Στα τέλη Νοεμβρίου κυκλοφόρησε το Reworks (Minos EMI, Estia Recordings), ο πιο πρόσφατος δίσκος της Χαρούλας Αλεξίου και αμέσως το φυσικό και (κυρίως) το ψηφιακό περιβάλλον συντονίστηκε με αυτήν την κυκλοφορία. Για αρκετές μέρες, το εξώφυλλο του album εμφανιζόταν σε κάθε τρίτο ή τέταρτο post/story από χρήστες που πόσταραν κάποιο από τα κομμάτια του. Αναμφίβολα, το τραγούδι που συζητήθηκε και ακούστηκε περισσότερο ήταν το «Φύγε» με τη συμμετοχή του ΛΕΞ. Μέχρι στιγμής, ξεπερνά τα 3 εκ. streams στο Spotify και τις 1,7 εκ. προβολές στο YouTube.

Ωστόσο, το Reworks ήταν πολλά περισσότερα από αυτό. Ανάμεσα στον 8bit πύραυλο που έστειλε η Kid Moxie στην «Πανσέληνο», στη μυσταγωγική «Πίστα από Φώσφορο» και στο επίμονο δίλημμα «την αγάπη να διαλέξω ή τη θάλασσα» που αιωρείται πάνω από τον «Άνθρωπο του Κάβου», ξεχωρίζει η νέα, αλλιώτικη ζωή που απέκτησαν μερικά από τα κλασικά τραγούδια της δισκογραφίας της Αλεξίου.

Για αυτή τη ζωή μίλησαν στο ΒΗΜΑ ο Ermis και ο Issy Βeats,  οι δύο μουσικοί που εμπιστεύτηκαν ο Μάνος Θεοφίλου και η Χαρούλα Αλεξίου προκειμένου να «ξαναζυμώσουν» εκείνοι όλο αυτό το υλικό. Παρά τις διαφορετικές τους καταβολές, συνεργάστηκαν στενά, έγραψαν, έσβησαν, ξαναέγραψαν, οδήγησαν την Αλεξίου στα όρια (σε κάποιες φορές) και σε μια κατάσταση ευαλωτότητας και παρέδωσαν ένα δίσκο όχι κλινικά διασκευασμένο, αλλά γεμάτο θέρμη και ψυχή. Οικείο, μα νέο. Ηλεκτρονικό, μα τόσο χειροποίητο. Υπάρχει μια φράση για όλα αυτά: Same as it never was.

Ο Ermis (δεξιά) και ο Issy Beats (αριστερά) γνωρίστηκαν πρώτη φορά για τις ανάγκες του Reworks | Φωτό: Νίκος Κόκκας

Ας ξεκινήσουμε ανάποδα, σχεδόν 100 μέρες μετά την κυκλοφορία του Reworks τι έχει αφήσει μέσα σας;

Εrmis: Ένα ελαφρύ σύνδρομο στέρησης αλλά και μια βαθιά ικανοποίηση που βλέπουμε το δίσκο να κάνει το ταξίδι του.

Issy Beats: Ότι καταφέραμε να δημιουργήσουμε κάτι μοναδικό, έστω κι αν αυτό προϋπήρχε.

Πώς βρεθήκατε για να συνεργαστείτε στο Reworks; Τι ένωσε τους δρόμους σας;

ΕR: Τους δρόμους μας τους ένωσε αυτό το project, και συγκεκριμένα ο Μάνος Θεοφίλου, ο mastermind του όλου εγχειρήματος, ο οποίος είχε το όραμα να παντρέψει δύο διαφορετικούς κόσμους και, νομίζω ότι έπραξε σωστά.

ΙΒ: Ο Μάνος ψαχνόταν πολύ για το Reworks. Η σκέψη να συνεργαστεί με ανθρώπους που έχουν διαφορετικές αφετηρίες ήταν σωστή. Και αυτό δεν αφορά μόνο εμένα και τον Ermis. Και οι τρείς είμαστε αρκετά διαφορετικοί και, φυσικά, με την Χαρούλα.

