Η οικονομική ανάπτυξη θα στηρίξει τις διεθνείς αγορές εμπορευμάτων
Μακροπρόθεσμη θα είναι η επίδραση της ηλεκτροκίνησης και των εναλλακτικών πηγών ενέργειας στις τιμές του πετρελαίου – Αισιοδοξία ότι θα ξεπεραστούν οι προστριβές μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Το 2020 θα είναι μια χρονιά καλύτερη από την προηγούμενη σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις στις διεθνείς αγορές εμπορευμάτων. Αυτό σημειώνουν σε πολυσέλιδη έκθεσή τους οι αναλυτές της Citibank, που αναθεωρούν τις λιγότερο αισιόδοξες προβλέψεις που είχαν κάνει για τα εμπορεύματα στα μέσα του 2019. Η αισιοδοξία τους πηγάζει από την αίσθηση που έχουν ότι οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη, η αμερικανική και η κινεζική, θα ξεπεράσουν τις εμπορικές προστριβές που χαρακτηρίζουν τα τελευταία χρόνια τις σχέσεις τους και – βοηθούντος του γεγονότος ότι το 2020 είναι έτος εκλογών για τις ΗΠΑ – θα εφαρμόσουν πολιτικές που θα τονώσουν την αναπτυξιακή διαδικασία τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ και της Κίνας όσο και διεθνώς.
Οι έντονες διακυμάνσεις των τιμών
Σε κάθε περίπτωση, η εκπνοή του 2019 σήμανε το τέλος μιας δεκαετίας μεγάλων αναταράξεων στις διεθνείς αγορές των εμπορευμάτων, και δη του πετρελαίου, η τιμή του οποίου – μιλάμε για το πετρέλαιο Βόρειας Θάλασσας τύπου Brent – εκτινάχθηκε στα 125 δολάρια το βαρέλι το 2012, για να βυθιστεί στα 30 δολάρια το βαρέλι τον Ιανουάριο του 2016. Οι γεωπολιτικές αναταραχές, οι οικονομικές εξελίξεις, η εκτίναξη της παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου, οι αποφάσεις του OPEC, αλλά και η διεθνής κερδοσκοπία επηρέασαν τις έντονες διακυμάνσεις των τιμών του «μαύρου χρυσού» – είναι χαρακτηριστικό ότι έφθασαν στο ζενίθ εν μέσω παγκόσμιας κρίσης (2012), άρα κάμψης της ζήτησης, ενώ έπεσαν στο ναδίρ εν καιρώ έντονης οικονομικής ανάκαμψης (2016), άρα τόνωσης της ζήτησης. Πρόκειται βέβαια για μια αγορά που προσφέρεται για τζόγο, αφού είναι μια προθεσμιακή – όπως και οι άλλες αγορές εμπορευμάτων εξάλλου.
Πιέσεις για πράσινη ενέργεια
Τη νέα δεκαετία που ανατέλλει με το νέο έτος 2020 οι παράγοντες που θα επηρεάσουν την παγκόσμια πετρελαϊκή αγορά θα παραμείνουν οι ίδιοι κατά τον Αντι Κριτσλόφ της S&P Global Platts: «Η κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας, η αμερικανική παραγωγή και οι εξαγωγές σχιστολιθικού πετρελαίου, καθώς και η ποιότητα της συνεργασίας των χωρών του OPEC με τις μεγάλες παραγωγούς που δεν μετέχουν στο καρτέλ, όπως είναι η Ρωσία, θα συνεχίσουν να επηρεάζουν τις τιμές έως το 2030».
Οι γεωπολιτικές εξελίξεις και η πολιτική των κυρώσεων των ΗΠΑ έναντι μεγάλων παραγωγών, όπως είναι το Ιράν και η Βενεζουέλα, θα επηρεάσουν επίσης την παγκόσμια πετρελαϊκή προσφορά. Σε ό,τι αφορά τη ζήτηση, η αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η αύξηση της χρήσης ηλεκτροκίνητων οχημάτων είναι δύο παράγοντες που θα καθορίσουν τις εξελίξεις την επόμενη δεκαετία. Πολλοί αναλυτές θεωρούν επίσης ότι θα επηρεάσει τις αποφάσεις για επενδύσεις στους υδρογονάνθρακες η παγκοσμίως διογκούμενη ανησυχία για την κλιματική αλλαγή.
