Παρακολουθώντας το πρώτο επεισόδιο του Milky Way την περασμένη Πέμπτη το βράδυ, κάθε φορά που η ηθοποιός Αφροδίτη Καποκάκη εμφανιζόταν επί της οθόνης στο ρόλο της Σίας, δεν μπορούσα να σταματήσω να αναρωτιέμαι πού την ξέρω. Τόσο η φυσιογνωμία όσο και εκείνο το αίσθημα ήρεμης δύναμης που αποπνέει απλά και μόνο με την παρουσία της μου ήταν φοβερά οικεία.

Στο πρώτο διαφημιστικό διάλειμμα, δεν μπόρεσα να αντισταθώ. Πήρα το κινητό στα χέρια μου και επιδόθηκα σε διαδικτυακή αναζήτηση. Μία και μόνη λέξη ήταν αρκετή για να γίνουν όλες οι συνάψεις: «Μπάσταρδα». Η Αφροδίτη ήταν μία εκ των πρωταγωνιστών της DIY ταινίας που έγινε το απόλυτο talk of the town μετά την πρεμιέρα της στην περσινή διοργάνωση του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Στη συνάντησή μας ανακαλύπτω πως η συμμετοχή της στα «Μπάσταρδα» ήταν τελικά και αυτή που έφερε και τη συνεργασία με τον Βασίλη Κεκάτο για το Milky Way.

Φωτογραφία Νίκος Κόκκας

Πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Βασίλη Κεκάτο;

«Όλα ξεκίνησαν με ένα τηλεφώνημα από τον Βασίλη. Με είχε δει στα «Μπάσταρδα» όταν ακόμα δεν είχε κυκλοφορήσει η ταινία. Ο σκηνοθέτης της ταινίας, Νίκος Πάστρας, είχε μοιραστεί ένα μέρος της μαζί του. Με πήρε λοιπόν τηλέφωνο, μου είπε “κάνω μια σειρά, θα ήθελα πολύ να είσαι, δεν ξέρω ακόμα για ποιον ρόλο, ας συναντηθούμε να δούμε τι σου ταιριάζει”. Οπότε έτσι κι έγινε».

Δεν σε σκεφτόταν δηλαδή από την αρχή για τον ρόλο της Σίας;

«Ήταν δύο οι ρόλοι για τους οποίους ήμουν υποψήφια, της Σίας και της Κάτε. Αντίστοιχα και η Ναταλία (σ.σ. Σουίφτ) με την οποία είχαμε φοιτήσει στην ίδια σχολή, γνωριζόμασταν πολύ καλά, είχαμε συνεργαστεί και στα «Μπάσταρδα». Οπότε είχα και μια φίλη μέσα σε όλο αυτό. Σύμφωνα με τον Βασίλη, αν το έπαιζε safe, η Ναταλία κι εγώ θα έπρεπε να πάρουμε αντίστροφους ρόλους. Όμως, αποφάσισε να πάμε κόντρα σε αυτό και να δούμε που θα βγει. Εν τέλει, αφού ολοκληρωθήκαν τα γυρίσματα, ο Βασίλης μου είπε πως χαίρεται που τελικά εμπιστεύθηκε το ένστικτό του και ότι ήταν πολύ ευχαριστημένος από την επιλογή».

Τι ήταν εκείνο νομίζεις που τον έκανε να αμφιταλαντευτεί σε σχέση με τη διανομή των ρόλων της Σίας και της Κάτε;

«Ενδεχομένως, το γεγονός ότι εγώ στην αρχή όταν με γνωρίζει κανείς είμαι λίγο πιο ντροπαλή. Μετά σιγά σιγά λύνομαι. Οπότε αυτή ήταν η πρώτη του εικόνα για εμένα και θεωρητικά η Κάτε θα μου πήγαινε λίγο καλύτερα. Όπως, αντίστοιχα, η Σία ενδεχομένως να πήγαινε καλύτερα στη Ναταλία. Επιπλέον, παραδόξως, μέχρι και το Γυμνάσιο πήγαινα κατηχητικό. Οπότε, όταν διάβασα τον ρόλο της Κάτε, είπα κι εγώ η ίδια από μέσα μου ένα “Ωχ”. Φυσικά, ο ρόλος της Κάτε είναι σε μια υπερβολή, αλλά υπήρχαν κάποια αντικρίσματα. Το ήξερε αυτό ο Βασίλης αλλά είπε πάμε να κάνουμε κάτι διαφορετικό από το τι είναι πιο εύκολο για την καθεμία».

