Τα λογοτεχνικά βιβλία που συνδέονται με τη σύγχρονη ταραχώδη πορεία της Λατινικής Αμερικής (με τις δικτατορίες στην Αργεντινή και στη Χιλή, κατά κύριο λόγο) και εξακολουθούν να μεταφράζονται στη γλώσσα μας, δεν είναι και λίγα. Ωστόσο, δίνουν ενίοτε την εντύπωση ότι είναι πολύ περισσότερα από όσα, πράγματι, είναι. Θα είχε μάλιστα ξεχωριστό ενδιαφέρον να μελετηθεί κάπως το φαινόμενο, από μια στατιστική έρευνα μέχρι κάποια συγκριτολογική ανάλυση.

Η πιο προφανής εξήγηση, ως προς τις κοινωνικές αναλογίες, είναι ο ιστορικός παράγοντας, νωπός και τραυματικός. Μια άλλη εξήγηση, ως προς τις αισθητικές προτιμήσεις, θα μπορούσε να είναι η πολιτισμική οικειότητα, ένα ταίριασμα ίσως απροσδιόριστο, που συμπυκνώνεται από την παράξενη λέξη «ταμπεραμέντο». Εξήγηση αποτελεί, επιπροσθέτως, η ποιότητα ορισμένων συγγραφέων, προφανέστατα. Πέραν τούτων όμως; Υπάρχει κάτι άλλο; Σε κάθε περίπτωση πάντως, η θεματολογία των συγκεκριμένων λατινοαμερικανικών μυθιστορημάτων (διότι αυτά συγκροτούν την πλειονότητα των επιλογών) φαίνεται να έχει βαρύνουσα σημασία από μόνη της στη χώρα μας, τόσο για τους εκδότες όσο και για τους αναγνώστες. Σε αδρές (και καταχρηστικές ενδεχομένως) γραμμές, τα βιβλία αυτά ακτινογραφούν (είτε είναι προδήλως πολιτικά είτε όχι) την αυταρχική βία και τις επιπτώσεις της, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.

Antonio Skarmeta

Οι μέρες του ουράνιου τόξου

Μετάφραση Αγγελική Βασιλάκου.

Εκδόσεις Κλειδάριθμος, 2021,

σελ. 232, τιμή 15,50 ευρώ

Επομένως η ατμόσφαιρά τους είναι (αναπόφευκτα) αποπνικτική, ακόμη και τις φορές που παρασυρόμαστε από την τεχνοτροπία ή το ύφος ενός λογοτέχνη (του Ρομπέρτο Μπολάνιο, φέρ’ ειπείν) και προς στιγμήν αφήνουμε τα υπόλοιπα συστατικά της εκάστοτε αφήγησης κατά μέρος. Λοιπόν, το μυθιστόρημα Οι μέρες του ουράνιου τόξου (Los dias del arcoiris, 2011) του Αντόνιο Σκάρμετα διαθέτει μια ιδιαιτερότητα, εμπίπτει και συγχρόνως δεν εμπίπτει ακριβώς σε όλα τα παραπάνω. Διότι, απλούστατα, ο 80χρονος σήμερα πεζογράφος αποτυπώνει μια ανατρεπτική στιγμή στη σύγχρονη ιστορία της πατρίδας του, κατά την οποία το φως καταπίνει το σκότος. Και η στιγμή αυτή είναι αληθινή, βγαλμένη αυτούσια από την πρόσφατη πραγματικότητα της Χιλής.

Ο Πλάτωνας στο Σαντιάγο

Βρισκόμαστε στο Σαντιάγο, φθινόπωρο του 1988. Ο Αουγούστο Πινοτσέτ, ύστερα από σχεδόν μια δεκαπενταετία στυγνής χούντας, έχει προκηρύξει ένα δημοψήφισμα για τις 8 Οκτωβρίου. Δεν το είχε κάνει, βεβαίως, λόγω της δημοκρατικής του ευαισθησίας. Οι αιτίες ήταν πολλές, με επικρατέστερη την εξωτερική πίεση της διεθνούς κοινότητας η οποία συνδυάστηκε με την εσωτερική δυσφορία επιχειρηματικών και όμορων συμφερόντων. Ο καταπιεσμένος και φοβισμένος λαός (με εξαίρεση τους δολοφονημένους, τους έγκλειστους στα κελιά και τους «αγνοούμενους» πολίτες) καλείται τότε να προσέλθει στις κάλπες και να αποφασίσει με την ψήφο του αν εγκρίνει την παραμονή του στρατηγού στην εξουσία για άλλη μια οκταετία. Πρωτύτερα, μια Τετάρτη, σε ένα από τα πιο σεβαστά σχολεία της πρωτεύουσας, συλλαμβάνεται την ώρα της παράδοσης, μπροστά στα μάτια των μαθητών του, ο Ροδρίγο Σάντος, καθηγητής φιλοσοφίας με ειδίκευση στην αρχαιοελληνική γραμματεία. «Τίποτα ασυνήθιστο στις μέρες μας. Μόνο που ο καθηγητής Σάντος είναι ο πατέρας μου» λέει στην αρχή κιόλας του βιβλίου ο Νίκο (συντομευμένη εκδοχή του «Νικόμαχος», το βαφτιστικό του όνομα εμπνευσμένο από τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη), ο οποίος παρακολουθεί σιωπηλός (όχι όμως και εντελώς απροετοίμαστος) την επίμαχη σκηνή από το θρανίο του. Αν κάτι είχε εμπεδώσει ο Νίκο, δίπλα στον αντικαθεστωτικό γεννήτορά του, ήταν ο μύθος του σπηλαίου από την Πολιτεία του Πλάτωνα. «Ετσι, μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι οι Χιλιανοί, υπό τη δικτατορία του Πινοτσέτ, είναι σαν τους δεσμώτες στη σπηλιά του Πλάτωνα. Βλέπουν μόνο σκιές της πραγματικότητας, παραπλανημένοι από μια τηλεόραση διεφθαρμένη, ενώ τα φωτεινά μυαλά είναι αλυσοδεμένα σε σκοτεινά μπουντρούμια».

