Η Παγκόσμια Ημέρα Γάτας, ως αποτέλεσμα της πρωτοβουλίας του Διεθνούς Ταμείου για την Ευημερία των Ζώων, θεσπίστηκε μόλις το 2002. Τα 21 αυτά χρόνια μοιάζουν μ’ ένα και μόνο μικρό κομμάτι μιας σελίδας από ένα ημερολόγιο 10.000 ετών.

Το ξεχωριστό με την αρχαιοελληνική «γαλή» είναι πως σε αυτό το πελώριο ταξίδι στον χρόνο ελάχιστα έχει αλλάξει σε μορφή, μέγεθος, γενετικό υλικό, συμπεριφορά και διατροφικές συνήθειες. Εξημερωμένη ή μη, διαθέτει ανεπτυγμένη αντίληψη, ενόσω η όραση, η ακοή και η όσφρησή της είναι οξύτατες.

Ως μέλος της οικογένειας των αιλουροειδών, η γάτα είναι ευέλικτη και ανήκει στους δεινούς θηρευτές του ζωικού βασιλείου κυνηγώντας περισσότερα από χίλια είδη για τροφή. Ακριβώς γι’ αυτό εισέβαλε στην καθημερινότητα του ανθρώπου και μετατράπηκε σ’ ένα από τα δημοφιλέστερα κατοικίδια παγκοσμίως. Σήμερα οι γάτες έχουν εδραιωθεί σε όλες τις ηπείρους της Γης πλην της Ανταρκτικής.

Πότε η γάτα άρχισε να συνυπάρχει με τον άνθρωπο

Όταν ο άνθρωπος έπαψε να ‘ναι νομάδας – τροφοσυλλέκτης κι εγκαταστάθηκε μόνιμα σε μέρη, αρχίζοντας την καλλιέργεια των εδαφών είχε τεράστια ανάγκη από ζώα – προστάτες. Τα τρωκτικά της υπαίθρου έκαναν επελάσεις στα αποθηκευμένα τρόφιμα, κυρίως σιτηρά, και οι γάτες αποδείχθηκαν η κατάλληλη απάντηση για τη διασφάλιση της σοδειάς.

Η καταγωγή τους εκτιμάται, πλέον, πως προέρχεται από την περιοχή που εκτείνεται μεταξύ Τουρκίας, Λιβάνου, Συρίας και Ισραήλ (Εγγύς Ανατολή) και όχι την αρχαία Αίγυπτο, στην οποία είχε αποκτήσει θεϊκή υπόσταση προφανώς γιατί προστάτευσαν την τροφή. Απολιθώματα 9.500 ετών έχουν εντοπιστεί στην Κύπρο, στην οποία προφανώς εισήλθαν με καράβια από τη βορειοανατολική πλευρά.

Το ταξίδι της γάτας σε όλον τον κόσμο

Σε αυτή τη μεταφορά των γατών βοήθησαν πολύ οι εμπορικές συναλλαγές που άρχισαν ν’ αναπτύσσονται σταδιακά μεταξύ των λαών.

Επειδή τα ποντίκια στα καράβια, εκτός από τις μαζικές επιθέσεις στα τρόφιμα, μετέφεραν αρρώστιες ή ροκάνιζαν τα σχοινιά του πλοίου, οι γάτες ήταν απαραίτητες στους ναυτικούς που τις φρόντιζαν ανάλογα. Φτάνοντας στον εκάστοτε προορισμό, κάποιες έμεναν μόνιμα και αναπαράγονταν, με αποτέλεσμα ο πληθυσμός ν’ αυξάνεται.

Με αυτόν τον τρόπο πέρασαν στην ελληνική επικράτεια, ακολούθως στη σημερινή Βουλγαρία και Ρουμανία, κατακλύζοντας τη Βαλκανική Χερσόνησο, κι έφτασαν ως τις χώρες της Βαλτικής. Αντιστοίχως ταξίδεψαν στην Ασία, αφού στοιχεία που αποδεικνύουν την εκεί ύπαρξή τους έχουν βρεθεί τόσο σε λιμάνια που χρησιμοποιούσαν Βίκινγκς (βόρεια Γερμανία) όσο και περιοχές του Ιράν.

Σχέση αλληλοσεβασμού με τον άνθρωπο

Οι γάτες προσκολλήθηκαν στους ανθρώπους που τις χρειάζονταν κι αυτός αποδείχθηκε ο βασικός παράγοντας της εξάπλωσής τους.

Η εξημέρωσή τους δεν έχει διευκρινιστεί πότε και αν όντως συνέβη. Πρόκειται ούτως ή άλλως για εντελώς αυτόνομα και ανεξάρτητα ζώα που έχουν τη δυνατότητα να σιτιστούν μόνα τους και να επιβιώσουν σε δύσκολες συνθήκες αντέχοντας τόσο τη ζέστη όσο και το κρύο, αρκεί να μην είναι εκτεθειμένες για μεγάλα διάστημα.

Όπως επισημαίνεται σχετικώς ήταν μια αμφίδρομη σχέση αλληλοσεβασμού και αλληλοεξάρτησης αυτή που αναπτύχθηκε μεταξύ ανθρώπου και γάτας, η οποία με τα χρόνια εξελίχθηκε. «Οι γάτες έκαναν αυτό που χρειαζόμασταν να κάνουν πριν καν εξημερωθούν», έχει αναφέρει η Λέζλι Λάιονς, γενετίστρια αιλουροειδών στο Πανεπιστήμιο του Μιζούρι.

Το μοναδικό πλέον που διαφοροποιεί τις οικόσιτες γάτες από τις άγριες είναι οι παραλλαγές στο χρώμα τους. Ακόμη κι αυτό πάντως δεν αποδεικνύει την πλήρη εξημέρωσή τους δεδομένου πως δρουν με τον τρόπο που θα συνέβαινε αν δεν συνυπήρχαν με τον άνθρωπο.

Απλώς αυτός αποτέλεσε το μέσο για να κατακτήσουν τον κόσμο!