«Μετά τη συμφωνία της Μάλτας για τα δημοσιονομικά μέτρα του 2019 και του 2020 και την απρόσμενη (για πολλούς) εκτίναξη του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,9% του ΑΕΠ το 2016, όλοι όσοι βρίσκονται στην Ουάσιγκτον, στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ, έδειξαν ότι θέλουν περισσότερο από κάθε άλλη φορά να φτάσουν σε ένα deal για το ελληνικό ζήτημα».
Το ξεκάθαρο αυτό μήνυμα στέλνει η ελληνική αντιπροσωπεία υπό τον Ευκλείδη Τσακαλώτο μετά τις συναντήσεις που είχαν με την Κριστίν Λαγκάρντ, τον Πόουλ Τόμσεν, ο οποίος άλλαξε τα δεδομένα και το κλίμα των επαφών με το «mea culpa» για τις λανθασμένες εκτιμήσεις του τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, και στελέχη του ΔΝΤ που εξέφρασαν σε όλους τους τόνους την ανάγκη ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.
Η συνολική συμφωνία για τα πλεονάσματα και το χρέος, που φαίνεται ότι δρομολογήθηκε, θα δώσει τη δυνατότητα στο Ταμείο να επιστρέψει στο πρόγραμμα, και στην Ελλάδα το διαβατήριο να δοκιμάσει την επιστροφή στις αγορές.
Το οριστικό «ναι» περνά, όπως γίνεται πάντοτε τα τελευταία οκτώ χρόνια, από τους Γερμανούς. Ομως αυτή τη φορά η καλή ημέρα φάνηκε από την Πέμπτη, όταν ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε εμφανίστηκε αισιόδοξος για την επίτευξη συμφωνίας με το Ταμείο για την Ελλάδα. Ξάφνιασε τους πάντες όταν είπε «είναι πιο ρεαλιστικές οι προβλέψεις της ελληνικής κυβέρνησης από αυτές του Ταμείου» και δικαιώθηκε την Παρασκευή όταν ανακοινώθηκε ότι η Ελλάδα είχε πρωτογενές πλεόνασμα 3,9% του ΑΕΠ το 2016 με όρους Eurostat και 4,19% με όρους Μνημονίου.
Το κλίμα που επικράτησε στις συναντήσεις απέδωσε επακριβώς ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί λέγοντας ότι «το θέμα τώρα είναι πώς θα μετατρέψουμε το πολιτικό deal σε τεχνική συμφωνία».
Και αυτό απαιτεί χρόνο, σοβαρή τεχνική δουλειά, μεγάλη προσοχή και λεπτούς χειρισμούς στο σκέλος των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους. Το δύσκολο αυτό έργο θα αναλάβουν από τη Δευτέρα ο ESM και ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), ενώ οι θεσμοί επιστρέφουν στην Αθήνα την Τρίτη ή την Τετάρτη, προκειμένου να κλείσουν την αξιολόγηση, την τεχνική συμφωνία (Staff Level Agreement) και να συντάξουν τις εκθέσεις προόδου και το επικαιροποιημένο Μνημόνιο για την Ελλάδα.
Ολα μαζί συνθέτουν μια ολοκληρωμένη πρόταση, ένα πακέτο πολιτικών που θα κατατεθούν στο Eurogroup της 22ας Μαΐου, όπου είναι πολύ πιθανό να υπάρξει μια οριστική απόφαση για το ελληνικό πρόγραμμα.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, το σενάριο της επίτευξης συνολικής συμφωνίας στις 22 Μαΐου είναι εφικτό, και αυτό, όπως σχολιάζουν οικονομικοί κύκλοι, δίνει «πλεονέκτημα στον ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος θα μπορεί να ζητεί από τη Νέα Δημοκρατία να μην παπαγαλίζει τις θέσεις Τόμσεν». Μάλιστα, τονίζουν ότι «η ΝΔ θα πρέπει πλέον να αποκτήσει καινούριο αφήγημα για την οικονομία, καθώς αν στις 22 Μαΐου υπάρξει συμφωνία για να βγει η χώρα από το αδιέξοδο, απομακρύνεται ο χρόνος προσφυγής στις κάλπες».
Τα δεδομένα άλλαξαν κυρίως από τα στοιχεία για την έκρηξη του πρωτογενούς πλεονάσματος το 2016, χρονιά κατά την οποία η οικονομία ήταν στάσιμη και θα βρισκόταν σε ύφεση χωρίς το άλμα της τουριστικής κίνησης. Βέβαια, το υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα οφείλεται στα παραπανίσια μέτρα που πήρε η κυβέρνηση, όπως έχει παραδεχθεί σε ανύποπτο χρόνο ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης. Και αυτό έχει το κόστος του στην τσέπη των νοικοκυριών.
Ομως δεν είναι τυχαίο, ούτε αμελητέο, ότι ο επικεφαλής του προγράμματος για την Ελλάδα και του ευρωπαϊκού γραφείου του ΔΝΤ προέβη δημόσια σε ομολογία λάθους. Οπως είπε ο κ. Τόμσεν την Παρασκευή στην Ουάσιγκτον στη συνέντευξη Τύπου που παρακολούθησαν δεκάδες δημοσιογράφοι από όλον τον κόσμο «τα στοιχεία για το πρωτογενές πλεόνασμα στην Ελλάδα που ανακοινώθηκαν σήμερα είναι πολύ πάνω από αυτό που προβλέπαμε. Πολύ παραπάνω από όσο οποιοσδήποτε προέβλεπε. Είναι ξεκάθαρο ότι είναι πολύ καλύτερα από όσο περιμέναμε».
Εκπληξη όμως προκάλεσε η ομολογία της λανθασμένης προσέγγισης για την Ελλάδα όλα τα χρόνια των μνημονίων.

