Το 2011, ένας φοιτητής Νομικής σηκώνει το γάντι απέναντι στο Facebook. Από εκείνη τη στιγμή, ο Μαξ Σρεμς βαδίζει σε τροχιά σύγκρουσης με τεχνολογικούς Γολιάθ όπως η Meta και η Google, μετρώντας κρίσιμες νίκες για την ιδιωτικότητα. Το 2015, το Δικαστήριο της ΕΕ ακυρώνει το Safe Harbour για τις διαβιβάσεις ΕΕ – ΗΠΑ, κρίνοντας ότι δεν προστάτευε επαρκώς τα προσωπικά δεδομένα. Στη Βιέννη, ως ιδρυτής της noyb, ψάχνει τα κενά της ευρωπαϊκής εποπτείας και παρεμβαίνει όπου χρειάζεται.
Στο «Βήμα» εξηγεί τι αλλάζει μετά τις υποθέσεις κατά της Meta, πώς ζυγίζονται GDPR και καινοτομία, τι ισχύει στις διαβιβάσεις ΕΕ – ΗΠΑ και γιατί η πολιτική χειραγώγηση και η εκπαίδευση ΑΙ με προσωπικά δεδομένα χτυπούν καμπανάκι, την ώρα που η κυβέρνηση Τραμπ στηρίζει τους κολοσσούς της Big Tech. Και στο τέλος αποτυπώνει το διακύβευμα με μία φράση: «Ο αγώνας για την υπεράσπιση των προσωπικών δεδομένων είναι, στην ουσία του, ένας αγώνας για να μην οδηγηθούμε σε ένα “οργουελιανό” μέλλον».
Το όνομά σας έχει συνδεθεί με κρίσιμες δικαστικές μάχες κατά της Meta. Ποιες είναι οι πραγματικές επιπτώσεις αυτών των αποφάσεων για την προστασία των προσωπικών δεδομένων στην Ευρώπη και παγκοσμίως;
«Η αλήθεια είναι πως η επίδρασή τους, μέχρι τώρα, είναι σχεδόν μηδενική. Οι εταιρείες δεν πληρώνουν τα πρόστιμα που τους επιβάλλονται, ούτε συμμορφώνονται με τις σχετικές αποφάσεις. Ο λόγος είναι ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους τεχνολογικούς κολοσσούς έχουν την έδρα τους στην Ιρλανδία. Εκεί, στην πράξη, ούτε το φορολογικό δίκαιο ούτε ο GDPR φαίνεται να τους αγγίζει. Τυπικά, υπάγονται στο ευρωπαϊκό δίκαιο, ωστόσο η ιρλανδική κυβέρνηση διασφαλίζει ότι οι παραβάσεις μένουν χωρίς συνέπειες.
Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: στην Ιρλανδία, η συντριπτική πλειοψηφία των καταγγελιών, πάνω από 99,9%, δεν φτάνει ποτέ σε τελική απόφαση. Και στις ελάχιστες περιπτώσεις που επιβάλλεται πρόστιμο, μόλις το 0,6% έχει καταβληθεί».
Σας κατηγορούν ότι απομονώνετε την ψηφιακή οικονομία της ΕΕ και υπονομεύετε την καινοτομία. Τι απαντάτε;
«Η δουλειά μας είναι να επιβάλλουμε έναν νόμο που ψηφίστηκε δημοκρατικά, με συντριπτική πλειοψηφία στο Ευρωκοινοβούλιο, ώστε τα δεδομένα μας να μην καταλήγουν ανεξέλεγκτα σε χώρες όπως οι ΗΠΑ. Μια καλά ρυθμισμένη αγορά είναι τις περισσότερες φορές πιο αποδοτική για την επιχειρηματικότητα. Είναι γεγονός πως η Ευρώπη έχει περισσότερους κανόνες, για παράδειγμα όσον αφορά τα δικαιώματα των καταναλωτών, αλλά αυτοί ακριβώς οι κανόνες είναι που βελτιώνουν κατά πολύ την ποιότητα της ζωής μας.
Είναι, επίσης, αλήθεια ότι υστερούμε στην καινοτομία, αλλά για αυτό δεν φταίει ο GDPR. Αντίθετα, οι πραγματικοί λόγοι είναι η έλλειψη απεριόριστου κεφαλαίου, οι 28 μικρές «υπο-αγορές» και οι αμέτρητες γλώσσες. Ο GDPR είναι απλώς ένας βολικός αποδιοπομπαίος τράγος για τα λόμπι».
Η ευρωπαϊκή νομολογία προστατεύει αποτελεσματικά την ιδιωτικότητα των χρηστών;
«Αν και το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης εφαρμόζει τη νομοθεσία με ορθό τρόπο, πετυχαίνοντας μια ικανοποιητική ισορροπία, υπάρχει ένα μεγάλο πρόβλημα: οι Αρχές Προστασίας Δεδομένων συχνά υπολειτουργούν, είτε λόγω περιορισμένων πόρων, είτε λόγω έλλειψης βούλησης ή απαραίτητης τεχνογνωσίας».
