Η πρόκληση της νέας εκβιομηχάνισης
Ο αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης και η ομάδα των συνεργατών του έχουν αναλάβει την εκπόνηση και εκτέλεση πολλών σχεδίων για την αναμόρφωση του παραγωγικού και αναπτυξιακού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Ο Νίκος Παπαθανάσης έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό κατά το διάστημα της πανδημίας. Ως υφυπουργός και (από το καλοκαίρι του 2020 και έπειτα) ως αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης, βρέθηκε στη λιγότερο ή περισσότερο δυσάρεστη θέση να απαντά για το πότε θα κλείσει ή θα ανοίξει η εστίαση, τι θα γίνει με το λιανεμπόριο, τι αποστάσεις θα έχουν τα τραπεζοκαθίσματα και διάφορα άλλα σχετικά με τη διαχείριση των επιπτώσεων της COVID-19 στην αγορά.
Ωστόσο, η τοποθέτησή του στο υπουργείο τον Ιούλιο του 2019 σε άλλον σχεδιασμό βασίστηκε και με άλλους φιλόδοξους στόχους είχε συνδυαστεί. Εκτοτε, η πανδημία κυριάρχησε και επέβαλε στην αγορά ασφυκτικές συνθήκες. Παρά ταύτα, εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Στο υπουργείο Ανάπτυξης μπορεί να κυριαρχεί η πληθωρική παρουσία του Αδ. Γεωργιάδη, είναι όμως ο Νίκος Παπαθανάσης και η ομάδα των συνεργατών του που έχουν αναλάβει την εκπόνηση και εκτέλεση πολλών σχεδίων για την αναμόρφωση του παραγωγικού και αναπτυξιακού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας.
Φιλόδοξα σχέδια
εν μέσω πανδημίας
Ηδη από τις αρχές της υγειονομικής κρίσης ο αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης είχε καταρτίσει και υποβάλει μια λεπτομερή μελέτη για την αναδιάρθρωση της ελληνικής βιομηχανίας. Στον πυρήνα της βρίσκεται η αύξηση του ποσοστού συμμετοχής της βιομηχανικής παραγωγής στο ελληνικό ΑΕΠ, από τα σημερινά επίπεδα (κάτω του 10%) στο 15%, με ό,τι θετικό αυτό θα σημάνει για τη δημιουργία νέων και διαφορετικών θέσεων εργασίας, υποδομών κ.ά.
Σήμερα, η καθημερινότητα του κ. Παπαθανάση και των συνεργατών του κυριαρχείται από την κεντρική πρόκληση του 2021. Πρόκειται για την αξιοποίηση των διαθέσιμων εθνικών και συγχρηματοδοτούμενων πόρων, με στόχο την αναχαίτιση των συνεπειών της πανδημίας και την αύξηση του ΑΕΠ. Παρά ταύτα, η αποκατάσταση της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς και η αναζωογόνηση της οικονομικής δραστηριότητας δεν εξαρτώνται σε τόσο μεγάλο βαθμό από τις διαθέσεις του υπουργού ή του αναπληρωτή υπουργού Ανάπτυξης, αλλά πρωτίστως από τις επιδημιολογικές συνθήκες.
Βασική προτεραιότητα παραμένει η διεκδίκηση και αξιοποίηση κονδυλίων της τάξεως των 5 δισεκατομμυρίων ευρώ από το ΕΣΠΑ της επόμενης περιόδου 2021-2027. Σύμφωνα με τον κ. Παπαθανάση, αυτό το ποσό μπορεί πολλαπλασιαστικά να δημιουργήσει κεφάλαια κίνησης της τάξεως των 15-20 δισ. ευρώ. Παράλληλα, εντός της επόμενης τριετίας θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί τα έργα και οι δράσεις του ΕΣΠΑ 2014-2020 σε όλους τους τομείς.
Οι προτεραιότητες
στις μεταρρυθμίσεις
Στο επίπεδο των μεταρρυθμίσεων, οι προτεραιότητες εντοπίζονται σε σημεία όπως:
- η απλοποίηση αδειοδότησης των οικονομικών δραστηριοτήτων
- η μετατόπιση από τον εκ των προτέρων έλεγχο και την αδειοδότηση στην κατ’ αρχήν ελεύθερη άσκηση δραστηριότητας και στον εκ των υστέρων έλεγχο, βάσει της εκτίμησης κινδύνου και της αξιοποίησης νέων διοικητικών εργαλείων και του ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος
- η απλούστευση και η επιτάχυνση των διαδικασιών και η μείωση της γραφειοκρατίας μέσω της εφαρμογής του νέου θεσμικού πλαισίου για το Γενικό Εμπορικό Μητρώο και διασύνδεσης με άλλα δημόσια μητρώα.
