Είχε φανεί από τις αρχές της προεκλογικής περιόδου: ασχέτως ποιος θα εκλεγόταν πρόεδρος, η Αμερική «του» (της) δεν θα είναι αυτή που ξέραμε μισό και πλέον αιώνα. Στα μέσα της αλληλεξόντωσης των υποψηφίων πρόβαλε και κάτι άλλο. Από τη στιγμή που φάνηκε, έστω πρόσκαιρα, ότι η μάχη για τον Λευκό Οίκο θα διεξαγόταν μεταξύ Τζεμπ Μπους και Χίλαρι Κλίντον, δύο πατενταρισμένων εκπροσώπων πολιτικών και οικονομικών δυναστειών, η λεγόμενη «σιωπηλή αντιπολίτευση», όλοι εκείνοι που δεν ανέχονταν για κάποιον λόγο «το νέο» ή δεν απολάμβαναν την «Αμερική, γη της Επαγγελίας» και αντιπαθούσαν την πολιτική και ενημερωτική ελίτ, αυτήν που εκλιπαρούσε ο Ρίτσαρντ Νίξον «να μιλήσει», αποφάσισαν να δείξουν την αριθμητική δύναμή τους.
Ο «από το πουθενά»


Καθώς οι αδίστακτοι αφθονούν στην Αμερική, στο εκλογικό παιχνίδι εισέβαλε ένας μεγιστάνας των καζίνων, φαφλατάς, άγνωστος στα πολιτικά κέντρα της Ουάσιγκτον αλλά πασίγνωστος για τις «βρωμιές» του και τις «παραλείψεις» στις φορολογικές δηλώσεις του, εκλεκτός του Fox, του πιο λαϊκίστικου τηλεοπτικού καναλιού της Αμερικής: ο Ντόναλντ Τραμπ. Μη έχοντας να προσφέρει πολιτικό πρόγραμμα, υποσχόταν να κάνει την «Αμερική πάλι μεγάλη» και «γαργαλούσε» κάποια ένστικτα θεατών και ακροατών μη διστάζοντας να αποδεικνύει το μήκος του ανδρισμού του. Αυτόν τον «από πουθενά» ψήφισαν 60 εκατομμύρια Αμερικανοί που ήθελαν αλλαγή την περασμένη Τρίτη, τον εξέλεξαν και από τις 20 Ιανουαρίου 2017 θα είναι ο πρόεδρος της δυναμικότερης χώρας των ημερών μας. Μια τραγωδία για την αμερικανική δημοκρατία, ένα κακό προηγούμενο και μοντέλο για τη δημοκρατική Ευρώπη, με προεκτάσεις στον υπόλοιπο κόσμο που, μοιραία, θα πορεύεται για τουλάχιστον ένα εξάμηνο μέσα σε κύμα οικονομικής ανασφάλειας και πολιτικής αβεβαιότητας.
Τι μπορεί να περιμένουμε από τον 45ο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, που κάθε άλλο από «ενωμένες» αποδεικνύονται, αφού το ίδιο ποσοστό ψήφων έλαβε και η Χίλαρι Κλίντον; Τώρα θα δοκιμαστεί η δύναμη και η αντοχή των πολυδιαφημισμένων «αμερικανικών αξιών». Θα έχουν να αντιπαραβληθούν με αποφάσεις, αν πραγματοποιήσει τις προεκλογικές υποσχέσεις του, όπως λ.χ. την απαγόρευση μουσουλμάνων να έρχονται στην Αμερική –υπόσχεση που ενθουσίασε τη Μαρίν Λεπέν και τους ομοίους της στην Ευρώπη. Με τον διπλασιασμό του εισοδήματος των εργατών βιομηχανίας, εξαγγελία την οποία προκαταβολικά αποκήρυξαν ακόμη και εργατικά συνδικάτα. Με την ακύρωση κοινωνικών μέτρων που με συμβιβασμούς πέρασε ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα (κοινωνική πρόνοια, γάμοι ομοφύλων κ.ά.). Το αμερικανικό κατεστημένο στο οποίο –τι ειρωνεία –ανήκει και ο Τραμπ δεν πρόκειται να παραδώσει «τα κεκτημένα» και ο πνευματικός κόσμος κήρυξε ήδη «αντίσταση σε κάθε απόπειρα υπονόμευσης και δολοφονίας» της ελευθερίας γνώμης.
Μπορεί, λοιπόν, ο Τραμπ να κυβερνήσει; Μπορεί να χειριστεί προβλήματα διεθνών σχέσεων, πυρηνικής ασφάλειας, λειτουργίας διεθνών θεσμών τους οποίους, προεκλογικά, εχλεύασε και απαξίωσε; Πώς θα απαντήσει στα αδιέξοδα που έχει προκαλέσει η ασυνάρτητη στρατηγική του ΝΑΤΟ, το οποίο επανειλημμένα χαρακτήρισε «ξεπερασμένο, ανίσχυρο»; Θα τολμήσει να αγνοήσει κινεζικά αντίμετρα αν προχωρήσει σε επιβολή ειδικών δασμών στα κινεζικά εισαγόμενα και στις κινεζικές επενδύσεις στις ΗΠΑ; Θα προχωρήσει ο νέος πρόεδρος σε ανάκληση της υπογραφής του προέδρου Ομπάμα στη διεθνή συμφωνία για το περιβάλλον; Και με ποιους ανθρώπους αφού ο ίδιος ομολόγησε δημοσία ότι δεν έχει διοικητική εμπειρία, δεν γνωρίζει ειδικούς και δεν εμπιστεύεται (!) αυτούς που τα χειρίζονται; Το 61% εκείνων που τον ψήφισαν ομολογούν ότι ο Τραμπ «δεν είναι έτοιμος να κυβερνήσει».
Η εξωτερική πολιτική