Ο νέος κεντρικός παράγοντας
Οι πιέσεις των κοινωνιών προς τις κυβερνήσεις για όλο και καθαρότερη ενέργεια και για «πράσινη οικονομία» αναμένεται να είναι ο νέος κεντρικός παράγοντας που θα επηρεάσει την αγορά ενέργειας διεθνώς το 2020 και τα χρόνια που θα ακολουθήσουν. Σύμφωνα με την S&P Global Platts Analytics, «η εναλλακτική ενέργεια, η χρήση δηλαδή ανανεώσιμων πηγών, η ηλεκτροκίνηση των αυτοκινήτων και η χρήση του υδρογόνου θα περιορίσουν συνολικά τη χρήση ορυκτών καυσίμων».
Η υπό την αιγίδα του ΟΟΣΑ λειτουργούσα Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΔΥΕ) στην πρόσφατη ετήσια έκθεσή της για τις ενεργειακές εξελίξεις στον πλανήτη προβλέπει κορύφωση της ζήτησης για πετρέλαιο γύρω στα μέσα της δεκαετίας του 2020 και σταθεροποίησή της τη δεκαετία του 2030. «Η ζήτηση πετρελαίου για τις μεταφορές εμπορευμάτων, τη ναυτιλία, την αεροπορική βιομηχανία και τη βιομηχανία των πετροχημικών θα συνεχίσει να αυξάνεται. Αλλά η χρήση του ως καυσίμου στην αυτοκίνηση θα κορυφωθεί τη δεκαετία του 2020 λόγω της αποτελεσματικότερης τεχνολογικής εκμετάλλευσης του καυσίμου και της ηλεκτροκίνησης. Διότι η μείωση του κόστους των μπαταριών θα καταστήσει τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα ανταγωνιστικά στις μεγάλες αγορές» σημειώνει χαρακτηριστικά η ΔΥΕ.
Κυριαρχία υδρογονανθράκων
Διαφορετική είναι η προσέγγιση του OPEC, που θεωρεί ότι οι κινητήρες εσωτερικής καύσεως θα συνεχίσουν να κυριαρχούν στην αυτοκίνηση για τουλάχιστον 20 χρόνια ακόμη.
Ο Οργανισμός προβλέπει ότι τα ηλεκτρικά οχήματα θα κατέχουν μερίδιο μόλις 13% στην παγκόσμια αγορά αυτοκινήτου το έτος 2040. Τον περασμένο Νοέμβριο στην έκθεσή του για την παγκόσμια πετρελαϊκή αγορά ο OPEC εξέφρασε την εκτίμηση ότι έως το 2040 θα χρειαστεί να γίνουν συνολικές επενδύσεις 10,6 τρισ. δολαρίων στον πετρελαϊκό τομέα. Οσο για την εξόρυξη σχιστολιθικού πετρελαίου ο OPEC προβλέπει αύξηση κατά περισσότερο από 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως το 2020. Περί τα μέσα της δεκαετίας η παραγωγή σχιστολιθικού αναμένεται να κορυφωθεί.
Στο φλέγον ερώτημα τι επιφυλάσσει στους ενεργειακούς καταναλωτές το 2020 η απάντηση εξαρτάται εν πολλοίς από τις γεωπολιτικές εξελίξεις και κυρίως από τον ανταγωνισμό Σαουδικής Αραβίας – Ιράν, από τις οικονομικές εξελίξεις αλλά και από τις εξελίξεις στα διεθνή χρηματιστήρια. Διότι, όπως συνέβη και το 2012, τα προθεσμιακά συμβόλαια πετρελαίου ως χρηματιστηριακά προϊόντα ίσως μετατραπούν και πάλι σε «ασφαλές καταφύγιο» για τους επενδυτές σε περίπτωση που, όπως κάποιες Κασσάνδρες προλέγουν, έρθει κάποια «διόρθωση» στη Wall Street και στις άλλες μεγάλες αγορές κεφαλαίων. Εχει εξάλλου επανειλημμένως αποδειχθεί τις τελευταίες δεκαετίες ότι ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης εύκολα παρακάμπτεται όταν πρόκειται για τη διακύμανση της τιμής του πετρελαίου.