Νέα στρατηγική
για τα έργα ΣΔΙΤ
Σύμφωνα, πάντως, με τον αναπληρωτή υπουργό και τους αρμόδιους συνεργάτες του, το ιδιαίτερα φιλόδοξο σχέδιο για το προσεχές εξάμηνο αφορά την αναδιαμόρφωση του πλαισίου για τις Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) και την εκπόνηση μιας συνολικής εθνικής στρατηγικής. Στόχος είναι η αλλαγή φιλοσοφίας και η εγκατάλειψη της τακτικής «first come, first served», ώστε να προχωρούν σχέδια με βάση την ιεράρχηση προτεραιοτήτων και όχι τον χρόνο της υποβολής τους.
Κατά τον τρόπο αυτόν, στο υπουργείο Ανάπτυξης επιχειρείται μια αλλαγή στην αξιοποίηση του συγκεκριμένου εργαλείου χρηματοδότησης, προκειμένου να ενταχθούν και να προχωρήσουν προς υλοποίηση όχι μόνο έργα κτιριακών υποδομών, όπως κατά κύριο λόγο συμβαίνει σήμερα. Επιδιώκεται πλέον να προχωρήσουν αναπτυξιακά πλάνα με τη συγκεκριμένη μέθοδο σε πολλούς και διαφορετικούς τομείς, από τον πολιτισμό και τον ψηφιακό μετασχηματισμό, έως τη διαχείριση εθνικών δρυμών, τις κατασκευές μονάδων αφαλάτωσης και ένα ευρύτερο φάσμα δραστηριοτήτων.
Εξωκοινοβουλευτικός
με μεγάλη εμπειρία
Ο Νίκος Παπαθανάσης έχει υπηρετήσει σε διάφορες θέσεις με πολιτική ευθύνη, δεν έχει όμως πολιτευτεί. Είναι εξωκοινοβουλευτικός υπουργός και η αναβάθμισή του σε αναπληρωτή το προηγούμενο καλοκαίρι είχε ερμηνευτεί ως μήνυμα του Πρωθυπουργού προς τον Αδ. Γεωργιάδη. Παρά ταύτα, η προσωπική σχέση υπουργού και αναπληρωτή είναι καλύτερη από ό,τι πολλοί πιστεύουν.
Είναι μηχανολόγος μηχανικός με σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο και μεταπτυχιακούς τίτλους στη Διοίκηση Επιχειρήσεων και στην Αεροναυπηγική. Εργάστηκε για πολλά χρόνια ως διευθυντικό στέλεχος του ιδιωτικού και (στενότερου ή ευρύτερου) δημόσιου τομέα. Ξεκίνησε από την αεροναυπηγική εταιρεία DeHavilland, μετέπειτα Bombardier, και διετέλεσε μέλος του ΔΣ της ΕΑΒ και της Ολυμπιακής Αεροπλοΐας. Εν συνεχεία ήταν διευθύνων σύμβουλος της ΗΣΑΠ ΑΕ και της ΣΤΑΣΥ ΑΕ.
Η εξυγίανση των οικονομικών της ΝΔ
Το μεγαλύτερο επίτευγμα που πιστώνεται πάντως έως σήμερα ο 60χρονος αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης είναι άλλο και εν πολλοίς άγνωστο. Το 2016, και έπειτα από την ανάδειξη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην προεδρία της ΝΔ, ανέλαβε γενικός διευθυντής του κόμματος. Από τη θέση αυτή συνέβαλε καθοριστικά στην εξυγίανση των οικονομικών του. Την εποχή εκείνη η ΝΔ είχε ένα χρέος της τάξεως των 214 εκατομμυρίων ευρώ, τα περισσότερα προς τράπεζες. Οι ετήσιες δαπάνες της ανέρχονταν σε 8,2 εκατ. ευρώ και τα ετήσια έσοδα σε 4,2 εκατ. ευρώ. Τέθηκαν στόχοι για τη μείωση των δαπανών κατά 70%, στα 2,5 εκατ., σε ορίζοντα τριετίας. Στο πλαίσιο αυτό αποφασίστηκε η μετακόμιση των γραφείων του κόμματος από τη λεωφόρο Συγγρού στο Μοσχάτο και το μηνιαίο κόστος μειώθηκε από τις 98.000 ευρώ στις 9.800 ευρώ. Παράλληλα, αποφασίστηκαν και εφαρμόστηκαν μέτρα περικοπών σε προσωπικό και μισθοδοσία, ενώ εγκαινιάστηκε ένα πρόγραμμα ιδιωτικής χρηματοδότησης, καθώς το μεγαλύτερο μερίδιο της κρατικής επιχορήγησης χρησιμοποιείται πλέον για την εξυπηρέτηση του χρέους.