Με τον Μάνο γνωριζόσασταν από παλιά;

IB: Τον γνωρίζω πάρα πολλά χρόνια και είχαμε συνεργαστεί και σε παλιότερες δουλειές. Μου είχε μιλήσει για την ιδέα του να ξαναφέρει στην επιφάνεια κομμάτια της Χαρούλας, να ξαναδουλευτούν και να αποκτήσουν νέα ζωή. Μου το είχε πει μέσα στην καραντίνα. Εννοείται ότι ήμουν μέσα, αλλά χρειάστηκε να τον «τσιγκλήσω» για να το προχωρήσει. Του είχα πει, θυμάμαι, «Ok, να το προχωρήσουμε αλλά θα πρέπει τα κομμάτια να μην ακούγονται σαν διασκευές, αλλά σαν να έχουν γραφτεί πρώτη φορά τώρα». Νομίζω ότι τότε έγινε στο μυαλό μας το «κλικ».

«Η Χαρούλα είχε γίνει «φίλη» μου από τα εφηβικά μου χρόνια όταν ένιωθα και προσπαθούσα να κατανοήσω πρωτόγνωρα συναισθήματα».

ER: Γνωριστήκαμε με αφορμή αυτό το project. Ήξερε ο ένας τον άλλον, αλλά δεν είχαμε δουλέψει ποτέ μαζί. Ακόμα και η πρώτη μας δια ζώσης γνωριμία τυχαία ήταν στους διαδρόμους μιας δισκογραφικής. Ο Μάνος βρισκόταν εκεί για άλλη δουλειά κι εγώ για ένα meeting ρουτίνας. Στο διάδρομο συναντηθήκαμε, συστηθήκαμε, μου είπε πολύ χονδρικά τι είχε στο μυαλό του και μετά από λίγες μέρες γνωριστήκαμε καλύτερα στο studio μου.

Μέχρι το Reworks ποια είναι η σχέση σας με τα κομμάτια της Αλεξίου;

ΙΒ: Τα γνώριζα, φυσικά, αλλά δεν τα είχα μελετήσει ποτέ παραπάνω γιατί τα είδη μουσικής που άκουγα ήταν εντελώς διαφορετικά.

ER: Πολύ βαθιά. Η Χαρούλα είχε γίνει «φίλη» μου από τα εφηβικά μου χρόνια όταν ένιωθα και προσπαθούσα να κατανοήσω πρωτόγνωρα συναισθήματα. Νομίζω ότι ένας από τους λόγους που με επέλεξε ο Μάνος ήταν επειδή γνώριζε ότι εγώ ως ακροατής δεν θα άλλαζα κανένα τραγούδι της Χαρούλας. Όταν λοιπόν θα χρειαζόταν να το κάνω θα τα αντιμετώπιζα με μεγάλο σεβασμό.

Ωραία, σού λέει τι θέλει να κάνει και εσύ τι σκέφτεσαι;

ER: Από την πρώτη μας συνάντηση στη δισκογραφική μέχρι την επίσκεψη στο studio που την κανονίσαμε 2-3 μέρες μετά είχα προλάβει να περάσω από μια «φουρτούνα συναισθημάτων»: από τρομερή χαρά μέχρι φόβο. Πίστευα όμως ότι θα μπορούσα να ανταπεξέλθω. Μάλιστα, μέσα σε αυτό το κράμα ενθουσιασμού και άγχους ξεκίνησα με ένα λάθος. Μου είχε φέρει δύο κομμάτια της Χαρούλας να ακούσουμε και μου είπε με ποιο να ασχοληθώ εγώ όμως παράκουσα και έπιασα το άλλο. Διαπίστωσα ότι δούλευα το λάθος κομμάτι όταν μια εβδομάδα μετά, και αφού είχα κλειστεί στο studio και είχα ξεχάσει το φως της μέρας, το βάζω στον Μάνο να το ακούσει. Και με ρωτάει με το δίκιο του «Μα το άλλο δεν είπαμε να πιάσεις;».