Κι αφού λοιπόν τελικά πήρες τον ρόλο της Σίας, ποια ήταν τα στοιχεία εκείνα του χαρακτήρα στα οποία πάτησες για να την προσεγγίσεις, εκείνα στα οποία θεωρείς ότι συγκλίνετε;

«Νομίζω ότι το κοινό χαρακτηριστικό μας – χωρίς να ευλογάω τα γένια μου – είναι το χιούμορ. Νιώθω ότι είναι κάτι που χρησιμοποιώ στην καθημερινότητά μου, ειδικά σε άβολες στιγμές προκειμένου να ελαφρύνω το κλίμα. Είναι η ασφάλειά μου, να το πω κι έτσι. Επομένως, νιώθω ότι αυτό ήταν η πέτρα που πάτησα για να προσεγγίσω το ρόλο της Σίας. Στη συνέχεια, όσο περνούσε ο καιρός βέβαια, ένιωθα ότι το έβρισκα όλο και περισσότερο. Ο απότομος τρόπος της, ο κυνισμός της δεν μου ήταν εύκολα στην αρχή. Θεωρώ όμως ότι σιγά σιγά βρέθηκε αυτό το πράγμα. Η τριβή με τον χαρακτήρα με βοήθησε πολύ».

Αυτός ο σαρκασμός, αυτή η ειρωνεία θεωρείς ότι είναι αμυντικοί μηχανισμοί και για τη Σία;

«Σίγουρα, είναι ένα είδος άμυνας».

Φωτογραφία Νίκος Κόκκας

Με την Αθηνά γιατί είναι τόσο σκληρή μερικές φορές;

«Νιώθω ότι στην Αθηνά κάνει μια προβολή όλες τις ανασφάλειές της η Σία. Είναι το άτομο από την παρέα το οποίο θεωρεί ότι θα την κρίνει περισσότερο. Μπορεί λοιπόν αυτό να κρύβει έναν ανταγωνισμό αλλά και μια ανάγκη για γυναικεία αποδοχή. Στη συνέχεια θα δούμε και κάποιες σκηνές, κάποιες συζητήσεις που θα ξεδιαλύνουν κάποια πράγματα, θα φωτιστούν διάφορες πτυχές του χαρακτήρα της Σίας».

Ανυπομονείς όσο κι εμείς να δούμε το backstory του χαρακτήρα σου;

«Ναι… αλλά με αγχώνει και λίγο γιατί ούτε εμείς έχουμε δει το αποτέλεσμα ολόκληρο. Έχουμε δει μόνο τα δύο πρώτα επεισόδια. Προσπαθώ να μην πιάσω το σενάριο. Έχει περάσει ενάμισης χρόνος από τα γυρίσματα και νιώθω ότι θα το δω διαφορετικά αν δεν θυμάμαι ακριβώς τι συμβαίνει στο κάθε επεισόδιο».

Σου θυμίζει καθόλου τον έφηβο εαυτό σου η Σία;

«Η εφηβεία εκδηλώθηκε περισσότερο με μια φάση θλίψης σε ’μένα παρά με αντίδραση. Ήμουν πολύ ήρεμη ως έφηβη. Επομένως δεν μπορώ να πω ότι μου θυμίζει κάποια κομμάτια μου. Νιώθω ότι η Σία είναι λίγο αιχμηρή ακόμα κι όταν κάνει χιούμορ. Εγώ δεν το είχα αυτό το στοιχείο ας πούμε, όσο και αν μου άρεσε να κάνω χιούμορ με την παρέα μου. Δεν νιώθω ότι υπάρχουν αρκετά κοινά».