Οι 7 απειλές για τις αγορές το 2020
Οι ειδικοί της Citi κωδικοποιούν σε 7 τους κινδύνους ως εξής: 1. Να κερδίσουν οι Δημοκρατικοί στις ΗΠΑ και να εφαρμόσουν το «Green New Deal», δαιμονοποιώντας τα ορυκτά καύσιμα. 2. Το ενδεχόμενο μιας αναπτυξιακής έκρηξης στην Κίνα, που θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στις τιμές των μετάλλων. 3. Η εκτίναξη της ανάπτυξης του διεθνούς εμπορίου σε ύψη μεγαλύτερα του 3,2%. 4. Η συνεργασία του OPEC με τους εκτός καρτέλ παραγωγούς, που θα εκτινάξει τη μέση τιμή του Brent. 5. Η άρση των αμερικανικών κυρώσεων κατά του Ιράν, που θα βυθίσει τις τιμές του πετρελαίου. 6. Η παγκόσμια υιοθέτηση ESG που θα εκτινάξει το κόστος εξορύξεων των υδρογονανθράκων. 7. Η απειλή ενός «πληθωρισμού τροφίμων» λόγω της γρίπης των χοίρων, που θα εκτινάξει τις τιμές της πρωτεΐνης.
Η χρονιά των χρεοκοπιών στην ενέργεια
Μια έκρηξη χρεοκοπιών πλήττει την παγκόσμια βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου, γράφει ο Αλεξ Κιμάνι στην καναδέζικη ιστοσελίδα Globalresearch. Και φαίνεται πως όλα τώρα ξεκίνησαν: «Οι επενδυτές έχασαν την όρεξή τους για επενδύσεις στο σχιστολιθικό πετρέλαιο και τα ενεργειακά ομόλογα περιλαμβάνονται πλέον μεταξύ των λιγότερο ελκυστικών στην αγορά». Ερευνα της εταιρείας νομικών συμβούλων Hayes and Boone’s έδειξε ότι μόνο το πρώτο εννεάμηνο του 2019 χρεοκόπησαν 50 ενεργειακές εταιρείες, εκ των οποίων 33 πετρελαϊκές και φυσικού αερίου, 15 εταιρείες εκμετάλλευσης κοιτασμάτων και δύο διυλιστήρια. Το 2018 είχαν χρεοκοπήσει συνολικά 43 ενεργειακές και οι ειδικοί θεωρούν ότι το 2020 η διαδικασία αναδιάρθρωσης του κλάδου θα κλιμακωθεί.
Ο χρυσός θα διατηρήσει τη λάμψη του
Θετικές προοπτικές έχει η αγορά χρυσού, σύμφωνα με τους ειδικούς της Citi, που εκτιμούν ότι το πολύτιμο μέταλλο ξεκινά τη νέα χρονιά σε επίπεδα τιμής χαμηλά συγκριτικά με τις μετοχές.
Διότι το 2019 η εκτίναξη των κεφαλαιαγορών στη… στρατόσφαιρα (δεν ήταν μόνο η Wall Street που κατέρριπτε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο) έκανε να φαίνεται πολύ μέτρια η ενίσχυση της τιμής του χρυσού κατά περίπου 65% τη χρονιά που πέρασε.
Εξάλλου οι τιμές απέχουν ακόμα πολύ από τα επίπεδα-ρεκόρ που είχαν φθάσει τη διετία 2012-2013 (κυμαίνονται περίπου στο 50% των επιπέδων τιμών της εποχής).
Διαφοροποίηση
Ως εκ τούτου οι επενδυτές που θέλουν να διαφοροποιήσουν τα χαρτοφυλάκιά τους βλέπουν τον χρυσό ως μια φθηνή επένδυση.