Πώς διαμορφώνεται το μέλλον των διαβιβάσεων δεδομένων μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ μετά την απόφαση Latombe;
«Η πρόσφατη απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της ΕΕ στην υπόθεση “Latombe κατά Επιτροπής” δεν έλυσε τα βασικά προβλήματα. Αντιθέτως, έδωσε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιπλέον 2-3 χρόνια, κατά τα οποία τα ευρωπαϊκά δεδομένα θα συνεχίσουν να μεταφέρονται στις ΗΠΑ χωρίς ουσιαστικούς περιορισμούς. Ως πολίτης, δυσκολεύομαι να καταλάβω πώς αποδεχόμαστε να στέλνουμε όλα μας τα δεδομένα σε ένα αμερικανικό cloud που όχι μόνο μπορεί να μας κατασκοπεύει, αλλά και να μας “αποκλείσει” όποτε θέλει.
Θυμηθείτε την περίπτωση της Γροιλανδίας, όπου η Δανία ανησύχησε για ένα πιθανό εμπάργκο από τις ΗΠΑ. Ενα τέτοιο σενάριο θα απενεργοποιούσε όλες τις αμερικανικές υπηρεσίες cloud από τη μια μέρα στην άλλη. Είναι ένα πρόβλημα που, ακόμα κι αν δεν είναι ιδιαίτερα πιθανό, παραμένει τεράστιο».
Με την αυξανόμενη δύναμη των αλγορίθμων, πώς μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι τα προσωπικά δεδομένα δεν χρησιμοποιούνται για πολιτική χειραγώγηση;
«Αυτό είναι ένα μείζον ζήτημα. Ο GDPR παρέχει ειδική προστασία στα δεδομένα πολιτικών φρονημάτων, και αν οι Αρχές εφάρμοζαν σωστά τις διατάξεις, το πρόβλημα θα ήταν ήδη μικρότερο.
Ωστόσο, πρέπει να ανοίξει μια ευρύτερη συζήτηση για τη ρύθμιση της διαδικτυακής διαφήμισης. Είναι παράλογο να υπάρχουν αυστηροί κανόνες για τη διαφήμιση στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, ενώ πλατφόρμες όπως το YouTube, το TikTok και το Instagram λειτουργούν με διαφορετικά κριτήρια».
Η κυβέρνηση Τραμπ υπερασπίζεται συνεχώς την «ελευθερία» των αμερικανικών εταιρειών να εκμεταλλεύονται τα προσωπικά δεδομένα. Πόσο ανησυχητικό είναι αυτό για την ΕΕ;
«Το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων κατοχυρώνεται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ. Αυτό μας κάνει αρκετά ασφαλείς μακροπρόθεσμα, καθώς οι βασικοί κανόνες δεν μπορούν να αλλάξουν χωρίς τη σύμφωνη γνώμη όλων των κρατών-μελών. Ωστόσο, οι ΗΠΑ ασκούν μεγάλη πίεση.
Στην Ιρλανδία, για παράδειγμα, διόρισαν έναν πρώην λομπίστα της Meta στην ηγεσία της Αρχής Προστασίας Δεδομένων – μια ξεκάθαρη προσπάθεια για να καλοπιάσουν τον Τραμπ. Αυτό που χρειαζόμαστε τώρα είναι ένα όραμα για την Ευρώπη, κάτι που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν παρέχει, ενώ τα κράτη-μέλη είναι πολύ αδύναμα για να δράσουν μόνα τους».
Ποιες είναι οι βασικές ανησυχίες σας για τη χρήση προσωπικών δεδομένων στην εκπαίδευση ΑΙ;
«Η κατάσταση με την τεχνητή νοημοσύνη θυμίζει “Αγρια Δύση”. Ούτε οι ίδιες οι εταιρείες μπορούν να εξηγήσουν τη λειτουργία των συστημάτων τους ή να εγγυηθούν ότι ψευδή ή συκοφαντικά δεδομένα θα αφαιρεθούν. Εχουμε φτάσει στο σημείο η AI να κατηγορεί ανθρώπους για φρικτά εγκλήματα, χωρίς να υπάρχει τρόπος διόρθωσης. Αυτά τα συστήματα πρέπει άμεσα να αποκτήσουν ένα πιο σταθερό και “σοβαρό” πλαίσιο, ώστε να τα εμπιστευόμαστε και να προστατεύονται τα δικαιώματα των χρηστών».
Μπορεί η ΕΕ να αντισταθεί στην αυξανόμενη ψηφιακή παρακολούθηση;
«Ο αγώνας για την υπεράσπιση των προσωπικών δεδομένων είναι, στην ουσία του, ένας αγώνας για να μην οδηγηθούμε σε ένα “Οργουελιανό” μέλλον. Οταν ξεκίνησα, είχα την αίσθηση ότι η πρόοδος ήταν δεδομένη – ότι όλα θα πήγαιναν προς το καλύτερο. Τα τελευταία χρόνια όμως, είδαμε ότι τα πράγματα μπορούν να οπισθοδρομήσουν μαζικά. Επομένως, έχουμε ένα κοινωνικό καθήκον: να προστατεύσουμε αυτά τα δικαιώματα και να διατηρήσουμε την πορεία προς την πρόοδο, χωρίς να αποκλείουμε την αναγκαία βελτίωση των κανόνων μας».



