Οι μεγαλουπόλεις βυθίζονται. Οι λίστες με τα αστικά κέντρα και τις περιοχές που κινδυνεύουν σταδιακά να βρεθούν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας διαρκώς μακραίνουν, όπως πολλαπλασιάζονται και οι επιστημονικές έρευνες που καταγράφουν και μελετούν το φαινόμενο. Και ο λόγος δεν είναι μόνο ο προφανής, δηλαδή η κλιματική αλλαγή.

Δεν φταίει μόνο η κλιματική αλλαγή

Η θάλασσα αγκαλιάζει κάθε χρόνο ολοένα και πιο σφιχτά τις πόλεις, αλλά και το αντίστροφο, δηλαδή οι πόλεις… χαμηλώνουν αγγίζοντας τα νερά της. Αφενός, λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη οι πάγοι λιώνουν, οι θάλασσες «φουσκώνουν» και εισβάλλουν στις πόλεις. Αφετέρου, τα μεγάλα αστικά κέντρα, λόγω ανθρωπογενών παρεμβάσεων που οδηγούν σε καθιζήσεις, γέρνουν υπό το βάρος του τσιμέντου προς το επίπεδο της θάλασσας.

Ετσι, μπορεί παράκτιες πόλεις όπως το Μαϊάμι των ΗΠΑ και η Καντόνα της Κίνας να αντιμετωπίζουν την προοπτική τεράστιων πλημμυρών όσο η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει, λόγω της κλιματικής αλλαγής, ωστόσο μελέτη που δημοσιεύτηκε στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό «Geophysical Research Letters» και εξέτασε 99 πόλεις ανά τον κόσμο, προσδιόρισε μια πιο επείγουσα απειλή.

Οπως αποκάλυψαν οι επιστήμονες, οι μεγαλουπόλεις του πλανήτη βυθίζονται ταχύτερα από τον ρυθμό που ανεβαίνει η στάθμη της θάλασσας. Κι αυτό διότι η γη υποχωρεί και καθιζάνει πολλά εκατοστά κάθε χρόνο εξαιτίας αλλαγών στο υπέδαφος που προκαλούνται από διάφορες δραστηριότητες. Για παράδειγμα, με τις υπεραντλήσεις υπόγειων υδάτων, το νερό βγαίνει στην επιφάνεια, η γη συμπιέζεται και οι κατασκευές που είναι χτισμένες στην κορυφή βουλιάζουν σταδιακά, πλησιάζοντας το επίπεδο της θάλασσας.

Συναγερμός στη Νοτιοανατολική Ασία

Τουλάχιστον 33 πόλεις «χαμηλώνουν» πάνω από ένα εκατοστό ετησίως, δηλαδή με ρυθμό πέντε φορές μεγαλύτερο από εκείνον της ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Εκείνες που κινδυνεύουν να γίνουν ταχύτερα «υποβρύχια» βρίσκονται συγκεντρωμένες στη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία και ήδη αναγκάζονται να προσαρμοστούν. Η Ινδονησία, για παράδειγμα, μεταφέρει την πρωτεύουσά της από την Τζακάρτα, μια μεγαλούπολη 10,5 εκατομμυρίων κατοίκων, σε μια νεόκτιστη πόλη στο Βόρνεο, 2.000 χλμ. μακριά, για διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων και η σταδιακή βύθιση της πόλης. Μάλιστα, το 2022 η τοπική κυβέρνηση της Βόρειας Τζακάρτα απαγόρευσε την εξόρυξη υπόγειων υδάτων στην περιοχή.

Οι δέκα ταχύτερα βυθιζόμενες πόλεις στον πλανήτη (από το σύνολο των 99 που μελετήθηκαν) είναι η Τιεντσίν της Κίνας με 5,22 εκατοστά τον χρόνο (cm/έτος), η Σεμαράνγκ και η Τζακάρτα της Ινδονησίας (3,96 cm/έτος και 3,44 εκατ./έτος αντίστοιχα), η Σαγκάη (2,94 cm/έτος), η Χο Τσι Μινχ και το Ανόι του Βιετνάμ (2,81 cm/έτος και 2,44 cm/έτος αντίστοιχα), το Τσιταγκόνγκ του Μπαγκλαντές (2,35 cm/έτος), το Κόμπε της Ιαπωνίας (2,26 cm/έτος), η Κεράλα της Ινδίας (1,96 cm/έτος) και το Χιούστον των ΗΠΑ (1,95 cm/έτος).

