Στις 2 Δεκεμβρίου 2017 ένα δημοσίευμα των «New York Times» ήρθε να προκαλέσει σεισμό πέραν των ορίων του μουσικού κόσμου. Ο σουπερστάρ Τζέιμς Λιβάιν, o επί περίπου 45 χρόνια πανίσχυρος μουσικός διευθυντής της Μητροπολιτικής Οπερας της Νέας Υόρκης (ο οποίος προσφάτως τότε είχε λάβει τον τίτλο του «επιτίμου», χωρίς να «αποστρατευθεί» όμως παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας που τον είχαν καθηλώσει σε αναπηρικό αμαξίδιο) κατηγορούνταν από τρεις άνδρες για σεξουαλική παρενόχληση το διάστημα 1960-1990, ενώ ήταν ακόμη ανήλικοι. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η διοίκηση της Μετροπόλιταν φερόταν ως αποδέκτης μιας σχετικής κατηγορίας από το 1979 ακόμη, την οποία είχε απορρίψει τότε ως αβάσιμη. Ωστόσο από τον Οκτώβριο του 2016 βρισκόταν σε εξέλιξη αστυνομική έρευνα, η οποία μάλιστα ήταν εν γνώσει του νυν γενικού διευθυντή του οργανισμού Πίτερ Γκελμπ.
Την επομένη του δημοσιεύματος, ένας ακόμα άνδρας διατύπωσε παρόμοιες κατηγορίες εναντίον του Λιβάιν, ο οποίος μέσα σε μερικές μόνο ώρες μετατρεπόταν από ζωντανό θρύλο σε αποδιοπομπαίο τράγο. Η Μετροπόλιταν Οπερα ματαίωσε όλες τις προγραμματισμένες συνεργασίες της με τον διάσημο αρχιμουσικό, ενώ τον Μάρτιο του 2018 τον απέλυσε οριστικά αφαιρώντας του τον τιμητικό τίτλο και διακόπτοντας ακόμα και τη διάθεση των δίσκων του στο πωλητήριο. Η ορχήστρα του θεάτρου μάλιστα, την οποία ο μαέστρος διηύθυνε από το 1971 έχοντας διαμορφώσει γενιές ολόκληρες μουσικών, συνεχάρη τους τέσσερις άνδρες για το θάρρος τους να προχωρήσουν στις καταγγελίες. Από την πλευρά του ο Λιβάιν κατέφυγε στη Δικαιοσύνη κατηγορώντας τον οργανισμό για δυσφήμηση, διεκδικώντας παράλληλα ένα σεβαστό ποσό ως αποζημίωση. Την περασμένη άνοιξη όμως οι δικαστικές αρχές απέρριψαν το σύνολο σχεδόν των ισχυρισμών του 76χρονου αρχιμουσικού.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.