Τον ενδιάμεσο δρόμο φαίνεται να επιλέγουν κυβέρνηση και δανειστές προκειμένου να αποφευχθεί το ατύχημα και να υπάρξει μια μεταβατική λύση. Η οριστική συμφωνία παραπέμπεται στο μέλλον, παρατείνοντας έτσι την αβεβαιότητα σε οικονομία και κοινωνία. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, γίνονται προσπάθειες να γραφτεί μια προσωρινή συμφωνία, η οποία στην ουσία θα αναστέλλει για μερικούς μήνες το κλείσιμο της αξιολόγησης και θα προσφέρει πρόσκαιρη λύση στο πρόβλημα χρηματοδότησης της χώρας. Ισα-ίσα να καλυφθούν οι δύσκολοι καλοκαιρινοί μήνες, κατά τους οποίους η χώρα πρέπει να καταβάλει στους δανειστές συνολικά 8,5 δισ. ευρώ, ως το τέλος Αυγούστου.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, ήδη η ελληνική πλευρά έχει βάλει, «για πρώτη φορά» όπως επισημαίνεται, τις προτάσεις της στο χαρτί και η συμφωνία πλέον «γράφεται από κοινού με τους πιστωτές» σε επίπεδο Brussels Group. Πρόκειται για ένα κείμενο που θα περιλαμβάνει πολλές μέριμνες και το οποίο θα περιγράφει τις υποχρεώσεις, τους όρους και τις προϋποθέσεις που θα απελευθερώσουν πόρους και θα οδηγήσουν στη συμφωνία της επόμενης ημέρας.
Αν και αυτή η προσπάθεια αποτύχει, τότε το ενδεχόμενο «ελεγχόμενου ατυχήματος» το οποίο θα παίξει τον ρόλο του καταλύτη για την υπογραφή μιας συμφωνίας τύπου «take it or leave it», που αποτελεί το εναλλακτικό σενάριο, έρχεται πιο κοντά.
Μήνυμα

Είναι λοιπόν ημέρες ευθύνης για την κυβέρνηση και τους πιστωτές, μια τελευταία ευκαιρία για την υπογραφή συμφωνίας στο παρά πέντε ώστε να αποφευχθούν τα χειρότερα. Είναι η ώρα του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να βγει μπροστά και με αποφασιστικότητα να υπογράψει μια συμφωνία.
Και όλοι πιέζουν προς αυτή την κατεύθυνση. Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες την περασμένη Πέμπτη, το Euroworking Group μετέφερε στον πρόεδρο του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (ΣΟΕ) Γιώργο Χουλιαράκη «τελεσίγραφο» πως εάν δεν υπάρξει συμφωνία ως την επόμενη Τετάρτη ή Πέμπτη, οπότε θα συνέλθει ξανά, τότε η Ελλάδα χάνει τα κεφάλαια από το τρέχον πρόγραμμα και δημιουργείται πρόβλημα στην αποπληρωμή των πιστωτών και στη χρηματοδότηση των τραπεζών μέσω του έκτακτου μηχανισμού ELA της ΕΚΤ. Και τούτο διότι απαιτείται χρόνος για να περάσει η οποιαδήποτε συμφωνία από τα κοινοβούλια ορισμένων χωρών.
Αυτό φέρεται να ήταν και το αντικείμενο της τηλεδιάσκεψης μεταξύ του κ. Τσίπρα, της Ανγκελα Μέρκελ και του Φρανσουά Ολάντ το απόγευμα της ίδιας ημέρας. Ανάλογη κίνηση με την έκδοση μιας έντονης ανακοίνωσης που να πιέζει την ελληνική πλευρά προς την επίτευξη συμφωνίας άμεσα αναμενόταν και από G7 το Σαββατοκύριακο.
Προσωρινή λύση

Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, έχει πλέον εγκαταλειφθεί η προσπάθεια να κλείσει τώρα η αξιολόγηση του τρέχοντος προγράμματος που λήγει στις 30 Ιουνίου και να υπάρξει συμφωνία για την επόμενη ημέρα. «Σε τεχνικό επίπεδο βρισκόμαστε πολύ μακριά, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί τον τελευταίο καιρό» αναφέρουν κοινοτικές πηγές. Επειδή κανείς δεν θέλει να οδηγηθεί η χώρα σε χρεοκοπία, αναζητείται μια προσωρινή λύση. Στόχος είναι να κλείσουν ορισμένα ζητήματα του τρέχοντος προγράμματος και όσα απομείνουν για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης να μεταφερθούν στην ενδιάμεση συμφωνία και να ολοκληρωθούν τους επόμενους 3-9 μήνες. «Σε αυτή τη φάση η αξιολόγηση με κάποιον τρόπο θα κλείσει. Δεν θα κλείσει στο 100% αλλά στο 60%, στο 70%. Το υπόλοιπο θα ολοκληρωθεί με την ενδιάμεση συμφωνία» αναφέρουν πηγές που είναι σε θέση να γνωρίζουν. «Δεν μπορούμε να ολοκληρώσουμε την αξιολόγηση με βάση ορισμένα μέτρα, θα πρέπει να είναι συνολική» δήλωσε την περασμένη Πέμπτη ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Μπιλ Μάρεϊ.
Η προσωρινή συμφωνία μπορεί να ονομαστεί παράταση (extension) του τρέχοντος προγράμματος, ενδιάμεση συμφωνία (interim agreement) ή κάπως αλλιώς. Θα πρόκειται για ένα αδύναμο deal που δεν θα δίνει προοπτικές ανάκαμψης της χώρας και θα τη φέρει σύντομα και πάλι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. «Οσο πιο λίγες μεταρρυθμίσεις περιλαμβάνονται στο deal τόσο πιο αδύναμο θα είναι» αναφέρουν κοινοτικές πηγές.
Η επιλογή αυτή εκτιμάται ότι διευκολύνει όλους: Πολιτικά τους Ευρωπαίους, διότι δεν θα χρειαστεί να βάλουν το χέρι στην τσέπη, το ΔΝΤ, το οποίο θα συνεχίσει να ασκεί την εποπτεία, αλλά και την κυβέρνηση, η οποία δεν θα χρειαστεί να υπογράψει νέο μνημόνιο και να λάβει αντιλαϊκά μέτρα σε αυτή τη φάση. Ωστόσο θα χρειαστεί να πάρει εισπρακτικά μέτρα το ύψος των οποίων θα εξαρτηθεί από το πρωτογενές πλεόνασμα που θα συμφωνηθεί.
Το κακό σενάριο

Αν τελικά κυβέρνηση και δανειστές δεν καταφέρουν να τα βρουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, το ενδεχόμενο «ελεγχόμενου ατυχήματος», το οποίο θα παίξει τον ρόλο του καταλύτη για την υπογραφή συμφωνίας του τύπου «take it or leave it» έρχεται πιο κοντά. Στην περίπτωση αυτή, η Ελλάδα δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις της προς το ΔΝΤ, χρεοκοπεί και τότε οι πιστωτές φέρνουν μια συμφωνία την οποία κάτω από τις συνέπειες της χρεοκοπίας την αποδέχεται.
Βεβαίως το σενάριο αυτό ενέχει μεγάλους κινδύνους: πρώτον, κατά πόσο η κατάσταση δεν θα ξεφύγει και δεύτερον, κατά πόσον η κυβέρνηση θα μπορέσει να ελέγξει τις εσωκομματικές αντιδράσεις.
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές ίσως όλοι να επιδιώκουν το ενδεχόμενο αυτό γιατί τους εξυπηρετεί στη λήψη αποφάσεων. «Αυτή τη στιγμή», αναφέρουν, «καμία από τις εμπλεκόμενες πλευρές δεν θέλει να αναλάβει πρωτοβουλία για την υπογραφή συμφωνίας». Η κυβέρνηση επιδιώκει συμφωνία την τελευταία στιγμή, με στόχο να πάρει όσα περισσότερα μπορεί και οι πιστωτές δεν φαίνονται διατεθειμένοι να υποχωρήσουν.


Προθεσμίες
Δεν υπάρχουν λεφτά, ούτε χρόνος

Το πρόβλημα είναι ότι κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει πότε λήγει ο χρόνος, πότε το ρολόι χτυπάει 12 ακριβώς ώστε να τα βρει στο παρά πέντε ή στο παρά ένα, όπως έγινε στις 20 Φεβρουαρίου. Τότε όλοι γνώριζαν ότι στις 28 Φεβρουαρίου έληγε το πρόγραμμα και αν δεν υπήρχε παράταση, θα σταματούσε η χρηματοδότηση από την ΕΚΤ, με ό,τι αυτό σήμαινε για τις τράπεζες, την οικονομία και την κοινωνία.
Σήμερα η καταληκτική ημερομηνία είναι η 30ή Ιουνίου, όταν λήγει η τετράμηνη παράταση. Ομως δεν υπάρχουν λεφτά για να φτάσουμε ως εκεί. Αν χάσουμε κάποια από τις τέσσερις πληρωμές του ΔΝΤ που είναι από 5 ως 19 Ιουνίου, τότε θα υπάρξει χρεοκοπία. Κάποιοι στην κυβέρνηση πιστεύουν ότι αυτό δεν θα έχει επιπτώσεις. Υποστηρίζουν ότι θα πάρει τουλάχιστον έναν μήνα ή και περισσότερο για να αποφασίσει το ΔΝΤ αν υπάρχει πιστωτικό γεγονός. Αλλοι λένε ότι η Κριστίν Λαγκάρντ έχει διαμηνύσει στην κυβέρνηση ότι θα φέρει άμεσα το θέμα στο διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου και η απόφαση θα ληφθεί γρήγορα προκαλώντας μια περιορισμένη κρίση, με περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls) που θα αναγκάσουν την κυβέρνηση κάτω από την πίεση της κοινής γνώμης να αποδεχθεί τη συμφωνία.
Βεβαίως όλοι αναγνωρίζουν ότι η διαχείριση ενός «ελεγχόμενου ατυχήματος» δεν είναι εύκολη υπόθεση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