Ο 80χρονος σήμερα Σκάρμετα αποτυπώνει μια ανατρεπτική στιγμή στη σύγχρονη ιστορία της Χιλής, κατά την οποία το φως καταπίνει το σκότος

Το καθοριστικό δίλημμα

Τι είναι αυτό που μόλις διαβάσατε; Ενα διπλωμένο χαρτί που δείχνει κάποια στιγμή στον Νίκο ο αντικαταστάτης του Ροδρίγο Σάντος, ο καθηγητής Βαλδιβιέσο, επισημαίνοντάς του ότι επρόκειτο για «σημειώσεις από το μάθημα της φιλοσοφίας» ενός συμμαθητή του, ο οποίος «τις παρέδωσε στον διευθυντή». Να γιατί μάζεψαν τον πατέρα του Νίκο, έκανε αλληγορική αντίσταση, στοχεύοντας στις νεανικές συνειδήσεις! Ο γιος του, μη γνωρίζοντας τι επρόκειτο να του συμβεί αλλά και έντρομος επειδή μάλλον θα του συνέβαιναν τα προβλεπόμενα, δεν σταματά να αγωνιά, κάτι που μοιράζεται, μοιραία, με την κοπέλα που αγαπά, την Πατρίσια Μπετίνι, η οποία διαπνέεται από μια «χίπικη νοοτροπία». Το θέμα είναι ότι, την ίδια ακριβώς περίοδο, λίγο προτού διεξαχθεί το δημοψήφισμα, έχει και η Πατρίσια ένα πρόβλημα στο σπίτι της. Το έχει, συγκεκριμένα, ο δικός της πατέρας, ο Αδριάν Μπετίνι, αριστερών φρονημάτων, ένας άνθρωπος που είχε ήδη βασανιστεί και φυλακιστεί δύο φορές. Και σαν να μην έφτανε αυτό, μολονότι θεωρείται κατά γενική ομολογία «ο καλύτερος διαφημιστής της χώρας», βρίσκεται εδώ και καιρό στα μαύρα κατάστιχα της χούντας, βολοδέρνοντας μεταξύ ανεργίας και αναξιοπρέπειας. Ωσπου, λαμβάνει κάθιδρος μια επίσημη κλήτευση προκειμένου να συναντήσει τον υπουργό Εσωτερικών, τον δόκτορα Φερνάντες, τον «σκληρότερο άνθρωπο του καθεστώτος». Ο τελευταίος του θέτει ένα σοβαρό ηθικό δίλημμα, του ζητεί να αναλάβει την εκστρατεία του «Ναι» στο επικείμενο δημοψήφισμα, ενάντια στην αντίστοιχη του «Οχι». Ο Μπετίνι το σκέφτεται. Εν τέλει αρνείται. Και αμέσως μετά (κατά παράβαση της υπόσχεσης που είχε δώσει στον υπουργό) αποδέχεται (κάθιδρος και πάλι) την πρόταση της αντιπολίτευσης (δεκαέξι κόμματα συνασπίστηκαν εναντίον του Πινοτσέτ) να γίνει ο σκιώδης ηγέτης της καμπάνιας του «Οχι» και να ενώσει ένα ομολογουμένως «αντιφατικό συνονθύλευμα», από «φιλελεύθερους, χριστιανοδημοκράτες, σοσιαλιστές, σοσιαλδημοκράτες, ριζοσπάστες, χριστιανούς της αριστεράς, οικολόγους, ουμανιστές, νεοσοσιαλιστές, κομμουνιστές και κεντρώους».

Η δεινότητα του Σκάρμετα

Ο Μπετίνι έχει στη διάθεσή του μόνο δεκαπέντε λεπτά τηλεοπτικού χρόνου (αυτή είναι η παραχώρηση που αποδείχθηκε καθοριστική στις μετέπειτα εξελίξεις, είναι γνωστές) ώστε να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει μια ναρκωμένη κοινωνία, η οποία είχε περιπέσει σε ένα είδος μοιρολατρικής, περίλυπης απάθειας. Ο Μπετίνι συλλογίζεται ποιο «προϊόν» λείπει από την «αγορά» και αποφασίζει ότι πρέπει να «πουλήσει» τη χαρά. Αξίζει πολύ, πάρα πολύ, οι αναγνώστες να δουν με ποιον σύνθετο τρόπο (και μέσα από ποιες απίθανες καταστάσεις) το καταφέρνει. Ο Αντόνιο Σκάρμετα, από τους κορυφαίους πεζογράφους της Λατινικής Αμερικής, επιδεικνύοντας εδώ και τη δεινότητά του στην κινηματογραφική γραφή, συνέθεσε ένα μυθιστόρημα απέριττο, γλυκύτατο και ουσιαστικό, ένα χαρμόσυνο έργο υπόγειας συγκίνησης για μια κρίσιμη στιγμή, τη στιγμή εκείνη που, μες στον ζόφο, το τέλμα ταράζεται και γεννιέται ξανά η ελπίδα. Αψεγάδιαστη η μετάφραση της Αγγελικής Βασιλάκου από τα ισπανικά. Αναμένουμε επίσης από την ίδια τη νέα μετάφραση του μυθιστορήματος Ο ταχυδρόμος του Νερούδα (υπό έκδοση, Κλειδάριθμος) που χάρισε στον χιλιανό συγγραφέα την ευρύτερη αναγνώριση.