Το 2020 ήταν μια δύσκολη χρονιά για τη Φώφη Γεννηματά. Το Κίνημα Αλλαγής παρά τις συνεχόμενες προσπάθειες για φυγή προς τα εμπρός, συνέχισε όλη τη διάρκεια της χρονιάς τις χαμηλές δημοσκοπικές πτήσεις, αδυνατώντας να αξιοποιήσει την εμφανή αδυναμία του Αλέξη Τσίπρα να αποκτήσει αντιπολιτευτικό βηματισμό, ώστε να αλλάξει τους όρους διεξαγωγής της μάχης για την επικράτηση στον χώρο της Κεντροαριστεράς, στην οποία πλέον έχει εισέλθει και ένας τρίτος παίκτης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Οι «τρικλοποδιές»

Η προσπάθεια της κυρίας Γεννηματά να ξαναβάλει το Κίνημα Αλλαγής στο πολιτικό παιχνίδι με όρους πρωταγωνιστή και όχι κομπάρσου φάνηκε να αποδίδει κατά την πρώτη φάση της πανδημίας. Οι δύσκολες αποφάσεις της κυβέρνησης στηρίχθηκαν, και η κριτική που ασκήθηκε συνοδευόταν από συγκεκριμένες προτάσεις, ειδικά στους τομείς της στήριξης του ΕΣΥ, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των εργαζομένων και διατυπωνόταν σε τόνους που έδειχναν συναίσθηση της δύσκολης φάσης που διανύει η χώρα, αλλά και της ακόμα δυσκολότερης που θα ακολουθήσει μετά το τέλος της πανδημίας. Η Χαριλάου Τρικούπη επέδειξε γρήγορα ανακλαστικά και η Φώφη Γεννηματά ήταν η πρώτη πολιτικός που παρουσίασε, στη ΔΕΘ, ένα ολοκληρωμένο σχέδιο πλεύσης της χώρας, αποτέλεσμα της συστηματικής δουλειάς που έγινε όλο το καλοκαίρι.

Ωστόσο, για ακόμη μία φορά, όλη αυτή η προσπάθεια σκόνταψε στον αθεράπευτο ιό της εσωστρέφειας που «κατά διαβολική σύμπτωση, εμφανίζεται κάθε φορά που πάμε να κάνουμε ένα βήμα μπροστά», όπως παρατηρεί πολύπειρο στέλεχος του κόμματος. Το Κίνημα Αλλαγής μέσα σε ένα βράδυ βρέθηκε από την αντεπίθεση σε θέση άμυνας, με το άρωμα μιας νέας διάσπασης να πλανάται πάνω από τη Χαριλάου Τρικούπη, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου, εντελώς αιφνιδιαστικά, διαφοροποιήθηκε από τη θέση του κόμματος στο νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων στις τάξεις των βουλευτών και των στελεχών του κόμματος.

Ο κ. Παπανδρέου, όπως διαβεβαίωναν από την πρώτη στιγμή οι στενοί του συνεργάτες, δεν είχε σκοπό να δημιουργήσει ζητήματα. Εξέφρασε τις θέσεις του, όπως έκανε και πρόσφατα, αναφερόμενος στην ανάγκη «προοδευτικής διακυβέρνησης», που εξελήφθη «ως ένα ακόμα κλείσιμο του ματιού στον ΣΥΡΙΖΑ» προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις στη βάση του κόμματος που, στη συντριπτική της πλειοψηφία, δεν βλέπει με καλό μάτι την προοπτική προσέγγισης με την Κουμουνδούρου.

Μόνιμος εκνευρισμός

Ο τρόπος που παρεμβαίνουν στη δημόσια σφαίρα οι πρώην πρόεδροι του κόμματος είναι ένα ζήτημα κυρίαρχο στην ατζέντα των στενών συνεργατών της κυρίας Γεννηματά. Οι πρόσφατες δημόσιες τοποθετήσεις του Κώστα Σημίτη, που αμφισβήτησαν την αντιπολιτευτική γραμμή του Κινήματος Αλλαγής θέτοντας το κόμμα στον ίδιο παρονομαστή με τον ΣΥΡΙΖΑ, προκάλεσαν μεγάλο εκνευρισμό στη Χαριλάου Τρικούπη. «Ο Παπανδρέου δείχνει να κοιτά προς τον ΣΥΡΙΖΑ και ο Σημίτης προς τον Μητσοτάκη» μονολογούσε επιτελικό στέλεχος του κόμματος, προσθέτοντας ότι «έτσι δεν πάμε πουθενά».

Η Φώφη Γεννηματά είναι αποφασισμένη να συνεχίσει την ίδια γραμμή πλεύσης, της υπεύθυνης, προγραμματικής, προοδευτικής αντιπολίτευσης. Θα κινηθεί όπως και το προηγούμενο διάστημα. Κριτική σε αυστηρούς τόνους προς την κυβέρνηση και προσωπικά τον Πρωθυπουργό, συνεχείς πρωτοβουλίες, προσπάθεια, μέσω συναντήσεων με εκπροσώπους κοινωνικών και παραγωγικών τάξεων, επανασύνδεσης του Κινήματος Αλλαγής με ομάδες του πληθυσμού που υπήρξαν παραδοσιακοί του σύμμαχοι, όπως οι αγρότες. Η κυρία Γεννηματά εκτιμά ότι η στρατηγική αυτή θα αποφέρει καρπούς, αν και όχι στο άμεσο μέλλον. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι από την αρχή της νέας χρονιάς ο χρόνος θα αρχίσει να την πιέζει.

Μια χρονιά καθοριστική

Το 2021 δεν θα είναι απλώς ακόμη μία δύσκολη χρονιά για το Κίνημα Αλλαγής. Θα είναι μία χρονιά καθοριστική για τη θέση του στον μελλοντικό πολιτικό χάρτη. Η χρονιά που θα αποδείξει αν εκτός από την άμυνα, που του επέτρεψε να αντέξει στην πίεση του δικομματισμού ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια αντεπίθεση ικανή να τον αμφισβητήσει.