Η επιστροφήτης Αγκαθα Κρίστι
Τα κλασικά αστυνομικά μυθιστορήματα της αγγλίδας συγγραφέως επανεκδίδονται υπενθυμίζοντας τις απαρχές του δημοφιλούς είδους
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Agatha Christie
Φόνος στο πρεσβυτέριο
Μετάφραση Χρύσα Μπανιά
Πρόλογος Χίλντα Παπαδημητρίου
Εκδόσεις Ψυχογιός, 2018
σελ. 298, τιμή 9,90 ευρώ
Agatha Christie
Μια αυτοβιογραφία
Μετάφραση Χρήστος Καψάλης
Εκδόσεις Ψυχογιός, 2018
σελ. 712, τιμή 19,90 ευρώ
Οταν η Αγκαθα Κρίστι (1890-1976) αποφάσισε να ασχοληθεί με την αστυνομική λογοτεχνία, προβληματίστηκε για το πρόσωπο του κεντρικού ήρωα. Η ιδέα για την πρώτη αστυνομική ιστορία της ήρθε εύκολα, το μόνο που χρειαζόταν ήταν έναν ντετέκτιβ που δεν θα έμοιαζε με τον Σέρλοκ Χολμς του Αρθουρ Κόναν Ντόιλ, συγγραφέα που την επηρέασε σε μεγάλο βαθμό, ούτε με τον δημοσιογράφο Ρουλεταμπίλ του Γκαστόν Λερού, του γάλλου ομοτέχνου του, τον οποίο θαύμαζε. Τότε δημιούργησε τον Πουαρό, έναν κοντό και ευφυή Βέλγο με το μεγαλοπρεπές όνομα Ηρακλής. Εγραψε το πρώτο της μυθιστόρημα, το «Η μυστηριώδης υπόθεση στο Στάιλς», που εκδόθηκε στην Αγγλία το 1921. Το όνομα στο εξώφυλλο ήταν Αγκαθα Κρίστι, με αυτό έγινε διάσημη κι ας χώρισε με τον Αρτσιμπαλντ Κρίστι, τον σύζυγό της, το 1928.
Προς τιμήν του Ντόιλ, σ’ εκείνο το πρώτο της μυθιστόρημα μνημονεύει τον Σέρλοκ Χολμς ως ντετέκτιβ. Διότι ο αφηγητής της, ο λοχαγός Χέιστινγκς, έχει δημιουργηθεί πάνω στο πρότυπο του Γουάτσον, ο οποίος είναι ο αφηγητής των περιπετειών του Χολμς. Τον μνημονεύει, επίσης, και στο πρώτο μυθιστόρημα με ηρωίδα τη Μις Μαρπλ, το «Φόνος στο πρεσβυτέριο» που εκδόθηκε το 1930, γράφοντας πως όλοι οι ερασιτέχνες ντετέκτιβ κατά βάθος βλέπουν τον εαυτό τους «σαν έναν Σέρλοκ Χολμς». Την ίδια χρόνια, το 1930, παντρεύτηκε τον αρχαιολόγο Μαξ Μάλοουαν, δεκατρία χρόνια νεότερό της, και άρχισε να ταξιδεύει στη Μέση Ανατολή.
Βασικοί χαρακτήρες των ιστοριών της Κρίστι είναι ο Πουαρό και η Μις Μαρπλ, ο πρώτος έχει την ιδιότητα του ιδιωτικού ντετέκτιβ και είναι προικισμένος με εξαιρετική ευφυΐα, ενώ η δεύτερη είναι μια απλή γυναίκα που ειδικεύεται στην επίλυση γρίφων. Αμφότεροι εξιχνιάζουν εγκλήματα που συνήθως συμβαίνουν σε χωριά, μακριά από το Λονδίνο και τις μεγάλες πόλεις.
