Μια μαζική διαρροή που αφορά μία από τις μεγαλύτερες ιδιωτικές τράπεζες παγκοσμίως, την Credit Suisse, έφερε στη δημοσιότητα τον κρυμμένο πλούτο πελατών της που έχουν εμπλακεί σε υποθέσεις βασανισμών, διακίνησης ναρκωτικών, ξεπλύματος χρήματος και άλλα σοβαρά εγκλήματα. Η διαρροή περιέχει λεπτομέρειες για λογαριασμούς 30.000 πελατών της Credit Suisse σε όλο τον κόσμο, αποκαλύπτοντας αυτούς που έχουν ωφεληθεί από ποσά άνω των 100 δισ. ελβετικών φράγκων που βρίσκονται σε έναν από τους πιο γνωστούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς της Ελβετίας.

Η διαρροή υποδεικνύει την ύπαρξη ευρείας αποτυχίας εκ μέρους της τράπεζας να εξαλείψει τους αμφίβολης ποιότητας πελάτες της και τα παράνομα κεφάλαια, παρά τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει, εδώ και δεκαετίες.

Τα στοιχεία περιλαμβάνουν έναν διακινητή λευκής σαρκός στις Φιλιππίνες, ένα διευθυντικό στέλεχος του χρηματιστηρίου του Χονγκ Κονγκ που είναι φυλακισμένος για δωροδοκία, έναν δισεκατομμυριούχο ο οποίος διέταξε τη δολοφονία της λιβανέζας ποπ σταρ και φίλης του, όπως επίσης στελέχη της κρατικής εταιρείας πετρελαίου της Βενεζουέλας που την καταλήστευσαν και διεφθαρμένους πολιτικούς πολλών χωρών, από την Αίγυπτο έως την Ουκρανία.

Επίσης, ένας λογαριασμός του Βατικανού χρησιμοποιήθηκε για τη δαπάνη 350 εκατ. ευρώ σε μια φερόμενη ως δόλια επένδυση σε ακίνητα του Λονδίνου, που βρίσκεται στο επίκεντρο μιας εν εξελίξει δίκης, στην οποία κατηγορούμενος είναι και ένας καρδινάλιος. Η ίδια η Credit Suisse δήλωσε ότι οι αυστηροί νόμοι της Ελβετίας αναφορικά με το τραπεζικό απόρρητο δεν της επιτρέπουν να σχολιάσει πληροφορίες που αφορούν συγκεκριμένους πελάτες της. Οπως τονίζει σε ανακοίνωσή της, «απορρίπτει τους ισχυρισμούς και τα συμπεράσματα σχετικά με τις υποτιθέμενες επιχειρηματικές πρακτικές της τράπεζας», ενώ προσθέτει πως οι αποκαλύψεις των δημοσιογράφων βασίζονται σε «επιλεκτικές πληροφορίες που έχουν αφαιρεθεί εκτός πλαισίου, που καταλήγουν σε μεροληπτικές ερμηνείες για την επιχειρηματική συμπεριφορά της τράπεζας».

Τονίζει, επίσης, ότι οι ισχυρισμοί αφορούν σχεδόν στο σύνολό τους υποθέσεις από το μακρινό παρελθόν, όταν η πρακτική και οι νόμοι στον κλάδο ήταν πολύ διαφορετικά. Ωστόσο, ενώ κάποιοι λογαριασμοί στα στοιχεία που διέρρευσαν είχαν ανοιχτεί τη δεκαετία του ’40, πάνω από τα δύο τρίτα έχουν ημερομηνία μετά το 2000. Αρκετοί δε από αυτούς ήταν ανοιχτοί στο μεγαλύτερο μέρος της προηγούμενης δεκαετίας, ενώ κάποιοι παραμένουν ενεργοί και σήμερα.

Σημειώνεται ότι η Credit Suisse διαχειρίζεται κεφάλαια περίπου 1,8 τρισ. δολαρίων και είναι δεύτερη πίσω από την UBS στην Ελβετία. Διαθέτει 50.000 εργαζομένους, αρκετοί από τους οποίους είναι στη Ζυρίχη, όπου βρίσκεται η έδρα της. Ωστόσο, πολλοί από τους 3.500 «μάνατζερ σχέσεων», οι οποίοι εντοπίζουν και εξυπηρετούν πλούσιους πελάτες, βρίσκονται διεσπαρμένοι σε όλο τον κόσμο. Οι λογαριασμοί που διέρρευσαν σχετίζονται με πελάτες οι οποίοι κατοικούν σε πάνω από 120 χώρες, με μεγάλο αριθμό στις αναπτυσσόμενες χώρες. Ανάμεσα σε αυτές με τον μεγαλύτερο αριθμό πελατών στα στοιχεία είναι η Βενεζουέλα και η Αίγυπτος (πάνω από 2.000 λογαριασμούς έκαστη), η Ουκρανία και η Ταϊλάνδη (πάνω από 1.000).

Οι συνέπειες της διαρροής μπορεί να μην αφορούν μόνο μία τράπεζα, καθώς απειλούν να πυροδοτήσουν μια κρίση στην Ελβετία, η οποία διαθέτει ένα από τα πιο αδιαφανή τραπεζικά πλαίσια παγκοσμίως. Σημειώνεται ότι συνολικά ο χρηματοπιστωτικός κλάδος της διαχειρίζεται κεφάλαια άνω των 8,5 τρισ. δολαρίων, σχεδόν τα μισά από τα οποία ανήκουν σε αλλοδαπούς.