Την είπαν «Κόκκινη Ρόζα» και ο Μπέρτολτ Μπρεχτ έγραψε ένα ποίημα για αυτήν. Στα χρόνια που έζησε και έδρασε η επίδρασή της στους οπαδούς της Αριστεράς – και όχι μόνο στη Γερμανία – υπήρξε τεράστια, όμως η παγκόσμια επικράτηση του λενινιστικού δόγματος θα έθετε τις απόψεις της στο περιθώριο. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ ήταν επαναστάτρια αλλά και μια βαθιά δημοκρατική συνείδηση που σε λιγότερο από δύο χρόνια μετά την επικράτηση της Οκτωβριανής Επανάστασης διέκρινε τα ολοκληρωτικά γνωρίσματα του μπολσεβικικού καθεστώτος καταγγέλλοντας τα όσα συνέβαιναν στη χώρα των Σοβιέτ: τον αυταρχισμό, τη γραφειοκρατία, την κομματοκρατία και την επιβολή μιας πολιτικής ελίτ που δεν θα υπηρετούσε τον λαό αλλά θα επιβαλλόταν πάνω του μεταχειριζόμενη όλα τα μέσα που της παρείχε η απόλυτη εξουσία. Τα όσα συνέβησαν και τα όσα αποκαλύφθηκαν την επιβεβαίωσαν πλήρως.

Επανάσταση και ευαισθησία

Να τι έγραφε το 1918 για το σοβιετικό καθεστώς μέσα στη φυλακή, σε μια μπροσούρα με τίτλο Η Ρωσική Επανάσταση:

«Με τον αποκλεισμό της δημοκρατίας απ’ την πολιτική ζωή καταστρέφονται οι ζωντανές πηγές κάθε πνευματικού πλούτου και προόδου. Η ελευθερία μόνο για τους οπαδούς της κυβέρνησης και μόνο για τα μέλη ενός κόμματος δεν είναι ελευθερία. Η ελευθερία νοείται πάντοτε ελευθερία γι’ αυτόν που σκέφτεται διαφορετικά».

Κι ακόμη:

«Χωρίς γενικές εκλογές, χωρίς απεριόριστη ελευθερία του Τύπου και των συγκεντρώσεων, ελεύθερη πάλη των ιδεών η ζωή γίνεται μια ζωή επιφανειακή όπου το μόνο ζωντανό στοιχείο που απομένει είναι η γραφειοκρατία».

Η σοβιετική πραγματικότητα

«Υπάρχει λοιπόν στο βάθος μια κυβέρνηση κλίκας, στην πραγματικότητα μια δικτατορία. Οχι η δικτατορία του προλεταριάτου, όχι.  Αλλά η δικτατορία μιας χούφτας πολιτικών».

Η Πολωνοεβραία Ρόζα Λούξεμπουργκ που γεννήθηκε το 1871 και απέκτησε τη γερμανική υπηκοότητα στα 28 της χρόνια δεν ήταν μόνο επαναστάτρια, όπως μαρτυρεί η αλληλογραφία της, η οποία αποτελείται από 2.800 επιστολές και τηλεγραφήματα. Ηταν και μια γυναίκα ευαίσθητη, που ήθελε να απολαμβάνει τις χαρές της ζωής και της καθημερινότητας – σε αντίθεση με τον αδιάφορο εραστή της, που μολονότι του ήταν αφοσιωμένη τον κατηγορούσε συχνά για την ψυχρότητά του στις επιστολές της. Για εκείνον, όπως αντίστοιχα και για τον Μπακούνιν, το μόνο που μετρούσε ήταν η επανάσταση και τίποτε άλλο. Ενώ αντίθετα η Λούξεμπουργκ πίστευε πως οι σοσιαλιστές θα έπρεπε να παραμένουν ευαίσθητοι σε όλη τη διάρκεια του επαναστατικού τους βίου. Αλλιώς, τι κοινωνία θα δημιουργούσαν;

