Ο τομέας του φαρμάκου αποτελεί έναν από τους πιο δυναμικούς κλάδους της οικονομίας διεθνώς. Ειδικότερα η παραγωγή γενόσημων φαρμάκων στη χώρα μας αποτελεί για τα επόμενα χρόνια τον πρώτο «αναδυόμενο αστέρα» αναπτυξιακής δυνατότητας, σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση McKisney. Αλλωστε, ακόμη και σήμερα, που το μερίδιο των γενοσήμων στην αγορά του φαρμάκου παραμένει αρκετά μικρότερο σε σύγκριση με άλλες αναπτυγμένες χώρες, για κάθε 1.000 ευρώ που δαπανώνται σε φάρμακα που παράγονται στην Ελλάδα, το ΑΕΠ της χώρας ενισχύεται κατά 3.420 ευρώ συμβάλλοντας συνολικά στο ΑΕΠ κατά 2,8 δισ. ευρώ και κατέχοντας την τέταρτη θέση στις εξαγωγές της ελληνικής μεταποίησης.
Αν συνυπολογιστεί στα δεδομένα αυτά η άμεση απασχόληση περίπου 11.000 εργαζομένων και η έμμεση επίδραση σε περίπου 53.000 θέσεις εργασίας, καθίσταται φανερό ότι η προώθηση των γενόσημων φαρμάκων δεν αποτελεί μόνο ένα ισχυρό μέτρο για τη μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης και συνακόλουθα για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας της κοινωνικής ασφάλισης αλλά και σημαντικό μοχλό ανάπτυξης.
Για τον σκοπό αυτόν στα σημαντικά μέτρα που η Πολιτεία έχει ήδη λάβει θα πρέπει να προστεθούν και ορισμένα άλλα, όπως το υποχρεωτικό ποσοστό συνταγογράφησης γενοσήμων, η συστηματική ενημέρωση των γιατρών, ο έλεγχος της συνταγογράφησης, με κυρώσεις αλλά και με επιβραβεύσεις, η μειωμένη καταβολή rebate και η εξίσωση του μεικτού κέρδους στα φαρμακεία. Ειδικότερα για την ενίσχυση των εγχώριων παραγόμενων γενοσήμων από τις ιδιαίτερα αξιόπιστες ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες που έχουν να ανταγωνιστούν πολυεθνικούς κολοσσούς αλλά και μικρές εταιρείες εισαγωγών, θα πρέπει να τεθούν πολύ πιο αυστηρές προδιαγραφές για την ίδρυση και τη λειτουργία φαρμακευτικών εταιρειών στη χώρα μας, οι νοσοκομειακοί διαγωνισμοί να γίνονται και με ποιοτικά κριτήρια και με τρεις μειοδότες, να καταστεί η Ελλάδα χώρα αναφοράς ώστε να πραγματοποιείται μέσω ΕΟΦ αμοιβαία αναγνώριση ελληνικών γενοσήμων, να δοθούν αναπτυξιακά κίνητρα σε ό,τι αφορά τη φορολόγηση και τους δασμούς, να προωθηθούν οι συνεργασίες μεταξύ εταιρειών αλλά και με ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς φορείς, να υποστηριχθεί η εξωστρέφεια και το άνοιγμα νέων αγορών, να γίνουν επενδύσεις στα συστήματα ποιότητας, στην έρευνα και στην καινοτομία και, τέλος, να υπάρξει εξειδίκευση για την παραγωγή δραστικών ουσιών και για τον επανασχεδιασμό φαρμακοθεραπειών για νέες ενδείξεις.

Ο κ. Γιάννης Τούντας είναι καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και τέως προέδρος του ΕΟΦ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