Στην αυτοβιογραφία της εξομολογείται πως έπαιρνε επιστολές από αναγνώστες που της πρότειναν να συναντηθεί η Μις Μαρπλ με τον Ηρακλή Πουαρό, όμως αρνιόταν να το κάνει. «Είμαι βέβαιη πως δεν θα το απολάμβαναν καθόλου. Ο Ηρακλής Πουαρό, ο απόλυτος εγωιστής, δεν θα χαιρόταν αν του μάθαινε τη δουλειά του μια γεροντοκόρη».
Εξιχνιάζοντας εγκλήματα
Το «Φόνος στο πρεσβυτέριο» αρχίζει με τη δήλωση του αφηγητή της ιστορίας και εφημέριου του φανταστικού χωριού Σεντ Μέρι Μιντ στα βόρεια του Λονδίνου πως «όποιος δολοφονούσε τον συνταγματάρχη Πρόδερο θα έκανε μεγάλη χάρη στον κόσμο». Η σκέψη του ιερέα δεν είναι υπερβολική, αφού ο συνταγματάρχης αντιμετωπίζεται με αντιπάθεια για τους απολυταρχικούς τρόπους του και την εγωπαθή συμπεριφορά του. Οταν λίγο αργότερα ο Πρόδερο βρίσκεται δολοφονημένος με πυροβόλο όπλο μέσα στο πρεσβυτέριο, ο εφημέριος αναρωτιέται ποιος τον σκότωσε και γιατί. Οι πρώτες υποψίες πέφτουν πάνω στην Αν Πρόδερο, τη νεότερη σύζυγο του νεκρού, την οποία παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο που μάλλον ήταν αποτυχημένος.
Αλλοι ύποπτοι είναι η Λέτις Πρόδερο, κόρη του συνταγματάρχη από τον πρώτο του γάμο, η οποία βρίσκεται στα μαχαίρια με τη μητριά της, και ο Λόρενς Ρέντινγκ, καλλιτέχνης που έχει συγκρουστεί με τον νεκρό επειδή η νεαρή ποζάρει σε αυτόν με μπικίνι. Στην υπόθεση εμπλέκεται και η ελκυστική σύζυγος του εφημέριου, η Γκριζέλντα, η οποία κρύβει κάποιο μυστικό και νομίζει πως η Μις Μαρπλ θεωρεί ότι συνδέεται ερωτικά με τον Ρέντινγκ.
Η Μις Μαρπλ είναι το πρόσωπο που πρωταγωνιστεί στην ιστορία. Γυναίκα μεγάλης ηλικίας, που δεν παντρεύτηκε ποτέ, οξυδερκής και επίμονη, με πράους τόπους, γνωρίζει την ανθρώπινη φύση και κυρίως ξέρει τα μυστικά των κατοίκων του χωριού. Εδώ, δεν χάνει ευκαιρία να καυτηριάζει την αφέλεια των συνομιλητών της, ακόμα και τις λανθασμένες απόψεις του επιθεωρητή Σλακ, ο οποίος αναλαμβάνει να εξιχνιάσει το έγκλημα.
Οταν η αστυνομία συλλαμβάνει ως δράστη τον Ρέντινγκ, ο οποίος μάλιστα ομολογεί την πράξη του, η Μις Μαρπλ διαφωνεί, ισχυρίζεται πως ξέρει τον πραγματικό δολοφόνο, αλλά δεν έχει αποδείξεις για την ενοχή του. Στο τέλος, βέβαια, και ύστερα από πολύ κόπο, τον αποκαλύπτει, ώστε να επιβεβαιωθούν οι φήμες για τις ικανότητές της.
Πουαρό εναντίον Μαρπλ
Σύμφωνα με τις εκμυστηρεύσεις της Κρίστι στο ημερολόγιό της, είχε βαρεθεί τον Ηρακλή Πουαρό και ήθελε να τον ξεφορτωθεί, ωστόσο η τεράστια απήχησή του στο αναγνωστικό κοινό έκανε τους εκδότες της να την πιέζουν να μην τον εγκαταλείψει. Ετσι, μολονότι συμπαθούσε τη Μις Μαρπλ, δεν την έβαλε να πρωταγωνιστήσει σε περισσότερα από δώδεκα μυθιστορήματα (και είκοσι διηγήματα), ενώ ο Πουαρό εμφανίστηκε σε τριάντα τρία μυθιστορήματα (και πάρα πολλά διηγήματα).