Παράλληλα, σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στις 8 Μαΐου στο επιστημονικό έντυπο «Earth’ s Future», και η πιο εμβληματική πόλη των ΗΠΑ, η Νέα Υόρκη, βουλιάζει υπό το βάρος των εκατοντάδων ουρανοξυστών. Υπολογίστηκε ότι πέρα από την άνοδο της θαλάσσιας στάθμης, η αμερικανική μητρόπολη χάνει κάθε χρόνο 1 με 2 χιλιοστά από το ύψος της λόγω καθίζησης. Μάλιστα, από το 1950 έως σήμερα το νερό στη Νέα Υόρκη έχει ανέβει κατά περίπου 22 εκατοστά.

Αντιστοίχως, και η Βομβάη υποχωρεί έως και 0,8 εκατοστά ετησίως ενώ ανάλυση κινδύνου που έγινε πέρυσι κατέδειξε ότι σχεδόν 2.500 κτίρια στην ινδική μητρόπολη κινδυνεύουν να καταστραφούν από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας έως το 2050.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (Intergovernmental Panel on Climate Change – IPCC) του ΟΗΕ, χωρίς μείωση των εκπομπών αερίων που ευθύνονται για την κλιματική αλλαγή, τα επίπεδα της θάλασσας παγκοσμίως θα ανέβουν κατά ένα μέτρο έως το 2100, απειλώντας τα μεγαλύτερα αστικά κέντρα του πλανήτη, αλλά και αγροτικές περιοχές, θέρετρα κ.λπ. που βρίσκονται σε επαφή με το νερό. Η «εισβολή» αλμυρού νερού μπορεί να καταστρέψει βασικούς κλάδους της οικονομίας. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (WMO) η παγκόσμια μέση στάθμη της θάλασσας έχει αυξηθεί ταχύτερα από το 1900 έως σήμερα από ό,τι σε οποιονδήποτε προηγούμενο αιώνα τα τελευταία 3.000 χρόνια.

Μάλιστα, σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, ακόμη και αν η αύξηση της θερμοκρασίας της Γης συγκρατηθεί ως εκ θαύματος στους 1,5 βαθμούς Κελσίου, η θάλασσα θα συνεχίσει να «φουσκώνει» ενώ εάν αυξηθεί κατά 2 βαθμούς Κελσίου, τότε η άνοδος της θαλάσσιας στάθμης θα μπορούσε να διπλασιαστεί απειλώντας μεγαλουπόλεις, όχι μόνο στην Ασία, αλλά σε κάθε άλλη ήπειρο, όπως είναι το Κάιρο, το Λάγος, το Μαπούτο, η Ντάκα, η Κοπεγχάγη, το Λονδίνο, το Λος Αντζελες, η Νέα Υόρκη, το Μπουένος Αϊρες, το Σαντιάγο κ.ά.

Σχεδόν 900 εκατομμύρια άνθρωποι – το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού – ζουν σε παράκτιες ζώνες, με τον πληθυσμό στα μικρά νησιωτικά αναπτυσσόμενα κράτη του Δυτικού Ειρηνικού να αντιμετωπίζουν μια άνοδο της στάθμης της θάλασσας έως και τέσσερις φορές μεγαλύτερη από τον παγκόσμιο μέσο όρο.

Υπό βύθιση περιοχές και στην Ελλάδα

Οι κλιματικές μεταβολές δεν έχουν αφήσει ανεπηρέαστη την Ελλάδα. Ηδη επιστήμονες έχουν καταγράψει επίδραση τόσο στην παραγωγικότητα των καλλιεργειών, αλλά και στο τουριστικό προϊόν, δηλαδή στους δύο βασικούς «πυλώνες» της ελληνικής οικονομίας.

Μάλιστα, όπως αναφέρει ο ακαδημαϊκός κ. Χρήστος Ζερεφός, επικεφαλής του Κέντρου Ερεύνης Φυσικής της Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελεί το Καλοχώρι Θεσσαλονίκης, ο άλλοτε λαχανόκηπος της περιοχής, από τους βυζαντινούς χρόνους.

Οπως εξηγεί, εξαιτίας των αλλαγών στο κλίμα, πλέον η μέση στάθμη της θάλασσας βρίσκεται στο ίδιο υψόμετρο με το έδαφος, το αλμυρό νερό διεισδύει με συνέπεια να παρατηρείται υφαλάτωση της γης, η οποία είναι καταστροφική για την αγροτική παραγωγή.