Το κίτρινο μέταλλο εξάλλου είναι το κατ’ εξοχήν «ασφαλές καταφύγιο» για τους επενδυτές σε περιόδους αβεβαιοτήτων και κινδύνων. Και οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες δεν λείπουν το 2020 και λόγω του σινοαμερικανικού εμπορικού πολέμου και λόγω του Brexit και των γεωπολιτικών εξελίξεων στη Μέση Ανατολή και λόγω της προσφυγικής κρίσης και, κυρίως, λόγω του κινδύνου να ξεφουσκώσουν ελεγχόμενα ή ακόμα και να «σκάσουν» οι διεθνείς αγορές κεφαλαίων. Διότι όσο καλπάζουν οι αποδόσεις στις κεφαλαιαγορές τόσο αυξάνει η διάθεση των επενδυτών να μετριάσουν το ρίσκο των τοποθετήσεών τους σε αυτές.
Τραπεζική στήριξη
Σημαντική στήριξη στη διεθνή αγορά χρυσού παρέχουν και οι Κεντρικές Τράπεζες, οι οποίες έκλεισαν το 2019 δέκα χρόνια διαρκών τοποθετήσεων σε χρυσό – τη μακρότερη χρονική περίοδο μετά την κατάργηση του κανόνα χρυσού. Οι ειδικοί θεωρούν ότι οι Κεντρικές Τράπεζες θα συνεχίσουν και το 2020 τις τοποθετήσεις τους σε χρυσό λόγω της υψηλής ρευστότητας που έχουν, της αύξησης των ισολογισμών τους, των υποχρεώσεων και των προσαρμογών που απορρέουν από τους κανόνες της Βασιλείας αλλά και της ευρύτερης τάσης για απο-δολαριοποίηση των τραπεζικών διαθεσίμων.
Η Citi προβλέπει ενίσχυση της αγοράς χρυσού μεσοπρόθεσμα και για τους επόμενους 12 με 18 μήνες θεωρεί ότι η τιμή του μετάλλου θα φθάσει στα 1.425 με 1.675 δολάρια η ουγκιά, «ακόμα και αν η Fed αναστείλει τις αγορές χρυσού». Και επίσης «παρά την εξασθένηση της ζήτησης για χρυσό στις ασιατικές αγορές κοσμημάτων». Το 2020, πάντως, μπήκε με τον χρυσό πάνω από τα 1.500 δολάρια η ουγκιά.
Πότε θα ενισχυθούν οι τιμές των μετάλλων
Οι τιμές των πολύτιμων μετάλλων θα ακολουθήσουν την ανοδική πορεία της τιμής του χρυσού και τη βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών των χωρών, εκτιμούν οι αναλυτές της Citi. Οι εξελίξεις στις τιμές των βασικών μετάλλων όμως θα καθοριστούν εν πολλοίς από την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Σχηματικά θα έλεγε κανείς πως όταν η παγκόσμια ανάπτυξη καλπάζει, ενισχύονται η ζήτηση και οι τιμές των βασικών μετάλλων. Οταν χωλαίνει, ενισχύονται οι τιμές των ευγενών μετάλλων, που λειτουργούν ως ασφαλές καταφύγιο για τους επενδυτές καθώς πέφτει όχι μόνο η ζήτηση για βασικά μέταλλα αλλά πέφτουν και οι τιμές των μετοχών στις κεφαλαιαγορές.
Οι ειδικοί περί των αγορών εμπορευμάτων παραμένουν «μετρίως αισιόδοξοι για την πορεία του αργύρου το 2020 και τα επόμενα χρόνια», ενώ προτείνουν στους επενδυτές τοποθετήσεις στο παλλάδιο αντί για την πλατίνα.