Οπως γράφει στον πρόλογό της η Χίλντα Παπαδημητρίου, συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων και μεταφράστρια, η Μις Μαρπλ μπορεί να μη γέρασε και να μην άλλαξε εμφάνιση, αλλά εξελίχθηκε ως προσωπικότητα. Στο «Φόνος στο πρεσβυτέριο» είναι μια ψηλή, λεπτή, κάπως εύθραυστη ηλικιωμένη κυρία, με λευκά μαλλιά, γαλάζια μάτια και ροδαλό πρόσωπο, ωστόσο στις επόμενες ιστορίες της έχει μεταμορφωθεί σε μια πιο σύγχρονη και καλοσυνάτη γυναίκα.
Το παράδοξο, προσθέτει η ίδια, είναι το πως παρόλο που η Κρίστι είναι γέννημα-θρέμμα της βικτοριανής Αγγλίας με τους αυστηρούς ταξικούς και ηθικούς κώδικες, η Μις Μαρπλ είναι μια περσόνα η οποία από πολλούς μελετητές της αστυνομικής λογοτεχνίας θεωρείται ως «προφεμινιστικό σύμβολο».
«Ιστορία με ηθικό δίδαγμα»
Η Μις Μαρπλ, που βγήκε από τη μέση στο μυθιστόρημα «Sleeping murder» που εκδόθηκε το 1976 αλλά γράφτηκε το 1940 (ο Ηρακλής Πουαρό πέθανε στο μυθιστόρημα «Η αυλαία» που εκδόθηκε το 1975), ήταν ο θηλυκός Πουαρό. Ωστόσο, δεν έχει την αυτοπεποίθηση εκείνου, ούτε την έπαρση και τον ναρκισσισμό του. Είναι παρατηρητική, διαθέτει πονηριά, έχει γνώσεις πάνω στην ανθρώπινη ψυχολογία και διαθέτει ένα ένστικτο που την οδηγεί αβίαστα σε σωστά συμπεράσματα αναφορικά με τον δράστη ενός εγκλήματος.
Η Αγκαθα Κρίστι ήταν συντηρητική και θρησκευόμενη, πίστευε στην καλοσύνη, στην αλληλεγγύη, στην κατανόηση, στην ηθική. Στην αυτοβιογραφία της έχει εκφράσει τις απόψεις της για την αστυνομική λογοτεχνία. «Η αστυνομική ιστορία ήταν η ιστορία της καταδίωξης∙ ήταν επίσης σε μεγάλο βαθμό μια ιστορία με ηθικό δίδαγμα∙ για την ακρίβεια, ήταν η κλασική ηθικοπλαστική ιστορία, η καταδίωξη του Κακού και ο θρίαμβος του Καλού».
Μπορεί να πρόσφερε – και εξακολουθεί να προσφέρει – ψυχαγωγία στους αναγνώστες της μέσα από δολοφονίες κάθε είδους, αλλά στις ιστορίες της πάντα το έγκλημα εξιχνιάζεται και ο δολοφόνος τιμωρείται, είτε συλλαμβάνεται είτε αυτοκτονεί. Πρέπει να σημειώσουμε πως η επιτυχία των βιβλίων της, κυρίως στην πατρίδα της, δεν ήταν τυχαία. Κατάφερε να κερδίσει τους βρετανούς αναγνώστες επειδή το αστυνομικό μυθιστόρημα, το οποίο υπηρέτησε, είναι το μυθιστόρημα μυστηρίου που ανήκει στην παράδοση της αγγλικής λογοτεχνίας και μετεξελίχθηκε χάρη στη συμβολή του Αρθουρ Κόναν Ντόιλ.

