Ενα από τα πιο περίεργα πολιτικά προβλήματα της εποχής είναι αν μια συντηρητική κυβέρνηση μπορεί να ακολουθήσει την πεπατημένη άλλων συντηρητικών κυβερνήσεων της Ευρώπης και να εφαρμόσει ίδιες ή έστω ελαφρώς παραλλαγμένες πολιτικές.

Αν δηλαδή είναι καλή στην αντιγραφή μεθόδων διαχείρισης κρίσεων ανάλογου περιεχομένου με εκείνες που αντιμετώπισαν άλλες χώρες με κυβερνήσεις οι οποίες ανήκαν στην ίδια πολιτική οικογένεια με τη δική της. Πολλώ δε μάλλον αν ο επικεφαλής πρωθυπουργός της κυβέρνησης μπορεί να ταυτιστεί με στρατηγικές αποφάσεις που έλαβαν μέντορες της συντήρησης ανά την Ευρώπη.

Το ερώτημα είναι προφανές ποιον αφορά, αλλά επειδή αυτές τις ημέρες, μετά το προ δεκαημέρου τραγικό συμβάν κατά την άνομη δράση ομάδας χούλιγκαν, επανήλθε στο προσκήνιο το όνομά της, θα το θέσω εκ νέου: μπορεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης να ακολουθήσει τη στρατηγική της Μάργκαρετ Θάτσερ, ιέρειας της συντηρητικής παράταξης, ανά την Ευρώπη και τον κόσμο, στην αντιμετώπιση του φαινομένου του χουλιγκανισμού;

Νομίζω ότι η απάντηση είναι αυταπόδεικτη, και δεν οφείλεται απλώς στο γεγονός ότι τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνησή του για την αντιμετώπιση της βίας στα γήπεδα είναι ένας αριθμός αποφάσεων ατάκτως ερριμμένων, χωρίς προσανατολισμό και χωρίς σοβαρή στόχευση.

Οφείλεται και στην πασιφανή αδυναμία της κυβέρνησης να αποδείξει έστω για μία φορά ότι όσα δηλώνει θα τα υλοποιήσει. Οχι λοιπόν, ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης βαδίζει στα βήματα της Μάργκαρετ Θάτσερ, ούτε η κυβέρνησή του μοιάζει με εκείνη των Συντηρητικών της δεκαετίας του ’80, που έδωσε οριστική λύση στο πρόβλημα του χουλιγκανισμού της Βρετανίας.

Η κοινωνία διαπιστώνει ότι αυτό που διακρίνει την κυβέρνηση Μητσοτάκη και επί του συγκεκριμένου είναι πολλά λόγια, ειπωμένα μάλιστα με ένα περιτύλιγμα οργίλης αποφασιστικότητας, όμως όταν φτάνει στο επίπεδο της υλοποίησης, μοιάζει σαν να επικρατούν δεύτερες και πολλές φορές και τρίτες σκέψεις, οι οποίες αφυδατώνουν εντελώς τις αρχικές εκδηλώσεις αποφασιστικότητας και βούλησης.

Το είδαμε και τώρα. Η οργή, ο θυμός, οι δεσμεύσεις ότι η κυβέρνηση θα αρπάξει επιτέλους «τον ταύρο από τα κέρατα», που διαχεόταν από τις κυβερνητικές πηγές σε όλα και με όλα τα μέσα ενημέρωσης (και μάλιστα επί ποινή απολύσεως υπουργού μετέχοντος στην υπό τον κ. Μητσοτάκη σύσκεψη αν διαρρεύσει κάτι) μετεβλήθησαν σε έναν ξαναζεσταμένο «λαπά» μέτρων, που παρότι σερβιρίστηκε με κάθε απαραίτητο επικοινωνιακό κρεσέντο δυναμικότητας, όλοι κατάλαβαν, με την πρώτη ματιά, περί τίνος επρόκειτο. «Λαπάς»!

Μέτρα που εξαγγέλθηκαν για πρώτη φορά προ 16ετίας εμφανίστηκαν τώρα ως η πανάκεια για να λυθεί το πρόβλημα. Αν δεν πρόκειται για κοροϊδία, σίγουρα πρόκειται για κραυγαλέα επίδειξη άγνοιας.

Οι γνωρίζοντες ασφαλώς υπομειδιούν. Γιατί αντιλαμβάνονται πως εκείνοι που έλαβαν τις σχετικές αποφάσεις είναι παντελώς άσχετοι με το τι συμβαίνει σήμερα στα γήπεδα. Η δολοφονική επίθεση σε βάρος του αστυνομικού των ΜΑΤ στου Ρέντη έγινε από «θεατή» αγώνος βόλεϊ. Και ο φόνος του οπαδού στη λεωφόρο Λαυρίου το 2007, κι αυτός από «θεατές» ενός άλλου αγώνα βόλεϊ, γυναικών μάλιστα, έγινε. Αρα; Οσοι ανησύχησαν ότι μπορεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης να μεταβληθεί έστω και για ένα θέμα σε Μάργκαρετ Θάτσερ, μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι: ποτέ δεν θα γίνει. Και το πρόβλημα του χουλιγκανισμού, που έχει βαθιά και σοβαρά κοινωνικά αίτια, δεν πρόκειται να λυθεί. Δυστυχώς…