Σε ό,τι αφορά τον άργυρο προβλέπουν να φθάσει η τιμή του στα 19,3 δολάρια η ουγκιά το 2020 και στα 20 δολάρια το 2021. «Ο άργυρος επωφελείται από την ενίσχυση του χρυσού διότι αποτελεί επίσης ένα ασφαλές καταφύγιο για τους επενδυτές» εξηγούν οι ειδικοί. Εντυπωσιακότερη πορεία περιμένουν μάλιστα για το παλλάδιο, οι αποδόσεις του οποίου θα συνεχίσουν να ξεπερνούν τις αποδόσεις της αγοράς, κάτι που συνέβη και το 2019. Αντίθετα, σε ό,τι αφορά τον λευκόχρυσο πιστεύουν πως οι προοπτικές για την πορεία της τιμής δεν είναι εντυπωσιακές. «Υπάρχει πλεόνασμα πλατίνας, αλλά έλλειψη παλλαδίου. Ετσι, παρά το ότι η τιμή του είναι διπλάσια από αυτήν της πλατίνας, το παλλάδιο είναι το μέταλλο στο οποίο θα έπρεπε να ποντάρει κάποιος» σημειώνουν οι αναλυτές της Citi. Οι ειδικοί προβλέπουν αύξηση της τιμής του παλλαδίου κατά 25% και θεωρούν ότι τιμή-στόχος για την επόμενη χρονιά είναι τα 2.500 δολάρια ο τόνος. Αντίθετα, η τιμή-στόχος του λευκόχρυσου είναι τα 1.000 δολάρια ο τόνος.
Καλές προοπτικές «βλέπουν» οι ειδικοί και για τα βασικά μέταλλα. Ειδικά η τιμή του χαλκού – πρόκειται για μέταλλο που θεωρείται βαρόμετρο για την παγκόσμια ανάπτυξη, αφού χρησιμοποιείται ευρέως στη βιομηχανία και στις κατασκευές – αναμένεται να ενισχυθεί σημαντικά το 2020 λόγω ισχυρής ζήτησης αλλά και ανεπαρκούς προσφοράς. Αισιοδοξία επικρατεί και για την πορεία της τιμής του νικελίου και του χάλυβα – πρόκειται άλλωστε για εμπορεύματα που απολαμβάνουν «προστασία» από την εσωστρεφή εμπορική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ, με θετικό αντίκτυπο για τις τιμές τους. Αντίθετα, η τιμή του κασσίτερου δεν θα έχει, κατά τους ειδικούς, ανάλογη πορεία.
«Σε κάθε περίπτωση, αν η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας επιταχυνθεί οι τιμές των μετάλλων θα ενισχυθούν σημαντικά στις διεθνείς αγορές εμπορευμάτων. Αν όμως οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν είναι οι αναμενόμενοι, οι τιμές των βασικών μετάλλων θα σταθεροποιηθούν» σημειώνουν οι αναλυτές.
Ο αστάθμητος Τραμπ και η Κίνα
«Το 2020 θα είναι ακόμα μια χρονιά που θα επηρεάσει ο Ντόναλντ Τραμπ. Ο αμερικανός πρόεδρος θα κυριαρχήσει στη διεθνή σκηνή προσδίδοντας στις εξελίξεις μια αίσθηση αβεβαιότητας, όπως κάνει κάθε χρονιά από το 2017 που εγκαταστάθηκε στο Λευκό Οίκο» αναφέρουν χαρακτηριστικά οι ειδικοί περί τις αγορές εμπορευμάτων αναλυτές της Citi. Πέρα από τον Τραμπ, όμως, δεν πρέπει να ξεχνάμε και την Κίνα, προσθέτουν. «Η Κίνα είναι μια οικονομία εντάσεως εμπορευμάτων. Εχει πρωταρχική σημασία να διατηρηθεί ισχυρή η ζήτηση για εμπορεύματα στην Κίνα. Αυτό είναι κάτι που θα εξαρτηθεί και από τις εξελίξεις στο διεθνές εμπόριο, από τις σχέσεις με τις ΗΠΑ κατά κύριο λόγο, αλλά και από τη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική του Πεκίνου» τονίζουν οι αναλυτές της αμερικανικής τράπεζας, που προβλέπουν επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας στο 5,8% το 2020 από 6% που ήταν το 2019.

