Βαθμολογία

5: εξαιρετική

4: πολύ καλή

3: καλή

2: ενδιαφέρουσα

1: μέτρια

0: απαράδεκτη

***

«Ο σοφέρ της κυρίας Μαντλέν» (Une belle course, Γαλλία, 2022)

Ενα σκοτεινό μυστικό στοιχειώνει την φίνα ηλικιωμένη κυρία η οποία γνωρίζοντας ότι βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο της ζωής της, μισθώνει ένα ταξί για ένα «ταξίδι» στο παρελθόν της, μέσα στον θόρυβο και την φούρια της καθημερινότητας του σύγχρονου Παρισιού; Οποιο και αν είναι το μυστικό, ο σκηνοθέτης Κριστιάν Καριόν το κρύβει καλά ενώ αφηγείται αυτό το ήσυχο, μελαγχολικό road trip όχι φυσικών αποστάσεων μα και διαδρομών της ψυχής.

 

Ενας κωμικός ηθοποιός – σχετικά παρεξηγημένος λόγω των παλαιότερων φαρσοκωμωδιών του αλλά πολύ διαφορετικός εδώ – ο Ντανί Μπουν, κρατά σθεναρά το τιμόνι του ταξί αλλά και της ταινίας. Υποδύεται με μέτρο τον καθημερινό άνθρωπο με τα χιλιάδες προβλήματα που θα προσπαθήσει τελικά, κάπως να μπει στον ψυχισμό της αινιγματικής κυρίας Μαντλέν. Αρχικά την αντιμετωπίζει σαν μια ακόμα πελάτισσα αλλά στην συνέχεια με στοργή και συμπάσχοντας μαζί της.

 

Κάθε στάση του ταξί κάτι έχει να πει, άλλοτε φλερτάροντας με την νοσταλγία και με την κυρία Μαντλέν να θυμάται τις «παλιές καλές εποχές», άλλοτε με τον ωμό κυνισμό, όπως ορίζοται από την εποχή μας, άλλοτε με μια βαθύτατη τρυφερότητα καθώς ο ταξιτζής, δείχνει διατεθειμένος να σταθεί στο πλάι της και – τουλάχιστον – να την ακούσει. Μεγάλο ταλέντο να ακούς τους άλλους και όχι μόνο τον εαυτό σου σαν να λέει αυτή η γλυκιά, έντιμη ταινία που απευθύνεται σε θεατές με ευαισθησίες και περιέχει, επίσης, την ευχάριστη έκπληξη που λέγεται Λιν Ρενο, έναν θρύλο της Γαλλίας, που υποδύεται την ηλικιωμένη κυρία.

Βαθμολογία: 2 ½

ΑΘΗΝΑ:CINE ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ – ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΕΛΛΑΔΑΣ – ΓΑΛΑΞΙΑΣ – ΛΙΛΑ- ΚΗΦΙΣΙΑ –

ΝΑΝΑ – ΦΛΕΡΥ – ΑΝΟΙΞΙΣ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: – ΚΟΛΟΣΣΑΙΟΝ – ΒΑΚΟΥΡΑ κ.α.

***

«Νυρεμβέργη» (Nyurnberg, Αγγλία/ Ρωσία/ Τσεχία/ Γερμανία, 2023)

Με την «Νυρεμβέργη» ο Νικολάι Λαμπέντεφ αποπειράται μια κινηματογραφική επιστροφή στην δίκη του Αιώνα, τις περίφημες δίκες των ναζιστών στη Νυρεμβέργη και το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή την φορά βλέπουμε την ιστορία σε μυθοπλασία Ρώσου δημιουργού (μετά την σπουδαία αμερικανική ταινία «Η δίκη της Νυρεμβέργης» του Στάνλεϊ Κρέιμερ).

 

Ενδιαφέρουσα ιδέα και όντως υπάρχουν πολλά σημεία στην του τα οποία κινούν την περιέργεια. Μόνο που τα καθαρά ιστορικά σημεία που ομολογώ ότι με ενδιέφεραν περισσότερο, είναι πολύ λιγότερα από τα πιο «προσωπικά». Για παράδειγμα, η ταινία μας θυμίζει το απίστευτο θράσος των Γερμανών εγκληματιών πολέμου που όχι μόνο πίστευαν στην αθωότητά τους αλλά ήθελαν να βγουν και από πάνω.

 

Οι δίκες ωστόσο, δείχνουν να είναι μάλλον το πρόσχημα του σεναρίου, άξονας του οποίου ένας πολύγλωσσος Ρώσος αξιωματικός (Σεργκέι Κέμπο) που έχει σταλεί από το Κρεμλίνο στο Βερολίνο για να υπηρετήσει στο γραφείο του στρατιωτικού διοικητή των Σοβιετικών και εκεί μπλέκει σε έναν δαίδαλο έρωτα και μυστηρίου από την στιγμή που γνωρίζει μια αινιγματική συμπατριώτισσά του (Λιούμποφ Ακσιόνοβα).

