Περιμέναμε ότι η ύψιστη παγκόσμια διάκριση για την τέχνη του λόγου δεν θα κατευθυνόταν, ετούτη τη χρονιά, προς έναν δημιουργό από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ή την Ευρώπη. Είχαν πυκνώσει άλλωστε οι σχετικές επιλογές εσχάτως. Περιμέναμε επίσης ότι, με κάποιον τρόπο, αργά η γρήγορα, θα αναδεικνυόταν η αφρικανική ήπειρος και η πολύπαθη ιστορική της πορεία που, με ποικίλους τρόπους, επανέρχεται στο περίπλοκο παρόν μας. Αυτό που δεν περιμέναμε ήταν ο συγκεκριμένος συγγραφέας, ο οποίος μπορεί να μην είναι ευρέως γνωστός (ή και καθόλου γνωστός, για να είμαστε ακριβέστεροι) αλλά η περίπτωσή του φαίνεται να ανταποκρίνεται και στην προβλεπόμενη καλλιτεχνική επάρκεια και στην προοδευτική πολιτική ανησυχία και στον παράγοντα «έκπληξη» που, αρκετές φορές, προκρίνει η Σουηδική Ακαδημία.

Το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας 2021 απονεμήθηκε στον 73χρονο συγγραφέα Αμπντουλραζάκ Γκούρνα, όπως ανακοινώθηκε το μεσημέρι της Πέμπτης 7 Οκτωβρίου στην Στοκχόλμη. Ο πεζογράφος από την Τανζανία τιμήθηκε «για την ασυμβίβαστη και γεμάτη κατανόηση διείσδυσή του στις επιδράσεις της αποικιοκρατίας και στη μοίρα των προσφύγων οι οποίοι κινούνται στο μεταίχμιο πολιτισμών και ηπείρων».

Γράφοντας στην εξορία

Από το 1986 και τον Νιγηριανό Γουόλε Σογίνκα είχε να πρωταγωνιστήσει στον θεσμό μαύρος συγγραφέας από χώρα της Αφρικής. Η επί σειρά ετών επιμελήτρια του εφετινού νικητή στον βρετανικό οίκο Bloomsbury Αλεξάντρα Πρινγκλ δήλωσε ότι το άξιζε και με το παραπάνω, κυρίως επειδή δεν είχε αναγνωριστεί το έργο του μέχρι σήμερα. «Πρόκειται για έναν από τους σπουδαιότερους εν ζωή αφρικανούς συγγραφείς και κανένας δεν τον πρόσεξε ποτέ, απλώς τον αγνοούσαν» ανέφερε. Ανέκαθεν έγραφε για τον εκτοπισμό, συνέχισε η ίδια, «αλλά με τους πιο όμορφους και διαπεραστικούς τρόπους για το τι σημαίνει να ξεριζώνονται οι άνθρωποι και να διασκορπίζονται στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα». Δεν παρέλειψε μάλιστα να προσθέσει ότι είναι εξίσου σημαντικός με τον (άλλον Νιγηριανό, επίσης κορυφαίο) Τσινούα Ατσέμπε. Τον Αμπντουλραζάκ Γκούρνα τον εντόπισαν οι υπεύθυνοι της Σουηδικής Ακαδημίας στην κουζίνα του σπιτιού του και, αφού του μετέφεραν τα υπέροχα νέα, είχαν μαζί του «μια μακρά και εγκάρδια συνομιλία».

Oσον αφορά τον συγγραφέα, ούτε λόγος. Εννοούμε ότι δεν μπορούσε να το διανοηθεί, βίωσε μια απρόσμενη εξέλιξη που σίγουρα θα αλλάξει τη ζωή του. Περίμενε δε, όπως είπε ο ίδιος πανευτυχής και συγκινημένος και χαριτολογώντας, την επίσημη ανακοίνωση προκειμένου να το πιστέψει, να το συνειδητοποιήσει.

Ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα γεννήθηκε το 1948 και μεγάλωσε στη νήσο της Ζανζιβάρης, στον Ινδικό Ωκεανό. Eφτασε στην Αγγλία ως πρόσφυγας στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Oταν ήταν 18 ετών, καθώς ανήκε στους πολίτες αραβικής καταγωγής, οι οποίοι καταπιέζονταν και διώκονταν από το τότε καθεστώς, εξαναγκάστηκε να αφήσει πίσω την οικογένειά του και να εγκαταλείψει την πατρίδα του. Μετά το 1984, αξίζει να σημειωθεί, κατέστη εφικτή η επιστροφή του στη Ζανζιβάρη. Του επέτρεψαν να δει τον πατέρα του λίγο προτού πεθάνει. Στην εξορία άρχισε να γράφει, στα 21 του χρόνια, και μολονότι η πρώτη του γλώσσα ήταν τα σουαχίλι, σύντομα υιοθέτησε τα αγγλικά για να εκφραστεί. Πρόσφατα συνταξιοδοτήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Κεντ, όπου διετέλεσε καθηγητής αγγλικής φιλολογίας με ειδίκευση στη μετα-αποικιακή λογοτεχνία και όπου αφιέρωσε την εργασία του και σε συγγραφείς όπως ο Κενυάτης Νγκούγκι γουά Θιόνγκο (ο οποίος εθεωρείτο από πολλούς μέχρι πριν από λίγες μέρες, κι εδώ είναι η τραγική ειρωνεία, ο βασικότερος διεκδικητής του Βραβείου Νομπέλ Λογοτεχνίας, ως η επιφανέστερη διεθνώς «συνείδηση της μαύρης Αφρικής», με εκτεταμένο αφηγηματικό και δοκιμιακό έργο).

Οι εσώτερες διεργασίες

Ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα έχει δημοσιεύει συνολικά δέκα μυθιστορήματα και αρκετά διηγήματα. Το κεντρικό θέμα των βιβλίων του είναι η περίπλοκη προσφυγική εμπειρία, οι εσώτερες διεργασίες, ψυχικές και συναισθηματικές, των ανθρώπων αυτών που έχουν υποστεί βίαιες ρήξεις στον πυρήνα τους, την ταυτότητά τους. Αυτοί είναι οι ήρωες και οι ηρωίδες του τανζανού νομπελίστα. «Σε όλο του το έργο, ο Γκούρνα έχει κοπιάσει να αποφύγει την πανταχού παρούσα νοσταλγία για την πιο ανόθευτη Αφρική της προ-αποικιοκρατικής εποχής. Το υπόβαθρό του είναι ένα πολιτισμικά ποικιλόμορφο νησί στον Ινδικό Ωκεανό, με μια ιστορία που περιλαμβάνει σκλαβοπάζαρα και ποικίλες μορφές καταπίεσης από καθεστώτα διαφορετικών δυνάμεων – Πορτογάλων, Ινδών, Αράβων, Γερμανών και Βρετανών – αλλά και εμπορικές σχέσεις με τον υπόλοιπο κόσμο. Η Ζανζιβάρη ήταν ήδη μια κοσμοπολιτική κοινωνία πριν την έλευση της παγκοσμιοποίησης» αναφέρει στο αναλυτικό σκεπτικό της βράβευσης ο Αντερς Oλσον, πρόεδρος της Επιτροπής των Νομπέλ Λογοτεχνίας.

Από το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο Memory of Departure (1987) ως το πλέον πρόσφατο Afterlives (2020) ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα, αποτυπώνει, σε συλλογικό και ατομικό επίπεδο, τις σύνθετες συνέπειες της αποικιοκρατικής κληρονομιάς και τα παλλόμενα χάσματα στις προσωπικότητες όσων, χωρίς να το θέλουν, γίνονται ξένοι και ανεπιθύμητοι, έρμαια του ρατσισμού και των κοινωνικών προκαταλήψεων. Με το τέταρτο μυθιστόρημά του, Paradise (φόρο τιμής στον Τζόζεφ Κόνραντ και στην περίφημη Καρδιά του σκότους), ένα βιβλίο που τον έβαλε στον λογοτεχνικό χάρτη, είχε διεκδικήσει το 1994, από τη βραχεία λίστα, το Βραβείο Booker. Ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα υπογράμμισε, ως νομπελίστας συγγραφέας πλέον, ότι το βραβείο του θα συμβάλει στην εντατικοποίηση του σημερινού δημόσιου διαλόγου για φλέγοντα ζητήματα όπως η προσφυγική κρίση. «Τα ζητήματα αυτά μας απασχολούν σε καθημερινή βάση. Ανθρωποι πεθαίνουν, άνθρωποι πληγώνονται σε όλον τον κόσμο, πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε όλα αυτά με τον πλέον ευγενικό και καλοπροαίρετο τρόπο».

Ο συγγραφέας παραμένει αμετάφραστος στη γλώσσα μας. Εξυπακούεται ωστόσο ότι, όσο το δυνατόν πιο σύντομα, τα έργα του θα λάβουν τη θέση τους και στα ελληνικά βιβλιοπωλεία, διότι τα αγγλικά δεν αποτελούν, προφανώς, μεγάλο εμπόδιο. Ομως αυτή η εμμονή της Σουηδικής Ακαδημίας με την εν λόγω γλώσσα (τη lingua franca της εποχής μας, κατά τα λοιπά) έχει καταντήσει ενοχλητική και υποτιμητική για άλλες, μικρότερες γλώσσες και λογοτεχνικές παραδόσεις.