Τραγικό τέλος

Αυτή η ταγμένη επαναστάτρια – αλλά και ηρωίδα του ύστερου ρομαντισμού, θα λέγαμε – είχε τραγικό τέλος. Μαζί με τον Καρλ Λίμπκνεχτ ήταν μέλη του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας, του μεγαλύτερου σε όλη την Ευρώπη. Αποχώρησαν διαφωνώντας με το κόμμα που υποστήριζε τον κάιζερ και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και δημιούργησαν τη Λίγκα των Σπαρτακιστών. Η Λούξεμπουργκ διαφωνούσε επίσης και με την επανάσταση που κήρυξαν οι Σπαρτακιστές τον Ιανουάριο του 1919, αλλά στο τέλος συναίνεσε.

Ο καγκελάριος της Γερμανίας Φρίντριχ Εμπερτ, στέλεχος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και πρώην μαθητής της Λούξεμπουργκ, όταν εκείνη ήταν μέλος του κόμματος, δεν ήθελε να έχει την τύχη που είχε ο Κερένσκι στη Ρωσία, τον οποίο ανέτρεψαν οι μπολσεβίκοι. Ο Εμπερτ, σε συνεννόηση με τους ιθύνοντες του στρατού, εξαπέλυσε τις εθνικιστικές πολιτοφυλακές των φράικορπς και έπνιξε την εξέγερση των Σπαρτακιστών στο αίμα. Ο Λίμπκνεχτ και η Λούξεμπουργκ συνελήφθησαν στο Βερολίνο από τα φράικορπς, βασανίστηκαν άγρια και δολοφονήθηκαν. Το πτώμα του Λίμπκνεχτ βρέθηκε χωρίς όνομα σε κάποιο νεκροφυλακείο, ενώ της Λούξεμπουργκ οι εκτελεστές το πέταξαν σ’ ένα κοντινό ποτάμι. Βρέθηκε έξι μήνες αργότερα.

Πλατεία Ρόζα Λούξεμπουργκ

Αν η Λούξεμπουργκ δεν είχε δολοφονηθεί και ζούσε στη σταλινική Ρωσία, είναι πολύ πιθανόν ότι την περίοδο του Μεγάλου Τρόμου θα είχε «εκκαθαριστεί». Ο Στάλιν ειρωνευόταν τις θεωρίες της και ως το 1956 το όνομά της στη Σοβιετική Ενωση είχε «εξαφανιστεί». Θεωρούσε πως η ιδέα της για την παγκόσμια επανάσταση, όπως έγραφε το 1931, ήταν μενσεβίκικη, «μπουρζουάδικη» και προάγγελος του τροτσκισμού, γεγονός που έκανε τον Τρότσκι να αναφωνήσει τον επόμενο χρόνο από την εξορία: «Κάτω τα χέρια από τη Ρόζα Λούξεμπουργκ», υποστηρίζοντας ωστόσο ότι στη διαμάχη της με τον Λένιν ο τελευταίος ήταν εκείνος που είχε δίκιο. Το όνομα της Κόκκινης Ρόζας επανήλθε στο προσκήνιο στη Σοβιετική Ενωση μόνο μετά το 20ό Συνέδριο και το λεγόμενο «λιώσιμο των πάγων».

Είναι ειρωνικό που το σταλινικό καθεστώς της Ανατολικής Γερμανίας ανακήρυξε τη Ρόζα Λούξεμπουργκ «ηρωίδα του σοσιαλισμού». Σ’ αυτήν αναφέρονταν οι νεαροί διαδηλωτές στην Ανατολική Γερμανία το 1988, και δεν είναι συμπτωματικό που το όνομά της, το οποίο δόθηκε σε μια κεντρική πλατεία από το ανατολικογερμανικό καθεστώς, διατηρήθηκε και μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την επανένωση της Γερμανίας.