Δεν ξέρω αν όντως τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις όπως ο Ουμπέρτο Εκο ισχυρίζεται, όμως είναι βέβαιο ότι τον Αύγουστο υπάρχουν συζητήσεις: όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παντού. Ο μήνας των διακοπών μάς βοηθά να έχουμε προβληματισμούς που ξεπερνούν τα ζητήματα της πιεστικής καθημερινότητας, υπάρχει χρόνος για ενημέρωση και όλα μοιάζουν κομμάτι διαφορετικά – πρώτα απ’ όλα οι ημέρες και οι νύχτες, που δεν έχουν σχέση με αυτές των προηγούμενων και των επόμενων μηνών. Κοιτάζω πάντα τον Αύγουστο τι απασχολεί την επικαιρότητα των ευρωπαϊκών χωρών και σχεδόν πάντα ανακαλύπτω αυγουστιάτικα ωραίες συζητήσεις. Εφέτος στην αυγουστιάτικη Βρετανία γίνεται μία από τις ωραιότερες. Και ας αφορά τον συγγραφέα Τζορτζ Οργουελ, κάποιον που μας έχει αφήσει δεκαετίες πολλές πριν.

Σύμφωνα με ένα βιβλίο της Αυστραλής Ανα Φάντερ που έχει τον ιντριγκαδόρικο τίτλο «Wifedom: Mrs Orwell’s Invisible Life», ο μεγάλος συγγραφέας μάς έκρυψε ένα από τα μυστικά του: ότι η πρώτη του σύζυγος, η ποιήτρια Αϊλίν Ο’Σόνεσι, δεν υπήρξε απλώς το είδος της υπέροχης γυναίκας που κρύβεται πίσω από έναν σπουδαίο άνδρα, αλλά ήταν κάτι παραπάνω από έναν έρωτα που του χάρισε έμπνευση – ο Οργουελ έκλεψε την έμπνευσή της χωρίς καν να της αποδώσει ποτέ την πρέπουσα αναγνώριση.

Η συγγραφέας αντιμετωπίζει την Αϊλίν ως μια αδικημένη λογοτέχνη που ο Οργουελ κατάκλεψε και προσπαθεί να ταυτιστεί μαζί της ώστε να κάνει τον αναγνώστη να ταυτιστεί με τη σειρά του με τις απογοητεύσεις και τα βάσανά της. Σύμφωνα με το βιβλίο, ο Οργουελ ξεχνούσε συχνά την ύπαρξη της συζύγου του στη ζωή του, σταμάτησε σύντομα μετά τον γάμο τους, το 1936, να κυκλοφορεί μαζί της και σχεδόν την έκρυβε από τους φίλους του, παρά το γεγονός ότι η γυναίκα του ήταν ένα λαμπερό, έξυπνο, εκλεπτυσμένο άτομο. Ωστόσο το πιο εντυπωσιακό, σύμφωνα με τη Φάντερ, είναι ότι ο Οργουελ άρχισε να γράφει καλά αφότου τη γνώρισε – πράγμα που δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Η συγγραφέας αναφέρει πως η Αϊλίν στα πολύ νεανικά της χρόνια έγραψε ένα ποίημα, το «End of the Century, 1984», στο οποίο φανταζόταν ένα δυστοπικό μέλλον όπου όποιοι κυβερνούσαν χρησιμοποιούσαν τηλεπάθεια για να ελέγχουν τον νου των ανθρώπων, γεγονός που σύμφωνα με την Ανα Φάντερ έδωσε στον Οργουελ τη βασική ιδέα για αυτό που αργότερα θα γινόταν το αριστούργημά του, δηλαδή το μυθιστόρημα «1984». Αναφέρει επίσης πως η γυναίκα του Οργουελ ήταν ήδη αναγκασμένη να είναι η καμαριέρα του, να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού του και να οργανώνει την κοινωνική ζωή του συζύγου της σαν να είναι γραμματέας του, ενώ συγχρόνως διόρθωνε τα γραπτά του. Μάλιστα τον συμβούλευσε να μη γράψει ένα πιο συμβατικό δοκίμιο για τον Στάλιν και τον σοβιετικό ολοκληρωτισμό αλλά να γράψει μια σάτιρα, έστω και πολύ πικρή, σε μορφή παραμυθιού: και κάπως έτσι γεννήθηκε η «Φάρμα των Ζώων». Οι θέσεις της Φάντερ πυροδότησαν συζητήσεις σε όλον τον κόσμο σχετικά με την πραγματική προσφορά της Ο’Σόνεσι στη ζωή του συγγραφέα. Μόνο που υπάρχουν μερικές ενοχλητικές λεπτομέρειες οι οποίες αποσιωπώνται. Οι «Μέρες της Μπούρμα» (1934) που καταξίωσαν τον Οργουελ γράφτηκαν προτού αυτός γνωρίσει την Αϊλίν. Η «Φάρμα των Ζώων» κυκλοφόρησε μισό χρόνο μετά τον θάνατό της και το «1984» μία τετραετία μετά: η δύστυχη κυρία Οργουελ πέθανε σε ηλικία μόλις 39 χρόνων. Δεν είναι απίθανο ο Οργουελ που έπαθε κατάθλιψη μετά τον θάνατο της γυναίκας του να άντλησε από αυτόν κάποιου είδους έμπνευση γιατί τη σεβόταν, π.χ. να ξανακοίταξε κάποια ποιήματα που είχε εκδώσει και να θυμήθηκε κάποιες συζητήσεις που μαζί είχαν κάνει. Αλλά όλα αυτά είναι μάλλον ενδείξεις μιας αγάπης και αυτό φαίνεται δεν βοηθά την αφήγηση. Με βάση την οποία ο Οργουελ ήταν τόσο άκαρδος ώστε αποφάσισε να πάει στη Γαλλία για μια δημοσιογραφική έρευνα ενώ γνώριζε την κακή κατάσταση της υγείας της γυναίκας του που πάλευε με τον καρκίνο της μήτρας. Ενώ ενδεχομένως θα έπρεπε να μείνει δίπλα της και να την κάνει καλά, αν και δεν ήταν γιατρός.