 

Ενας δαίδαλος στον οποίο ρόλο θα παίξει και ο χαμένος από το 1942 αδελφός του κεντρικού ήρωα, προσφέροντας στην ταινία μια ευπρόσδεκτη δόση θρίλερ χωρίς όμως ποτέ να την μετατρέπει σε μια αξέχαστη εμπειρία ανάλογη με την «Δίκη της Νυρεμβέργης» του Κρέιμερ.

Βαθμολογία: 2

ΑΘΗΝΑ: ΣΤΟΥΝΤΙΟ

***

«Σιμόν Βέιλ, η γυναίκα του αιώνα» (Simone, le voyage du siècle, Γαλλία, 2022)

H βαριά σκια του ολοκαυτώματος των Εβραίων είναι αισθητή και σε αυτή την ταινία του Ολιβιέ Νταάν, ένα αξιοπρεπές αλλά και φορτωμένο με επαναλήψεις βιογραφικό πορτρέτο της Σιμόν Βέιλ (1927-2017), θρυλικής Γαλλίδας δικηγόρου που επί προεδρίας Ζισκάρ Ντ’ Εστέν εισχώρησε στην πολιτική επιβάλλοντας την δυναμική (και όχι σε όλους αρεστη) προσωπικότητά της.

 

Οι μάχες της Βέιλ για την νομιμοποίηση των αμβλώσεων, την πολιτική δραστηριότητα που την έκανε διάσημη το 1975 (και εκείνη για την οποία ως και απειλές κατά την ζωή της δέχθηκε), μα και η επιτυχία της στο να γίνει η πρώτη γυναίκα πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι θέματα που βρίσκονται στην ατζέντα του Νταάν ίσως λίγο παραπάνω απ’ όσο χρειαζόταν.

 

Συχνά, η αφήγηση στρέφεται το παρελθόν με σκληρές σκηνές από το μαρτύριο της Βέιλ στα στρατόπεδα συγκεντρώσεων στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, εκεί όπου παραλίγο να πεθάνει αλλά και εκεί που μπήκαν τα θεμέλια της ακούραστης μάχης της κατά της αδικίας. Όλα αυτά καταλήγουν στο ευπρόσωπο πορτρέτο μιας γνήσιας φεινίστριας την οποία υποδύεται με πάθος η ηθοποιός Ελσα Ζιλμπερστάιν (στην περίοδο 1968 -2006) και η .

 

Ο Νταάν έχει ασχοληθεί αρκετά με βιογραφίες σπουδαίων γυναικών, άλλοτε με επιτυχία όπως στην περίπτωση της Εντίθ Πιάφ στο «Η ζωή σαν τριαντάφυλλο» (για το οποίο η Μαριόν Κοτιγιάρ κέρδισε το Οσκαρ), άλλοτε με αποτυχία όπως συνέβη με την άχρωμη «Γκρέις του Μονακό» όπου η Νικόλ Κίντμαν υποδύεται την Γκρέις Κέλι. Εδώ βρίσκεται κάπου στην μέση.

Βαθμολογία: 2

ΑΘΗΝΑ: ΔΑΝΑΟΣ – ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΕΛΛΑΔΑΣ – ΑΒΑΝΑ – ΚΗΦΙΣΙΑ – ΣΠΟΡΤΙΝΓΚ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ:

ALEX – ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ κ.α.

***

  

«Fast X» (ΗΠΑ, 2023)

Η επιτυχία της ταινίας «The Fast and the Furious» («Μαχητές των δρόμων») άρχισε το 2000  σήμανε έναν σιδηρόδρομο συνεχειών που συνεχίζεται με το «Fast X» (ΗΠΑ, 2023) του Λουίς Λετεριέ εξειδικευμένου σε περιπέτειες καταστροφής («Transporter», «Τιτανομαχία» κ.α.). Οι ταινίες αυτές εξακολουθούν να γυρίζονται γιατί έχουν φυσικά το φανατικό κοινό τους και στηρίζονται κυρίως στις εντυπωσιακές σκηνές αυτοκινήτων που τρέχουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα προκαλώντας απίστευτες καταστροφές, πολλές φορές χωρίς θύματα (αφού απευθύνονται σε παιδιά).

 

Σεναριακά μιλώντας είναι κυριολεκτικά αδύνατον να περιμένεις πλέον κάτι καινούργιο, πέρα από την υλοποίηση υπερβολικών ιδεών που σχετίζονται με εντυπωσιακές καταστροφές. Η σκηνή που απογειώνει αυτήν την ταινία για παράδειγμα, είναι η «επέλαση» από τα ψηλά προς τα χαμηλά της Ρώμης μιας τεράστιας μπάλας – βόμβας, η οποία ανενεργή προκαλεί τις ίδιες περίπου καταστροφές με αυτές που θα προκαλούσε αν έσκαγε (που εν τέλει σκάει κιόλας αλλά μέσα στον Τίβερη). Σέβομαι τους φαν του franchise, δεν μπορώ όμως να παραβλέψω ότι κάθε τράνταγμα της μπάλα – βόμβα ενώ κυλούσε ήταν ένα κτύπημα στη νοημοσύνη μου που εν τέλει βγήκε νοκ άουτ (παίζουν: Βιν Ντίζελ, Σαρλίζ Θερόν, Τζέισον Μομόα, ΝταΙάν Κρούγκερ, Μισελ Ροντρίγκεζ, με περάσματα από τους Τζέισον Στέιθαμ, Ελεν Μίρεν και Ρίτα Μορένο,).