«Προσωπικά εντυπωσιάστηκα από τον τρόπο που μας αντιμετώπισε η Αλεξίου από την πρώτη στιγμή», λέει ο Issy Beats στο ΒΗΜΑ | Φωτό: Νίκος Κόκκας

Ποιο κομμάτι ήταν αυτό;

ER: Ο άνθρωπος του κάβου.

Και τελικά είναι αυτή η «λάθος» εκδοχή εκείνη που ανοίγει τον δίσκο;

ER: Όχι ακριβώς αυτούσια, αφού στη συνέχεια τη δουλέψαμε μαζί με τον Issy Beats, αλλά ναι, η τελική διασκευή προέρχεται από το δικό μου «λάθος».

Ok, μετά τον Μάνο όμως θα υπήρχε η γνωριμία με την Αλεξίου. Τι έγινε εκεί;

ER: Θυμάμαι που βρεθήκαμε στην κουζίνα του σπιτιού της και μιλήσαμε για χίλια πράγματα εκτός από μουσική. Μας είχε μαγειρέψει και κάτι τρομερά νόστιμο να φάμε και όλη η ατμόσφαιρα ήταν ζεστή, εγκάρδια. Ένιωθες να υπάρχει μια γενναιοδωρία από την πλευρά της. Αυτή η πρώτη συνάντηση ήταν πολύ σημαντική για μένα για να φύγει η αμηχανία αλλά και για να αισθανθώ ότι θα είναι πραγματικά δίπλα μας σε όλο αυτό.

IB: Προσωπικά εντυπωσιάστηκα από τον τρόπο που μας αντιμετώπισε από την πρώτη στιγμή. Ειδικά όταν άρχισε να ακούει τα πρώτα κομμάτια, μας ευχαριστούσε που ένα μέρος της δουλειάς της, αλλά και του εαυτού της, που είχε μείνει πιο πίσω, στο παρελθόν, αποκτούσε ξανά ζωή. Προφανώς λειτουργούσε ενθαρρυντικά όλο αυτό, από την άλλη ωστόσο μάς γέμιζε και με ευθύνη για το πώς πρέπει να δουλεύουμε πάνω στο κάθε κομμάτι;

Τι έκανε η ίδια για να κάνει πιο ελαφριά αυτήν την ευθύνη; Να μην νιώθετε ότι είναι πάνω από το κεφάλι σας;

ΙΒ: Ήταν πολύ αποφασιστική και άμεση σε αυτό που προτείναμε. Ταυτόχρονα όμως ήταν πολύ δεκτική στις προτάσεις μας και συνεχώς μας παρότρυνε να νιώθουμε όλο και πιο ελεύθεροι απέναντι στο υλικό που είχαμε στα χέρια μας. Αυτό εμένα με ξεκλείδωσε αρχικά.

ER: Μπήκε σε μια κατάσταση και η ίδια που ήταν ξανά ευάλωτη και το μοιραζόταν μαζί μας.

«Νομίζω ότι ένας από τους λόγους που με επέλεξε ο Μάνος ήταν επειδή γνώριζε ότι εγώ ως ακροατής δεν θα άλλαζα κανένα τραγούδι της Χαρούλας. Όταν λοιπόν θα χρειαζόταν να το κάνω θα τα αντιμετώπιζα με μεγάλο σεβασμό», εξομολογείται ο Ermis. | Φωτό: Νίκος Κόκκας

Το βλέπουμε, για παράδειγμα, αυτό στον «Άνθρωπο του Κάβου» που τον αναφέραμε προηγουμένως και είναι ένα κομμάτι από το οποίο έχουν αφαιρεθεί πάρα πολλοί στίχοι; Ήταν δική της ιδέα;