Ο δημόσιος διάλογος φυσικά άναψε. Κατά την αμερικανίδα συγγραφέα Ρεμπέκα Σόλνιτ, η οποία στο παρελθόν έχει γράψει αρκετές φορές για τον μεγάλο άγγλο μυθιστοριογράφο, βρισκόμαστε μπροστά σε μία ακόμα ιστορία από αυτές που χαρακτηρίζουν τη σημερινή εποχή των ηθικολόγων. Ενας άνθρωπος μιας άλλης εποχής κρίνεται με κριτήρια τού σήμερα ώστε να γίνει και αυτός τουλάχιστον ένας «μεγάλος ύποπτος». Αλλά και γιατί παγκοσμίως υπάρχει ένα κοινό το οποίο θέλει να διαβάζει τέτοιου είδους ιστορίες: ιστορίες που αποδεικνύουν πως τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται.

Σκεφτόμουν τον Οργουελ. Πέρασε στην Ιστορία όχι μόνο ως καλός συγγραφέας, αλλά και ως ένας άνθρωπος τόσο προβληματισμένος που έβλεπε μπροστά από την εποχή του. Αν και κομμουνιστής και αντιφασίστας και έτοιμος να πεθάνει στην Καταλωνία, είδε τον κίνδυνο του σταλινικού ολοκληρωτισμού και έγραψε με τόλμη για αυτόν. Ο δυστοπικός κόσμος που περιέγραψε ήταν τρομακτικός για όλους – ένα καμπανάκι συναγερμού που ξεπερνά τα ιδεολογικά πλαίσια: ο σκοτεινός Μεγάλος Αδερφός απλώς περιμένει. Σήμερα, ωστόσο, ο Τζορτζ Οργουελ κινδυνεύει να καταγραφεί ως ένας μεγάλος παρτάκιας ο οποίος έκλεβε τη γυναίκα του που ήταν η πραγματική ιδιοφυΐα, που σταμάτησε να την αγαπάει γρήγορα, που δεν κατάλαβε τη σοβαρότητα της ασθένειάς της ή που δεν τόλμησε να σταθεί δίπλα της στην προσπάθειά της να την αντιμετωπίσει. Κινδυνεύει να περάσει στην Ιστορία ως ένας ακόμα κακομαθημένος άνδρας που ήθελε η γυναίκα του να του καθαρίζει και το σπίτι – μιλάμε για αμάρτημα ασυγχώρητο.

Ακόμα και αν αποδειχθεί πως ο Τζορτζ δεν έκλεψε καμία από τις ιδέες της Αϊλίν, το γεγονός ότι την υποχρέωσε να είναι και κάτι σαν γραμματέας του θα τον κυνηγά και μετά θάνατον. Τι κι αν άφησε όλη την περιουσία του στο υιοθετημένο παιδί του; Συγχώρεση δεν θα υπάρξει. Μέχρι τουλάχιστον να γίνει σειρά σε κάποια ψηφιακή πλατφόρμα και να κριθεί η σημαντικότητα της παρουσίας του, όχι από τη λογοτεχνική του προσφορά, αλλά από το πόσοι την προτίμησαν από τον «Spider-Man»…