Ο Τραμπ θα πρέπει στο πρώτο τρίμηνο του 2017 να διαπραγματευθεί προβλήματα σχέσεων και πολιτικο-οικονομικά με την Ευρώπη, και σε συνέχεια τα ζητήματα ασφάλειας με τη Ρωσία και την Κίνα, τον εκσυγχρονισμό του «αμυντικού» οπλοστασίου των ΗΠΑ και το πιο άμεσο: τη Συρία, γενικότερα την πολεμική εμπλοκή της Αμερικής στη Μέση Ανατολή. Κάποια ονόματα στρατιωτικών, πολιτικών και διπλωματών που ακούστηκαν για την κυβέρνησή του –όλοι νεοσυντηρητικοί και ακραίοι στρατοκράτες όπως ο αντιστράτηγος Μάικ Φλιν, ο Νιουτ Γκίνγκριτς κ.ά. -, μόνο πανικό που δεν προκάλεσαν όταν δημοσιεύθηκαν σε έντυπα των νεοσυντηρητικών. Η πολιτική της Αμερικής «γίνεται όλο και περισσότερο απρόβλεπτη» γράφει το γερμανικό «Spiegel». Ο στενός κόσμος του νέου προέδρου παραδέχεται ότι «ο Τραμπ δεν έχει πείρα», ούτε και «παραστάσεις από τα διεθνή δρώμενα», αλλά βεβαιώνει ότι «έχει θέληση» και μαθαίνει γρήγορα.
ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΟΜΠΑΜΑ
Ο πρόεδρος Τραμπ θα αντιμετωπίσει προβλήματα που απαιτούν άμεση απάντηση, αρχίζοντας από την επιλογή μέλους του Ανωτάτου Δικαστηρίου, από την ιδεολογική κατεύθυνση του οποίου θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό η αποδόμηση της κοινωνικής πολιτικής του προέδρου Ομπάμα και η προώθηση μέτρων και πολιτικών σχεδίων τα οποία θα έχει εγκρίνει κατ’ αρχήν ένα υπερσυντηρητικό ρεπουμπλικανικό νέο Κογκρέσο.

Σε αναμονή
Αρχή άνδρα δείκνυσι
Να αναμένουμε δραματικές εκπλήξεις από τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ; Οχι. Είναι επιχειρηματίας, ξέρει να διακρίνει το ρίσκο. Πιστεύει στον ρόλο της διαπραγμάτευσης και αντιλαμβάνεται πού και έως ποιο σημείο μπορεί να φέρει ένα ζήτημα που διαπραγματεύεται. Εδωσε δείγματα για αυτό προτού ακόμη εκλεγεί. Αποκλείει τώρα την ακύρωση της ιστορικής πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν την οποία απλώς θέλει να επαναδιαπραγματευθεί. Και πιστεύει σε «μια παραγωγική συνεργασία με το Πεκίνο» σχετικά με τα χωρικά ύδατα στη Νότια Κινεζική Θάλασσα. Ο χρόνος θα δείξει αν αντιλαμβάνεται τα όρια της αμερικανικής παρουσίας στον διεθνή χώρο και τα όρια της ανατροπής των φιλολαϊκών μέτρων στις ΗΠΑ.

«Αρχή άνδρα δείκνυσι» έγραψε ο Σοφοκλής.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