Το ίδιο συμβαίνει σήμερα σε χιλιόμετρα ακτογραμμών με χαμηλό υψόμετρο, σε δέλτα ποταμών όπως του Νέστου, του Αξιού, του Αλιάκμονα, ή στα παράλια του Μεσολογγίου κ.λπ.

Στο σενάριο ενός ήπιου μετριασμού των εκπομπών αερίων, στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας για την περίοδο 2031 – 2060 προβλέπεται σημαντική άνοδος της στάθμης της θάλασσας. Περισσότερο θα επηρεαστούν τα νησιά του Κεντρικού Αιγαίου στο βόρειο και νοτιοδυτικό τμήμα της Κρήτης, η ακτογραμμή του Ιονίου της ηπειρωτικής χώρας όπου η άνοδος της στάθμης θα φτάσει έως και τα 30 εκατοστά.

Αλλά και στο σύνολο της ελληνικής ακτογραμμής υπολογίζεται μια άνοδος της στάθμης των θαλασσινών υδάτων από 10 έως 20 εκατοστά. Για την ίδια τριακονταετία, σύμφωνα με το πιο δυσμενές σενάριο, δηλαδή χωρίς περιορισμό των θερμοκηπικών αερίων, διαφαίνεται ότι σχεδόν σε όλη την ελληνική ακτογραμμή η θάλασσα θα ανέβει από 20 και σε ορισμένες περιοχές έως 30 εκατοστά.

Σύμφωνα με τον καθηγητή, είναι δεδομένο ότι στις περιοχές όπου η στάθμη της θάλασσας θα ανεβαίνει, οι ακτές θα διαβρώνονται και θα χάνονται οι αμμουδιές. Στην Ελλάδα ήδη σήμερα το 20% της ακτογραμμής κινδυνεύει από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, η οποία έχει επιταχυνθεί τα τελευταία 10 χρόνια, κατατάσσοντας τη χώρα μας στην πρώτη πεντάδα των ευρωπαϊκών χωρών ως προς την παράκτια τρωτότητα.

Οι συνέπειες των μακροχρόνιων μεταβολών της θαλάσσιας στάθμης σε συνδυασμό με παροδικές ακραίες κυματικές καταστάσεις θα επηρεάσουν πολλούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας (τουρισμό, χρήσεις γης, μεταφορές, κ.λπ.). Και όσο οι προσπάθειες της παγκόσμιας κοινότητας για μείωση των επικίνδυνων για το κλίμα εκπομπών θα συνεχίζονται, απαιτείται παράλληλα άμεση ενίσχυση της άμυνας των παράκτιων περιοχών και πόλεων ώστε να σταθούν όρθιες στα «χτυπήματα» των κλιματικών φαινομένων που, ούτως ή άλλως, έρχονται.

Στην Ελλάδα το έργο του πολεοδομικού σχεδιασμού για το σύνολο της ελληνικής επικράτειας βρίσκεται στο στάδιο της προκήρυξης των μελετών για τα Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια (ΤΠΣ), τα οποία σχεδιάζεται να ολοκληρωθούν εντός τριετίας με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Το «φράγμα» της Βενετίας

Για αιώνες στη Βενετία μεγάλες παλίρροιες βύθιζαν τα σοκάκια, πλημμύριζαν τα κτίρια, εμπόδιζαν την κίνηση των σκαφών κάτω από τις γέφυρες. Εδώ και μια τριετία όμως η ζωή των κατοίκων και των εμπόρων έχει βελτιωθεί. Το πρόβλημα της βύθισης της πόλης προφανώς δεν λύνεται με το φράγμα, παρά ταύτα η ζωή των κατοίκων γίνεται κάπως ευκολότερη.

Το έργο υδραυλικής μηχανικής (γνωστό με το ιταλικό ακρωνύμιο «MOSE») ολοκληρώθηκε με τεράστιες καθυστερήσεις, έπειτα από δύο δεκαετίες και πλέον λειτουργεί και προστατεύει τη Βενετία και τη λιμνοθάλασσά της.

Σε κάθε περίπτωση, δεν λείπουν οι «γκρίνιες» για τη χρησιμότητα του φράγματος που κόστισε 5,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Μελέτη του 2021 προέβλεψε άνοδο της στάθμης του νερού στη λιμνοθάλασσα της Βενετίας μεταξύ 32 και 110 εκατοστών έως το 2100, ανάλογα με το πόσο δραστικά θα περιοριστούν οι εκπομπές άνθρακα.