Για τη Μαρία και την Αθηνά ο χορός είναι το όνειρό τους. Η Σία, όμως, μας δίνει την αίσθηση ότι ακολουθεί απλά για να τους κάνει το χατίρι, να τις στηρίξει. Ποιο είναι το όνειρο της Σίας;

«Δεν είναι το όνειρό της ο χορός, όντως. Το σχέδιο είναι ουσιαστικά. Αλλά είναι μια παρέα, τα κάνουν όλα μαζί. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι τραβάνε λίγο η Μαρία κι η Αθηνά. Τη Σία την οδηγεί και λίγο αυτό το σύνδρομο που έχει εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια, το FOMO. Θέλει να την συμπεριλαμβάνουν, όπως κάθε παιδί νομίζω αυτής της ηλικίας. Είναι λίγο τραβάτε με κι ας κλαίω».

Ποιες είναι οι προσδοκίες της Σίας;

«Σίγουρα θέλει να φύγει κι εκείνη από την επαρχία. Βαριέται φρικτά. Αναρωτιέται αν μια πυρηνική καταστροφή θα έκανε τη ζωή της να αποκτήσει κάποιο νόημα. Η Σία ακόμη και το αγόρι που έχει, το έχει για να μην βαριέται. Αλλά, εν τέλει, βαριέται. Κάπως έχει συμβιβαστεί με κάποια πράγματα μέχρι να περάσει ο καιρός να φύγει από εκεί και να μην ξανακοιτάξει πίσω. Είναι ασφαλώς σε μια ηλικία κατά την οποία, ακόμα κι αν δεν μένεις στην επαρχία, συχνά νιώθει κανείς παγιδευμένος. Πόσο μάλλον αν μένει σε ένα χωριό και έχει και τα social media, μέσα από τα οποία βλέπει τι συμβαίνει στον κόσμο και μάλιστα μέσα από ένα φίλτρο που ωραιοποιεί πολύ πράγματα και καταστάσεις. Επομένως, αυτή η αίσθηση ότι είσαι στη μέση του πουθενά με πέντε ανθρώπους όλους κι όλους είναι αποπνικτική. Στην επαρχία, καλώς ή κακώς, μένουν όλο και λιγότεροι. Η γενιά έχει αλλάξει – όχι μόνο στην πρωτεύουσα αλλά σε όλη τη χώρα. Αισθάνομαι ότι κάπως έχουν ανοίξει οι κεραίες των παιδιών της νέας γενιάς και δεν θα συμβιβαστούν με τις απειροελάχιστες ευκαιρίες που προσφέρει η επαρχία».

Φωτογραφία Νίκος Κόκκας

Εσύ, στην ηλικία της Σίας, θυμάσαι τι έλεγες ότι ήθελες να γίνεις όταν μεγαλώσεις;

«Ναι, ήξερα ήδη ότι ήθελα να γίνω ηθοποιός. Είχα μπει στη διαδικασία να δώσω Πανελλήνιες αλλά, καθώς αυτό με άγχωνε πολύ, οι γονείς μου κάποια στιγμή συμφώνησαν ότι δεν είχε κάποιο νόημα να περάσω σε μια σχολή, η οποία δεν θα με ενδιέφερε καν. Οπότε επικεντρώθηκα σε αυτό που μου άρεσε, έκανα μαθήματα και έδωσα στη δραματική. Ήμουν από τα τυχερά παιδιά, είχα τη στήριξη των γονιών μου».

Μεγάλωσες στην Αθήνα. Είχες καθόλου εμπειρίες από ελληνική επαρχία;

«Έχω καταγωγή από Κρήτη και Πελοπόννησο οπότε τα καλοκαίρια μου τα έχω ζήσει στην Κρήτη και ναι έχω μια εικόνα. Δεν έχω μείνει ποτέ μόνιμα, δεν έχω κάνει ποτέ χειμώνα στην επαρχία. Η επαφή που έχω είναι από τις παρέες στο χωριό, τα άτομα με τα οποία παίζαμε μαζί στη γειτονιά ως παιδιά».

