«Αφού είπαμε ο καθένας έχει την άποψή του». Με αυτή την πρόταση σχολίασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης την τοποθέτηση του Αντώνη Σαμαρά στη Βουλή επί του νομοσχεδίου για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.  Ο Πρωθυπουργός, είναι εμφανές, επιχείρησε να πετάξει τη μπάλα στην εξέδρα. Γιατί, στην τοποθέτηση του  ο κ. Σαμαράς δεν εξέφρασε απλά, όπως και ο ίδιος έσπευσε να δηλώσει, την προσωπική του άποψη, για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Παρουσίασε μια πολιτική πλατφόρμα που κινείται σε άλλο μήκος κύματος από αυτό του Κυριάκου Μητσοτάκη. Εμφανίστηκε ως η ψυχή μιας παράταξης που δείχνει να έχει χάσει το δρόμο της.  Όπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε, σε αντίθεση με τον Κ. Μητσοτάκη, «ο Σαμαράς δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά».

Η συζήτηση και η ψηφοφορία στη Βουλή ανέδειξε ένα ζήτημα που απασχολεί τα στελέχη και τη βάση του κυβερνώντος κόμματος. Της ιδεολογικής και πολιτικής φυσιογνωμίας της ΝΔ. Ο Πρωθυπουργός με τη στάση του απέναντι στους διαφωνούντες, έδειξε ότι δεν επιθυμεί και, σε κάθε περίπτωση, θέλει να αποφύγει μια τέτοια συζήτηση. Στο πλαίσιο αυτό, το Μέγαρο Μαξίμου έσπευσε να σηκώσει σκόνη με διαρροές για το «το χάλι του ΠαΣοΚ» που, επίσης, δοκιμάστηκε από εσωκομματικές αναταράξεις, για να στρέψει αλλού τη συζήτηση.

Καλά είναι τα «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε» αλλά η ουσία δεν αλλάζει. Γιατί δεν είναι μόνο ο αριθμός όσων δεν ψήφισαν. Υπάρχουν και αυτά που ονομάζουμε στις δημοσκοπήσεις, ποιοτικά στοιχεία. Όχι μόνο δεν ψήφισαν το νομοσχέδιο κορυφαίοι υπουργοί αλλά το χαρακτήρισαν και αντισυνταγματικό. Ένας υπουργός (Βορίδης) επί της ουσίας υποστήριξε ότι η κυβέρνηση στην οποία συμμετέχει, νομοθέτησε παραβιάζοντας το Σύνταγμα. Και είναι ακόμα υπουργός. Δεν παραιτήθηκε και δεν τον παραιτούν.  Το σύμφωνο συμβίωσης του Κυριάκου Μητσοτάκη με την δεξιά πτέρυγα του κόμματος του, φαίνεται να απαιτεί υποχωρήσεις, ελιγμούς και την τακτική «κάνουμε πως δεν ακούμε».

Πάμε ξανά στον Σαμαρά. «Η κυβέρνηση δεν νοιώθει να απειλείται από την αντιπολίτευση. Δεν είναι καλό και δεν έχει και πάντα δίκιο» ανέφερε στην αρχή της ομιλίας του και άρχισε την αντιπολίτευση εξαπολύοντας εφ όλης της ύλης επίθεση στην «κεντρώα» ΝΔ.  Υπογράμμισε μάλιστα ότι το κόμμα του κ. Μητσοτάκη δεν είναι και τόσο φιλελεύθερο όσο θέλει να εμφανίζεται.  Στα φροντιστήρια που έγιναν στους βουλευτές, τόνισε ο πρώην Πρωθυπουργός, «μπερδεύτηκαν οι ζυμώσεις με τις πιέσεις. Ενόψει μάλιστα μίας ψηφοφορίας κατά συνείδηση. Όλα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με την παράταξή μας και τις ιδέες μας».

Ο κ. Σαμαράς και με την τοποθέτησή του στη Βουλή, διεκδίκησε το ρόλο του εκφραστή των θεμελιωδών αρχών της ΝΔ και της πατριωτικής Δεξιάς. Έστρεψε τα πυρά του κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη αμφισβητώντας ευθέως τη στρατηγική της μετατόπισης προς το κέντρο. «Κύριοι της κυβέρνησης δεν κάνετε έτσι στροφή στο κέντρο. Δεν είναι κέντρο η ανατροπή της οικογένειας. Δεν είναι κέντρο η κατάργηση της μάνας και του πατέρα. Δεν είναι μεταρρύθμιση η προσχώρηση στην κουλτούρα της αποδόμησης των πάντων. Όλα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με την παράταξή μας και τις ιδέες μας που είναι φιλελεύθερες, πατριωτικές, δυτικές, ευρωπαϊκές αλλά δεν μιμούνται την κάθε ακρότητα που μας έρχεται από έξω», ανέφερε. Θύμισε μάλιστα ότι η ΝΔ υπό τη σημερινή της ηγεσία, το 2018, τάχθηκε κατά της αναδοχής από ομόφυλα ζευγάρια. «Τώρα δεχόμαστε την τεκνοθεσία», υπογράμμισε.

Τι σημαίνουν όλα αυτά;

Ότι η προσήλωση του Πρωθυπουργού στη στρατηγική εδραίωσης της ΝΔ στο κέντρο, συναντά αντιδράσεις ισχυρές. Και ότι η δεξιά πτέρυγα του κόμματος δείχνει να ασφυκτιά από την «στρατηγική του κέντρου» και τα συνεχή ανοίγματα του Πρωθυπουργού σε στελέχη του κεντροαριστερού χώρου.  «Βαρέθηκα σε αυτή την κυβέρνηση να βλέπω τον ..Σημίτη» είναι μια από τις ατάκες που ακούγονται στους δεξιούς διαδρόμους της ΝΔ.

Και ότι από τη χθεσινή τοποθέτηση του κ. Σαμαρά, την οποία χειροκρότησαν τουλάχιστον 10 βουλευτές φαίνεται να σχηματίζεται, με μεγαλύτερη σαφήνεια, ένα αντιπολιτευτικό μέτωπο απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη και την στρατηγική της διεύρυνσης προς το κέντρο. Είναι, προς το παρόν, άγνωστο, αν αυτό το αντιπολιτευτικό μέτωπο αυτό λειτουργήσει ευεργετικά για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, κρατώντας στο μαντρί της ΝΔ, τους δεξιούς ψηφοφόρους που δυσανασχετούν με την αλλαγή φυσιογνωμίας του κόμματος.  Η αν αποτελεί την πρώτη πράξη μιας αναπόφευκτης σύγκρουσης για την πολιτική και ιδεολογική ταυτότητα της ΝΔ.

Θα πρέπει να περιμένουμε τις Ευρωεκλογές. Αν η ΝΔ πετύχει να βρεθεί κοντά στα εκλογικά της ποσοστά έχει καλώς. Αν κινηθεί προς τη σφαίρα του 30% τότε η ρωγμή που άνοιξε χθες, πιθανόν να μεγαλώσει ακόμα περισσότερο.