ER: Το ακριβώς αντίθετο! Και αυτή ήταν η πρώτη πρόκληση στη συνεργασία μας, διότι μιλάμε για ένα τραγούδι με πολύ μεγάλη βαρύτητα στιχουργικά. Παρόλα αυτά θέλαμε να φτιάξουμε κάτι που θα συνδεθεί με το τώρα θα μπορέσει να ταξιδέψει πιο μακριά. Θεωρήσαμε ότι θα έπρεπε να μικρύνει η διάρκειά του αλλά και να προστεθούν φωνές, ηλεκτρονικά στοιχεία, κ.α.. Και ένα ωραίο πρωί πηγαίνουμε και το προτείνουμε. Ήταν και ένα πείραμα για εμάς προκειμένου να δούμε και και να καταλάβουμε τα όρια της Αλεξίου.

Ήταν ωραίο το πρωί και για εκείνη; Λογικά ναι γιατί το κομμάτι κυκλοφόρησε, όμως πώς δουλέψατε αυτές τις εκτεταμένες αλλαγές;

ER: Προτείναμε μια δομή κομματιού που θεωρήσαμε ότι ταιριάζει καλύτερα και στη συνέχεια εκείνη μας καθοδήγησε στο ποιοι στίχοι πρέπει οπωσδήποτε να παραμείνουν. Και μετά αρχίσαμε να δουλεύουμε πάνω σε αυτή την κοινή κατεύθυνση.

Πάντως ακούγοντας την εκδοχή του Reworks, μπορεί κάποιος να καταλάβει ότι οι στίχοι που λείπουν έχουν αφαιρεθεί από το χέρι 30άρηδων…

ER: Ναι λογικά το καταλαβαίνεις. Ας πούμε το κομμάτι με τη Μαρία-Μαγδαληνή. Υπέροχο. Υπάρχει στο πρωτότυπο, αλλά δεν μας φαινόταν συναφές με το «τώρα».

«Όταν έχεις να κάνεις με έναν καλλιτέχνη, όπως ο ΛΕΞ, που είναι τόσο ειλικρινής και αυθεντικός σε αυτό που κάνει, τότε είτε αποδέχεσαι ή απορρίπτεις αυτό που θα σου προτείνει».

Η συνεργασία που ήταν η πιο «τώρα» του δίσκου ήταν με τον ΛΕΞ. Πώς προέκυψε;

ΙΒ: Παρά το γεγονός ότι βρισκόμασταν ήδη σε μια φάση που συζητούσαμε για συνεργασίες και τι θα μπορούσαμε να προτείνουμε σε άλλους δημιουργούς, ήρθε κάπως ξαφνικά ο ΛΕΞ. Προσωπικά, το βρήκα ευφυέστατο και έδωσε δυναμική στην όλη κυκλοφορία.

Πώς δουλέψατε μαζί του;

ER: Δεν ήταν από τις περιπτώσεις που θα σήκωναν feedback. Όταν έχεις να κάνεις με έναν καλλιτέχνη που είναι τόσο ειλικρινής και αυθεντικός σε αυτό που κάνει, τότε είτε αποδέχεσαι ή απορρίπτεις αυτό που θα σου προτείνει. Δεν υπάρχει περιθώριο για «μπρος-πίσω». Στη συγκεκριμένη περίπτωση λειτούργησε άψογα.

Ποιο κομμάτι σας ζόρισε περισσότερο;

ΙΒ: Το «Άσπρο Φεγγάρι». Γιατί από τη μία είχαμε να δουλέψουμε πάνω σε μια κακή -τεχνικά μιλώντας- ηχογράφηση και από την άλλη ήταν μια ηχογράφηση πολύ ελεύθερη και ζωντανή. Ο συνθέτης του κομματιού, ο Χρήστος Ζέρβας έπαιζε κάτι στην κιθάρα εκείνη τη στιγμή και το έγραψαν. Ήταν πολύ αυτοσχεδιαστικό.

