Τα πράγματα λοιπόν μπήκαν σε κίνηση. Η παρατεταμένη – τουλάχιστον τετραετής – πολιτική αμεριμνησία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ έδωσε μετεκλογικά τη θέση της στην αίσθηση του επείγοντος.

Αποδείχθηκε ότι τα «επιχειρήματα» του τύπου «κρατήστε το βίντεο να το δείξετε το βράδυ των εκλογών» που εκτόξευαν τα διάφορα στελέχη του κόμματος στα τηλεοπτικά πάνελ δεν ήταν αρκετά για να ξορκίσουν την πραγματικότητα. Οι θεωρίες συνωμοσίας κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος. Δεν ήταν μόνο η κατάρρευση των ποσοστών· ήταν και η κατάρρευση της όποιας αξιοπιστίας που επέβαλε την ανάγκη λήψης δραστικών μέτρων.

Ετσι λοιπόν η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν επιβεβλημένη, όχι μόνο για τον ίδιο και τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για την ευρύτερη Αριστερά. Κι αυτό γιατί, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να άρει ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετώπισε ο χώρος αυτός όλα τα προηγούμενα χρόνια: την αδυναμία του να συνομιλήσει και να βρει συγκλίσεις για το παρόν και το μέλλον – και πολύ περισσότερο την αδυναμία του να κάνει εκείνα τα αναγκαία βήματα που θα επούλωναν τα τραύματα που παραμένουν ανοικτά ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο.

Και πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει. Η αντιμνημονιακή περίοδος μπορεί να έληξε, δεν έληξε όμως η επιρροή της πάνω στο κομματικό σύστημα.

Το χαρακτηριστικό γνώρισμα της πολιτικής ανάλυσης εκ μέρους των αριστερών κομμάτων ήταν πάντοτε η προσπάθεια μιας σφαιρικής προσέγγισης της κοινωνικής πραγματικότητας, όμως η αντιμνημονιακή κουλτούρα υποβάθμισε πλήρως την παράμετρο αυτή. Ο κόσμος άρχισε να ερμηνεύεται με συνωμοσιολογικά εργαλεία και με την ενοχοποίηση προσώπων. Και όταν βέβαια η οργή είναι το κυρίαρχο συναίσθημα στην κοινωνία, η τακτική αυτή αποδίδει. Η διαχωριστική γραμμή χαράσσεται ανάμεσα στους κατήγορους και τους κατηγορουμένους. Δεν έχεις, επομένως, παρά να σταθείς στη μεριά των κατηγόρων.

Ομως το σχήμα αυτό εξαντλήθηκε εδώ και χρόνια, μαζί με το τυπικό τέλος των μνημονίων. Δεν υπήρχε περίπτωση να αποδώσει εκλογικά οφέλη ξανά το 2023.

Η χώρα θα πορευτεί για ένα διάστημα με ένα ιδιότυπο σύστημα «μονοκομματισμού» (κυρίαρχου κόμματος). Στο διάστημα αυτό, η μεν κυβέρνηση θα έχει την ευκαιρία να προχωρήσει τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια που διακηρύσσει ότι θέλει να κάνει, και η αντιπολίτευση να οργανωθεί πολιτικά έτσι ώστε ο λόγος της να είναι ελκυστικός και χρήσιμος για τα κοινωνικά στρώματα που θέλει να εκπροσωπήσει.

Για όλους λοιπόν, ακόμη και για τον παραιτηθέντα κ. Τσίπρα, ανοίγει μια εποχή νέων πολιτικών ευκαιριών.

Μένει να δούμε ποιοι θα μπορέσουν να τις αξιοποιήσουν.

 

Ο κ. Στράτος Φαναράς είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Metron Analysis SA.