Από αυτή σου την εμπειρία, εντόπιζες διαφορές στην κουλτούρα, την νοοτροπία μεταξύ επαρχίας και μεγαλούπολης;

«Εντόπιζα διαφορές ως προς τους ρόλους μιας οικογένειας. Ένιωθα ότι υπήρχε ένα μοτίβο: ένας αυστηρός, κάπως πιο σοβαρός πατέρας, μια μητέρα που έδινε την αίσθηση ότι είναι λίγο “υπό” και τα παιδιά, τα οποία έχαιραν άλλης αντιμετώπισης αν ήταν αγόρια και άλλης αντιμετώπισης αν ήταν κορίτσια. Αλλά χωρίς να σημαίνει ότι αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό αποκλειστικά των ανθρώπων που ζουν στην επαρχία. Η ανισότητα των φύλων υπάρχει παντού στη χώρα μας ανεξαιρέτως καταγωγής.

»Κάτι άλλο που επίσης εντόπιζα και μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν το γεγονός ότι, ενώ έκλεινε το σχολείο για καλοκαίρι και ήταν περίοδος διακοπών, σχεδόν όλα τα παιδιά του χωριού συνέχιζαν να βοηθούν στο σπίτι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Ουσιαστικά δηλαδή, παρόλο που κατά τη διάρκεια των διακοπών υπήρχε περισσότερος ελεύθερος χρόνος για παιχνίδι και ξεκούραση, εκείνα τα παιδιά συνέχιζαν να προσφέρουν στο σπίτι, βοηθώντας όπως μπορούσαν στις δουλειές. Από εκεί και πέρα όμως, ήταν μια εποχή κατά την οποία κάθε παιδί είχε αρχίσει να έχει το κινητό του, βλέπαμε όλα τηλεόραση, οπότε είχαμε και πολλές κοινές αναφορές εμείς που απλά πηγαίναμε για διακοπές με τα παιδιά που έμεναν μόνιμα κάτω».

Είναι στόχος της σειράς να προβληματίσει σε σχέση με το φύλο, τη θρησκεία, τη πυρηνική οικογένεια και γενικότερα τα πρότυπα με τα οποία μεγαλώνουμε;

«Σίγουρα θα προβληματίσει. Αλλά, όπως έχει πει κι ο Βασίλης, δεν ήταν αυτός ο στόχος. Στόχος του ήταν να αφηγηθεί μια ιστορία, η οποία ναι είναι διαφορετική από όσες έχουμε δει μέχρι στιγμής στην τηλεόραση. Είναι καιρός να μιλήσουμε και γι’ αυτές τις ιστορίες. Επομένως, ναι, θα προβληματίσει. Χαίρομαι που είμαι κομμάτι αυτού. Γιατί είναι θέματα σίγουρα που με αφορούν, θέματα που θα ήθελα κι εγώ να θίξω και να διεκδικήσω όσον αφορά την ισότητα σε όλους τους τομείς. Από κει και πέρα, δεν πιστεύω ότι η χώρα μας είναι έτοιμη για κάτι τέτοιο – σε καμία περίπτωση. Αλλά ξέρω και ότι υπάρχει εκεί έξω ένα κοινό το οποίο θα το αγαπήσει και υπάρχει και ένα πολύ μεγάλο κοινό που θα το μισήσει».

Φωτογραφία Νίκος Κόκκας

Είσαι έτοιμη για κάτι τέτοιο; 

«Νομίζω ότι όσο και να λέω ότι είμαι, δεν είμαι. Όταν είδα ας πούμε τα πρώτα σχόλια στα βίντεο από τη σκηνή με τα πατουσάκια που ανέβηκε στα social media, δεν περίμενα ότι κάτι τόσο απλό και χιουμοριστικό θα πάρει τόση έκταση που θα το σχολιάζουν ακόμα και πολιτικοί. Επομένως, δεν ξέρω αν είμαι έτοιμη. Αλλά δεν θα κάτσω να διαβάσω αυτά τα σχόλια. Γιατί ξέρω ότι η σκέψη των ανθρώπων οι οποίοι θα μπουν στη διαδικασία να σχολιάσουν είναι εντελώς οπισθοδρομική και, ενδεχομένως, δεν έχουν και με τι άλλο να ασχοληθούν. Επομένως, δεν θέλω να αναλωθώ σε αυτό. Ελπίζω ότι άνθρωποι θα το εκτιμήσουν. Μπορεί κάποιους να τους βοηθήσει κιόλας. Γιατί είναι σημαντικό και για τα νέα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα να έχουν εκπροσώπηση, να βλέπουν ιστορίες που τα αφορούν στην ελληνική τηλεόραση – όχι μόνο στο Netflix – καθώς συχνά η τηλεόραση αντικατοπτρίζει την ίδια την κοινωνία. Και από τη στιγμή που δεν ξέρω αν έχουν ειπωθεί πάνω από πέντε συνολικά ιστορίες που να αφορούν queer άτομα, είναι σαν να μην τους συμπεριλαμβάνουμε, σαν να μην τους αναγνωρίζουμε ως κοινότητα».

