πρόκληση.
Αποτελεσματικότητα, ασφάλεια, συχνότητα και ευκολία χορήγησης είναι μόνο μερικές από τις παραμέτρους στις οποίες εστιάζουν οι ερευνητές στην προσπάθειά τους να επιτύχουν καλύτερη διαχείριση της νόσου η οποία, σημειώνεται, αποτελεί τη συχνότερη, μη τραυματικής αιτιολογίας, νευρολογική διαταραχή που προκαλεί αναπηρία σε νεαρούς ενηλίκους.
Ποιες είναι ωστόσο οι νεότερες εξελίξεις σε ό,τι αφορά τη θεραπευτική προσέγγιση της ΠΣ, και κυρίως της συχνότερα εμφανιζόμενης μορφής της, της υποτροπιάζουσας δηλαδή πολλαπλής σκλήρυνσης (RMS), στην οποία περιλαμβάνεται η υποτροπιάζουσα διαλείπουσα ΠΣ (RRMS), η δευτεροπαθώς προϊούσα ΠΣ (SPMS) και η πρωτοπαθώς προϊούσα ΠΣ (PPMS);
Τα νέα είναι θετικά και μάλιστα, όπως αναφέρθηκε κατά το τελευταίο, 34ο ECTRIMS 2018 (European Committee for Treatment and Research in Multiple Sclerosis) που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στο Βερολίνο, νέα κλινικά δεδομένα ήρθαν να προστεθούν σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των δισκίων κλαδριβίνης, μίας εκ του στόματος θεραπείας που χρησιμοποιείται σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα ΠΣ, με υψηλής ενεργότητας νόσο.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με όσα ανακοινώθηκαν κατά τη διάρκεια της κορυφαίας αυτής επιστημονικής συνάντησης, τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν βασίζονται τόσο σε επισκόπηση κλινικών δεδομένων του πραγματικού κόσμου (real world evidence) και κλινικές μελέτες όσο και σε πρόσθετες post-hoc αναλύσεις δεδομένων, από την ανάλυση των οποίων επιβεβαιώνεται ένα θετικό προφίλ οφέλους-κινδύνου για τη θεραπεία.
Τα συμπεράσματα που προέκυψαν είναι σημαντικά για δύο λόγους. Ο πρώτος αφορά την αποτελεσματικότητα, ένα στοιχείο ιδιαίτερα κομβικό αν αναλογιστεί κανείς ότι οι πάσχοντες ενδέχεται να εμφανίσουν μια πλειάδα συμπτωμάτων, όπως είναι η διαταραχή στη βάδιση και στην όραση, αδυναμία ή κόπωση, πόνους και σπασμούς, γνωστικά προβλήματα (π.χ. προβλήματα προσοχής και οργάνωσης) ή ακόμη και σεξουαλικές δυσλειτουργίες.
Με βάση τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν, τα δισκία κλαδριβίνης χορηγούνται ως βραχείας διάρκειας θεραπεία που μπορούν να διατηρήσουν τον έλεγχο της νόσου για 4 έτη με μέγιστη από του στόματος δοσολογία τις 20 ημέρες τα πρώτα 2 χρόνια. Ανήκουν δηλαδή σε ό,τι νεότερο έχει να επιδείξει η επιστήμη γύρω από τη διαχείριση της ΠΣ: τις λεγόμενες θεραπείες ανοσολογικής ανασύστασης (SIRT).
Τα στοιχεία της μελέτης
Είναι χαρακτηριστικό δε πως από post-hoc ανάλυση σχετικής μελέτης (CLARITY), η αποτελεσματικότητα των δισκίων κλαδριβίνης δεν φαίνεται να επηρεάζεται ούτε καν από την ηλικία, η οποία είναι γνωστό ότι αποτελεί βασικό παράγοντα κινδύνου εμφάνισης της νόσου και μάλιστα βρέθηκε ότι οι υποτροπές που πληρούσαν τα σχετικά κριτήρια μειώθηκαν σε ασθενείς με RMS ηλικίας τόσο κάτω όσο και άνω των 45 ετών.
Παράλληλα, όσον αφορά τις μετρήσεις της μαγνητικής τομογραφίας, δεδομένα της CLARITY έδειξαν ότι ο αριθμός των σωρευτικών νέων βλαβών T1 Gd+ και των ενεργών T2 την 96η εβδομάδα, με τα δισκία μειώθηκαν, συγκριτικά με το placebo, και στις δύο ηλικιακές ομάδες.
Ο δεύτερος λόγος αφορά την ασφάλεια, νεότερα στοιχεία γύρω από την οποία ανακοινώθηκαν και στο 34o ECTRIMS. Ειδικότερα, βάσει μιας ολοκληρωμένης ανάλυσης ασθενών από τις μελέτες CLARITY, CLARITY EXT και ORACLE-MS, και συμπεριλαμβανομένων δεδομένων δύο επιπλέον ετών από το μακροπρόθεσμο μητρώο PREMIERE (περισσότερα από 10.000 έτη ασθενών με περισσότερους από 2.700 ασθενείς που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα κλινικών μελετών και μέχρι 10 έτη παρακολούθησης σε ορισμένους ασθενείς).
Από τα δεδομένα αυτά, επιβεβαιώθηκε το προφίλ ανεπιθύμητων ενεργειών που προέκυψαν κατά τη θεραπεία με δισκία κλαδριβίνης σε ασθενείς με υποτροπιάζουσα ΠΣ (RMS), χωρίς νέα ευρήματα σε σχέση με την ασφάλεια.
Στο πλαίσιο αυτής της ανάλυσης, μια επισκόπηση δεδομένων ασφαλείας μετά την έγκριση έως τον Ιούλιο του 2018 δεν έδειξε επίσης νέα ευρήματα ασφαλείας ή ανοχής για τα δισκία κλαδριβίνης.
Οι νέες ουσίες και η αποτελεσματικότητά τους
Η αποτελεσματικότερη διαχείριση της πολλαπλής σκλήρυνσης αποτελεί μια πάγια ανάγκη των ασθενών και ένα μεγάλο «στοίχημα» για ερευνητές και συστήματα Υγείας. Αυτή τη στιγμή άλλωστε υπολογίζεται ότι περίπου 2,3 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν πολλαπλή σκλήρυνση παγκοσμίως, με τους περισσότερους από αυτούς να έχουν εμφανίσει το πρώτο τους σύμπτωμα σε ηλικία μόλις 20-40 ετών. Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, πως παράλληλα με τα δισκία κλαδριβίνης κατά τη διάρκεια του ECTRIMS παρουσιάστηκαν επίσης στοιχεία που αφορούσαν την αποτελεσματικότητα και ασφάλεια και άλλων ουσιών, μεταξύ των οποίων ήταν η ιντερφερόνη βήτα 1-α (το οποίο χορηγείται υποδόρια 3 φορές την εβδομάδα), καθώς και την υπό έρευνα θεραπεία evobrutinib. Αυτή αφορά έναν ιδιαίτερα εξειδικευμένο από του στόματος αναστολέα τυροσινικής κινάσης του Bruton (ΒΤΚ), η οποία είναι σημαντική για την ανάπτυξη και τη λειτουργία διαφόρων κυττάρων του ανοσοποιητικού και άρα η αναστολή της θεωρείται ότι ενδεχομένως να συμβάλει και στην καταστολή ορισμένων αυτοάνοσων παθήσεων.