ΕR: Ναι συμφωνώ είχε πολλές προκλήσεις το συγκεκριμένο με μεγαλύτερη το γεγονός ότι επειδή ακριβώς δεν είχε κυκλοφορήσει ποτέ πριν από τη Χαρούλα ήταν δική μας ευθύνη να το παρουσιάσουμε για πρώτη φορά με ένα τρόπο όμως που θα ήταν οργανικά ενταγμένος στην όλη ιδέα του Reworks.

ΙΒ: Και το «Μια πίστα από φώσφορο» μάς δυσκόλεψε. Είχαμε αρκετά «μπρος-πίσω», προκειμένου να καταλήξουμε σε μια εκδοχή που κρατά στοιχεία από το αρχικό, αλλά μπορείς να ακούσεις αμέσως και την εξέλιξή του -διότι στην ουσία αυτό ήταν το στοίχημα για εμάς.

Στη Νικολακοπούλου πώς φάνηκε; Το άκουσε;

ER: Ναι, φυσικά το άκουσε και της άρεσε. Κανένα κομμάτι του Reworks δεν κυκλοφόρησε ερήμην και εν αγνοία των δημιουργών τους. Ήταν οι πρώτοι που άκουσαν τις «πειραγμένες» εκδοχές και έδωσαν τη συγκατάθεσή τους.

«Όλη η δημιουργική διαδικασία στο Reworks ήταν σαν να βαδίζαμε σε χιόνι απάτητο δεν ξέραμε πού ακριβώς θα φτάναμε», λέει ο Ermis | Φωτό: Νίκος Κόκκας

Υπήρχαν κομμάτια που «κόψατε»;

ER: Το «Όλα σε θυμίζουν». Όλη η δημιουργική διαδικασία στο Reworks ήταν σαν να βαδίζαμε σε χιόνι απάτητο δεν ξέραμε πού ακριβώς θα φτάναμε. Υπήρξαν όμως και κομμάτια, όπως αυτό, που ήταν πολύ φορτισμένα, με πορεία αυτόνομη, με πολύ ιδιαίτερη θέση στην καρδιά του κοινού και ίσως ο δικός μας δρόμος τελικά να μην τα συνάντησε ακριβώς όπως θα θέλαμε.

Πέρα από το Reworks, την άνοιξη είχαμε τις διασκευές του Παυλίδη στον Μαρκόπουλο, ενώ πριν από περίπου ένα χρόνο μια συλλογή με διασκευές σε τραγούδια του Λοϊζου. Οκ, δεν είναι κάτι καινούργιο στη δισκογραφία τα «πειραγμένα κομμάτια», όμως είναι συμπτωματικό ότι είχαμε τόσες πολλές τέτοιες κυκλοφορίες;

ER: Σίγουρα δεν είναι και για μένα είναι ένας καλός τρόπος ώστε να ανακαλύπτουμε την σπουδαία ελληνική δισκογραφία. Ξέρεις, μου φαίνεται αδιανόητο ότι σήμερα υπάρχουν ακροατές που δεν γνωρίζουν τίποτα για τη δισκογραφία, για παράδειγμα, του Πάριου ή της Γαλάνη.

Θεωρείτε ότι οι νέοι δεν ακούν «καλή» μουσική σήμερα;

ER: Σε καμία περίπτωση δεν θέλω να πω αυτό. Ακούνε πολλά όμορφα πράγματα. Παρόλα αυτά θεωρώ ότι όπως προσωπικά έχω χτίσει την ταυτότητά μου μέσα από τα κλασικά ελληνικά ακούσματα και κυρίως με έχουν κατακλύσει τόσο δυνατά συναισθήματα, θα ήταν ωραίο και ένας νέος να περάσει από αυτή τη διαδικασία. Αυτό είναι περισσότερο και όχι ότι πιστεύω ότι οι νέοι οδεύουν στο χάος (και καλά).