Φαντάζομαι αναφέρεσαι στον χαρακτήρα του Τζο… 

«Ναι. Αυτό που μου αρέσει πάρα πολύ στον Τζο και στον τρόπο που το έχει προσεγγίσει ο Βασίλης είναι ότι βλέπουμε έναν άνθρωπο αυτής της σεξουαλικότητας χωρίς εκπτώσεις. Γιατί μέχρι στιγμής έχουν γίνει κάποια βήματα, έχουμε δει τα τελευταία χρόνια ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα σε ελληνικές σειρές, αλλά πάντα κάπως γίνεται με το γάντι. Βλέπουμε συνέχεια σεξουαλικές σκηνές ανάμεσα σε έναν άντρα και μια γυναίκα, οι οποίες είναι πολύ γλαφυρές, αλλά ανάμεσα σε δύο άντρες οι ερωτικές σκηνές είναι τόσο όσο για να μην ενοχλήσουν. Το θέμα όμως είναι να αντιμετωπίζονται ισάξια αυτά τα θέματα».

Πολιτικό θέατρο θα έκανες ποτέ;

«Θα έκανα ναι. Για ’μένα ωστόσο όταν κάνεις πολιτικό θέατρο είναι σημαντικό και το που το κάνεις. Για παράδειγμα, αν θες να μιλήσεις για τις ταξικές διαφορές, δεν θεωρώ ότι έχει νόημα να το κάνεις σε ένα θέατρο το οποίο ως επί το πλείστον πουλάει εισιτήρια στην ελίτ, αλλά σε ένα ευρύτερο κοινό».

Τι σημαίνει να είσαι ηθοποιός στην Αθήνα του σήμερα;

«Δεν είναι εύκολη η ζωή μιας ηθοποιού στην Αθήνα. Η επισφάλεια της δουλειάς με φθείρει πάρα πολύ. Δυσκολεύτηκα πολύ να αποδεχτώ πως έτσι είναι τα πράγματα σε αυτόν τον χώρο, αλλά λέω στον εαυτό μου πως αυτή είναι η δουλειά που έχω επιλέξει και πρέπει να χτίσω λίγο το στομάχι μου. Αυτή η αβεβαιότητα είναι καταστροφική αλλά θέλω να επιμείνω σε αυτό που έχω επιλέξει μέχρι στιγμής. Γι’ αυτό και έχω κάνει την επιλογή να κάνω άλλες δουλειές εκτός υποκριτικής επειδή θέλω να λέω ναι στις προτάσεις που μου αρέσουν. Δεν θέλω να συμβιβαστώ να κάνω πράγματα που δεν μου αρέσουν, δεν θέλω να χαλάσω τη σχέση μου με το επάγγελμά μου. Θα προτιμήσω να κάνω μια άλλη δουλειά η οποία ξέρω εξαρχής ότι δεν με ικανοποιεί και δεν έχω υψηλές προσδοκίες από αυτή και θα αφήσω ανοιχτή την πόρτα μέχρι να έρθει κάτι που να με γεμίζει και να θέλω αλήθεια να το κάνω».

Θα δεις τη σειρά;

«Εννοείται! Αν και όταν βλέπω δική μου σκηνή, κάθε φορά η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή. Είμαι από τους ανθρώπους που δαγκώνονται όταν βλέπουν τον εαυτό τους στην οθόνη. Νομίζω όμως ότι όσο περνάει ο καιρός και βλέπω τον εαυτό μου περισσότερο γίνομαι πιο επιεικής».

To Milky Way προβάλλεται κάθε Πέμπτη στις 23:10 στο MEGA. Μετά το τέλος του κάθε επεισοδίου θα είναι διαθέσιμο αποκλειστικά on demand στο Vodafone TV.