Βαθμολογία: ½

(προβάλλεται σε περισσότερες από 90 αίθουσες της Ελλάδας)

***

«Ο τελευταίος χορός» (Rise, Γαλλία, 2021)

Καλές προθέσεις στην ταινία του Σεντρίκ Κλαπίς που θέλησε να  «αγκαλιάσει» τόσο το προσκήνιο όσο και το παρασκήνιο του κόσμου του μπαλέτου (η βρωμιά του παρασκηνίου έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ομορφιά του ιδίου του κλασικού μπαλέτου). Συγκρούσεις ανάμεσα στις μπαλαρίνες, κρυφοί παράνομες έρωτες, αντιζηλίες, αθέμιτος ανταγωνισμός – βλέπουμε στιγμές από ζητήματα που όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχουν, όπως επίσης υπάρχει ο παράγοντας του απρόβλεπτου, ένα ατύχημα για παράδειγμα που μπορεί να φρενάρει μια ολόκληρη καριέρα.

 

Το ατύχημα παίζει σημαντικό ρόλο στο σενάριο και την  ιστορία της κεντρικής ηρωίδας, μιας μπαλαρίνας που για να ξεπεράσει το ισχυρό σοκ που της έχει «κόψει» τα πόδια, θα γίνει μέλος μιας κοινότητας ψυχικής ανάκαμψης. Ο Κλαπίς κινηματογραφεί με ειλικρίνεια την ιστορία του και στον πρωταγωνιστικό ρόλο (όπως και στην πρώτη κινηματογραφική της εμφάνιση) η Mαριόν Μπαρμπό, μεγάλο ταλέντο της διάσημης εταιρείας Μπαλέτου της Όπερας του Παρισιού, αποδεικνύεται ιδανική επιλογή.

 

Χωρίς όμως να μπορεί να προσφέρει τους «τρελούς» χυμούς που θα της έδιναν μια πραγματικά ξεχωριστή γεύση (και εδώ αξίζει να αναφερθεί το παράδειγμα του «Μαύρου κύκνο» του Ντάρεν Αρονόφσκι), η ταινία παρακολουθείται ευχάριστα και λίγο μετά το τέλος της, φεύγει από τη μνήμη.  Βαθμολογία: 2 ½

ΑΘΗΝΑ: ΔΕΞΑΜΕΝΗ – ΔΑΝΑΟΣ – ΧΛΟΗ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: OPTION MACEDONIA  

***

 

«Το τεστ» (El test, Ισπανία, 2022)

Μια ισπανική κωμωδία δωματίου του Ντάνι ντε λα Ορντεν, που υπήρξε τεράστια επιτυχία εντός συνόρων Ισπανίας, όχι όμως και εκτος. Κατά την διάρκεια ενός δείπνου στο υπερπολυτελέστατο σπίτι ενός πλούσιου ζεύγους (Αλμπέρτο Σαν Χουάν, Μίρεν Ιμπαργκίρεν), το τελευταίο θα έρθει σε σύγκρουση με ένα φτωχό ζευγάρι γνωστών του (Κάρλος Σάντος, Μπλάνκα Σουάρεζ). 

 

Οι κόντρες αφορούν ένα σωρό ζητήματα – το ερωτικό, τη διαφορά των κοινωνικών τάξεων και το οικονομικό – και ενώ αρχίζουν πολιτισμένα  στη συνέχεια, όπως ακριβώς το περιμένεις τείνουν να βγάλουν στην επιφάνεια πρωτόγονα ένστικτα. Το αποτέλεσμα είναι κάποιες χαριτωμένες στιγμές σε ένα σύνολο που κάποια στιγμή αρχίζει να ξεχειλώνει (από την μέση και μετά νιώθεις ότι η ταινια προσπαθεί να προκαλέσει το γέλιο με το ζόρι).

 

Το «Δείπνο» (2017) του Ορεν Μόβερμαν, μια ταινία με την ίδια περίπου λογική αλλά σε εντελώς διαφορετικό πλαίσιο καθότι δράμα (από το μυθιστόρημα του Χέρμαν Κοχ) είχε λειτουργήσει πολύ καλύτερα. 

Βαθμολογία: 2

ΑΘΗΝΑ: ΜΙΜΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ – ΣΤΕΛΛΑ