ΙΒ: Οι νέοι έχουν ανησυχίες όμως πιστεύω ότι δεν στρέφονται στο ελληνικό ρεπερτόριο.

Μου κάνει εντύπωση που το λες αυτό εσύ που βρίσκεσαι πίσω από μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού ρεπερτορίου μέσα από τις συνεργασίες σου με hip hop καλλιτέχνες…

ΙΒ: Πράγματι, το hip hop και η trap ήρθαν με πολύ τσαμπουκά και έχουν κυριαρχήσει πλέον στην Ελλάδα, αλλά και στον κόσμο, όμως ταυτόχρονα ήρθε και πολύ ξένο ρεπερτόριο. Ας πούμε το drill, το οποίο αφομοιώθηκε πολύ γρήγορα εδώ.

«Δεν θέλω να είμαι επικριτικός απέναντι στα μουσικά γούστα των νέων γιατί με τον τρόπο αυτό ίσως στερήσω μια δική μου ελευθερία στο μέλλον».

Συμμερίζεστε τον ηθικό πανικό σχετικά με το τι ακούει η νέα γενιά;

ER: Όχι ιδιαίτερα. Αλλά ίσως να μην είμαι και ο κατάλληλος για να το κρίνω διότι είμαι και λίγο κλεισμένος στο καβούκι μου. Ας πούμε, στην προσωπική μου δισκογραφία προσπαθώ να εκφράσω μια σύγχρονη ελληνικότητα όπως εγώ την καταλαβαίνω. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι απορρίπτω όσα είναι διαφορετικά και δημοφιλή σήμερα. Ίσα-ίσα πιστεύω ότι μέσα στη μουσικές που ακούγονται πολύ σήμερα υπάρχουν υπέροχες μελωδίες. Για να μην μιλήσω για την τρομερή ρυθμική αντίληψη που έχουν πλέον τα νέα παιδιά. Και την απέκτησαν επειδή ακριβώς είναι τόσο ρυθμικά τα κομμάτια που ακούνε.

IB: Η νεολαία χρειάζεται μια μουσική για να διασκεδάσει και από εκεί θα βρει την αφορμές για να ψαχτεί και να ανακαλύψει και άλλα πράγματα με περισσότερη πιθανόν ουσία. Το κρίσιμο για μένα είναι η στάση των γονέων. Πώς θα ενθαρρύνουν και θα παροτρύνουν τα παιδιά να ανακαλύψουν τι τους αρέσει.

ER: Και σίγουρα δεν χρειάζεται να γινόμαστε επικριτικοί. Προσωπικά, τουλάχιστον, δεν θέλω να είμαι επικριτικός απέναντι στα μουσικά γούστα των νέων γιατί με τον τρόπο αυτό ίσως στερήσω μια δική μου ελευθερία στο μέλλον.

Και τι φέρνει πλέον το μέλλον για εσάς;

ΙΒ: Ξεκινάω ένα καινούριο δικό μου εγχείρημα ώστε να συστηθώ με μία νέα καλλιτεχνική ταυτότητα «ISIDOROS». Σε ήχους melodic techno & house, afro αλλά και solo piano δουλειές.

Ακόμη, αρκετές νέες δουλειές με νέους Έλληνες urban καλλιτέχνες αλλά και συνεργασίες στο εξωτερικό σαν παραγωγός και συνθέτης.

ER: Την πρώτη μου ταινία μεγάλου μήκους, μουσικές για πολλές ταινίες μικρού μήκους, αλλά και μια πολύ στενή συνεργασία με τη Μαρίνα Σάττι εν όψει της συμμετοχής της στη Eurovision. Φέρνει επίσης και ένα EP με βάση το μπουζούκι που το λαχταρώ χρόνια.

*Ευχαριστούμε τη φανοποιία Αναστασίου (Αγ. Σπυρίδωνος 124, Αιγάλεω) για τη φιλοξενία.