Είπε χαρακτηριστικά:

«Τα πρώτα πέντε χρόνια κάναμε συνεχώς λάθος από τη μία πλευρά. Υπερεκτιμούσαμε τη δημοσιονομική εικόνα. Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο κάναμε ανάποδο λάθος. Ούτε εγώ, ούτε άλλοι κατανοήσαμε τις συνέπειες των capital controls (σ.σ.: που ήταν η αιτία να αυξηθούν τα έσοδα, καθώς οι συναλλαγές γίνονται μέσω τραπεζών ή με πλαστικό χρήμα). Ημασταν πολύ συντηρητικοί. Αυτό είναι ξεκάθαρο».
Επιστρέφοντας όμως στην ουσία της νέας, διαφαινόμενης συμφωνίας, ο κ. Τόμσεν εξήγησε ότι «το ΔΝΤ ζήτησε μεταρρυθμίσεις σε Φορολογικό και Ασφαλιστικό, όχι γιατί θέλουμε περισσότερη λιτότητα ή υψηλότερα πλεονάσματα, αλλά γιατί έπρεπε το πακέτο να είναι περισσότερο φιλικό προς την ανάπτυξη».
Και τόνισε ότι «είναι ξεκάθαρο ότι το πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ πρέπει να διατηρηθεί για λίγο διάστημα. Η χώρα χρειάζεται δημοσιονομικό χώρο, όχι για να μειώσει το χρέος, αλλά για να ισχυροποιήσει την ανάκαμψη, να μειώσει τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές και να προχωρήσει το κοινωνικό κράτος. Το πόσα χρόνια θα παραμείνει σε αυτό το επίπεδο είναι υπό συζήτηση».
Ο ίδιος σημείωσε ότι Ελλάδα και δανειστές βλέπουν αυτό το ποσοστό να πιάνεται το 2018, ενώ το Ταμείο έναν χρόνο αργότερα.
Η ελληνική θέση είναι ότι ο προϋπολογισμός θα έχει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ τουλάχιστον για τρία χρόνια –2018, 2019 και 2020. Στη συνέχεια ζητεί να υπάρξει χαλάρωση των στόχων στο επίπεδο του 2% του ΑΕΠ ώστε να ανασάνει η οικονομία.

Στην Αθήνα την Τρίτη το κουαρτέτο

Την Τρίτη θα φθάσουν στην Αθήνα οι εκπροσωποι των θεσμών για την συνέχιση των διαπραγματεύσεων με την ελληνική πλευρά, ενώ η συμφωνία αναμένεται να ολοκληρωθεί μέσα σε μια εβδομάδα.

Πρόωρη εξόφλησητων δανείων από τον ESM

Για τις προϋποθέσεις συμμετοχής του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα ο κ. Τόμσεν είπε κοφτά:
«Δεν θα δώσουμε χρήματα προτού έχουμε συμφωνία στις μεταρρυθμίσεις και αξιόπιστη στρατηγική για το χρέος. Στο Eurogroup πέρυσι συμφωνήθηκε το πλαίσιο να μπει όριο 15% του ΑΕΠ στις ετήσιες πληρωμές και αργότερα 20%.
Αυτό που χρειαζόμαστε για να δώσουμε χρήματα είναι αφενός ποιο θα είναι το μονοπάτι για τα πρωτογενή πλεονάσματα και αφετέρου εξειδίκευση των μέτρων για το χρέος. Δεν χρειάζονται στην τελευταία λεπτομέρεια αλλά να μπορούμε να πούμε ότι έχουμε τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν. Τότε θα πάμε στο Διοικητικό Συμβούλιο για ένα νέο πρόγραμμα».

Ερωτηθείς ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους είπε ότι «γίνονται συζητήσεις με το ΔΝΤ και για τα μακροπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους» και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο πρόωρης εξόφλησης των δανείων του Ταμείου στην Ελλάδα από αχρησιμοποίητα κεφάλαια του τρίτου προγράμματος.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